Τετάρτη 21 Σεπτεμβρίου 2011

Φ. ΕΝΓΚΕΛΣ: Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΝΤΙΡΙΝΓΚ(ΑΝΤΙ-ΝΤΙΡΙΝΓΚ)



Φ. ΕΝΓΚΕΛΣ: Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΕΠΙΣΤΗΜΗΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΝΤΙΡΙΝΓΚ(ΑΝΤΙ-ΝΤΙΡΙΝΓΚ)

ΠΕΡΙΛΗΨΗ – ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ

ΣΥΝΤΟΜΗ ΕΙΣΑΓΩΓΗ


Το έργο του Φ. Ένγκελς με τίτλο «Η ανατροπή της επιστήμης από τον κ. Ντίρινγκ» έμεινε γνωστό με τον τίτλο «Αντί-Ντίρινγκ». Γράφτηκε την περίοδο 1876-78 και αρχικά είχε την μορφή συνεχόμενων άρθρων τα οποία δημοσίευε η εφημερίδα Φόρβερτς (όργανο του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος Γερμανίας). Στόχος της εκτενούς αρθρογραφίας του Ένγκελς ήταν η υπεράσπιση της μαρξιστικής θεωρίας, απέναντι σε ένα νέο σύστημα ιδεών το οποίο εμφανίστηκε την περίοδο εκείνη στο ενωμένο πλέον Σοσιαλιστικό Εργατικό Κόμμα της Γερμανίας, κύριος εκφραστής του οποίου ήταν ο Ευγένιος Ντίρινγκ. Ο Ντίρινγκ ήταν καθηγητής πανεπιστημίου και μέλος του Σοσιαλιστικού κόμματος. Ήταν από τους πρώτους «διανοούμενους» σοσιαλιστές ή όπως ονομάστηκαν τότε ex cathedra (από την έδρα) σοσιαλιστές. Παρά την φυσική του αναπηρία (ήταν τυφλός) είχε τεράστιες γνώσεις και κατάφερε να εκφράσει καλύτερα από τον καθένα ένα νέο θεωρητικό ρεύμα που αμφισβητούσε τον πυρήνα της διδασκαλίας του Μαρξ, τόσο στην φιλοσοφία, όσο και στην πολιτική οικονομία. Ο Ένγκελς θεώρησε απαραίτητο να απαντήσει στις νέες αυτές θεωρίες καθώς πίστευε ότι έθεταν σε κίνδυνο τόσο την ενότητα του κόμματος, όσο και την επαναστατική προοπτική της σοσιαλδημοκρατίας στην Γερμανία. Θεώρησε επίσης ότι η θεωρία του Ντίρινγκ δεν ήταν απλά μια ευκαιρία για συνολική κριτική, αλλά μια ευκαιρία να παρουσιάσει συνολικά, συνοπτικά και εκλαϊκευμένα την Μαρξιστική θεωρία πάνω σε τρία πολύ σημαντικά ζητήματα: Φιλοσοφία, Πολιτική Οικονομία, Σοσιαλισμός. Ειδικότερα, το ζήτημα της φιλοσοφίας ήταν το πρώτο χρονολογικά με το οποίο ασχολήθηκε ο Ένγκελς, μετά την συγγραφή του βιβλίου «Μαθήματα Φιλοσοφίας» το 1875 από τον κ. Ντίρινγκ. Το ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ το δημοσιεύει σήμερα για τους φίλους της Μαρξιστικής Κοσμοθεωρίας.

ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΠΛΑΙΣΙΟ

Πολύ συνοπτικά παραθέτουμε τα βασικότερα και πιο χαρακτηριστικά στοιχεία της περιόδου στην οποία γράφτηκε το Αντί-Ντίρινγκ. Βρισκόμαστε λίγο μετά την επιτυχία της προσπάθειας του Otto Bismarck να ενοποιήσει την Γερμανία κάτω από την πρωσική κυριαρχία. Ο Βίσμαρκ, πρωθυπουργός της Πρωσίας, κατάφερε μέσα από μία σειρά διπλωματικές και στρατιωτικές επιτυχίες να συνενώσει τα Γερμανικά κρατίδια, σε μία περίοδο έξαρσης των εθνικισμών, στην μεγάλη Γερμανική αυτοκρατορία (1871) η οποία τελούσε κάτω από την Πρωσική κυριαρχία και τον αυτοκράτορα Φρειδερίκο Γουλιέλμο. Αδιαφορούσε για τις πολιτικές ή ηθικές συνέπειες της πολιτικής του και ήταν οπαδός της «ρεαλιστικής» πολιτικής ( Realpolitik ) δηλαδή της πολιτικής που βασιζόταν στην επικράτηση του ισχυρού με κάθε τρόπο. Ήταν βαθιά αντί-σοσιαλιστής (βοήθησε τον μεγάλο εχθρό του την Γαλλία στην κατάπνιξη της Παρισινής Κομμούνας το 1871) και δεν δίστασε να χρησιμοποιήσει και δημοκρατικό προσωπείο προκειμένου να «απορροφήσει» τους κραδασμούς του ανερχόμενου εργατικού κινήματος και του σοσιαλδημοκρατικού κόμματος Γερμανίας. Έτσι στη νέα συνομοσπονδία θέσπισε για πρώτη φορά το καθολικό δικαίωμα ψήφου στους άνδρες (μέχρι τότε είχαν δικαίωμα ψήφου μόνο τα πλουσιότερα στρώματα). Παρόλα αυτά δεν έπαψε να προστατεύει τους Γερμανούς βιομηχάνους και την Γερμανική αστική τάξη με μία σειρά μέτρα και όταν η συγκυρία το απαίτησε, μετά την άνοδο της σοσιαλδημοκρατίας, δεν δίστασε να θέσει εκτός νόμου το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα, διώκοντας τους κύριους εκφραστές του σοσιαλισμού (μετά το 1878 με τον «νόμο περί σοσιαλιστών»)

Το Αντί-Ντίρινγκ άρχισε να γράφεται 1 χρόνο μετά το ενωτικό συνέδριο της Γκόττα. Το 1875 τα δύο μεγάλα ρεύματα-παρατάξεις του σοσιαλιστικού κινήματος της Γερμανίας συνενώθηκαν. Το γερμανικό σοσιαλδημοκρατικό εργατικό κόμμα (αϊζεναχικοί, περισσότερο επηρεασμένοι από την Μαρξιστική θεωρία) και η Γενική Γερμανική Εργατική Εταιρία (λασαλικοί) συνενώθηκαν στο ενιαίο Σοσιαλιστικό Εργατικό κόμμα Γερμανίας. Ωστόσο παρά την ευφορία που επικράτησε στο σοσιαλιστικό κίνημα της Γερμανίας ο Μαρξ και ο Ένγκελς άσκησαν δριμύτατη κριτική στο Πρόγραμμα της Γκόττα καθώς θεωρούσαν ότι δεν επρόκειτο για μια συνένωση στη βάση μίας κοινής επαναστατικής κατεύθυνσης αλλά επρόκειτο για μία «συρραφή» των αντίθετων απόψεων στην οποία μάλιστα επικρατούσε ο λασσαλισμός. Ο Λασάλ απέρριπτε την ταξική πάλη ως κινητήρια δύναμη της ιστορίας και θεωρούσε δυνατή την κατάρρευση του καπιταλισμού μέσο της σταδιακής επικράτησης ενός συνεταιριστικού τρόπου παραγωγής, θεωρούσε το κράτος ουδέτερο μηχανισμό, απέρριπτε την δικτατορία του προλεταριάτου καθώς και τη θεωρία του Μαρξ για τον νόμο της αξίας. Ενώ λοιπόν Μαρξ και Ένγκελς προσπαθούσαν κάτω από αντίξοες συνθήκες να ασκήσουν κριτική στις θέσεις του νέου κόμματος (το έργο του Μαρξ «κριτική στο πρόγραμμα της Γκόττα» θάφτηκε ως το 1891), ένα νέο σύστημα ιδεών (αυτό του Ντίρινγκ) υπέσκαπτε την επαναστατική προοπτική του σοσιαλιστικού κινήματος.

Πρόκειται λοιπόν για μια εξαιρετικά δύσκολη για την εργατική τάξη συγκυρία καθώς οι μακρόχρονοι πόλεμοι και η έξαρση των εθνικισμών δυσχεραίνουν την προοπτική διεκδικήσεων αλλά και διάδοσης της Μαρξιστικής θεωρίας. Από την άλλη όμως η ενοποίηση της Γερμανίας, αν και πραγματοποιήθηκε για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της αστικής τάξης, σήμανε και την ενοποίηση της Γερμανικής εργατικής τάξης η οποία μπορούσε τώρα να δώσει κοινό αγώνα ενάντια στην αστική τάξη. Ακόμα η κατάργηση των συνόρων ανάμεσα στα διάφορα κρατίδια συντέλεσε στην ευκολότερη διάδοση των Μαρξιστικών ιδεών και στην άνοδο της σοσιαλδημοκρατίας στην Γερμανία. Είναι η περίοδος της μεγάλης σύγκρουσης των επαναστατικών και των αντεπαναστατικών τάσεων στο εσωτερικό του σοσιαλιστικού κινήματος.


ΑΝΤΙΝΤΙΡΙΝΓΚ

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΠΡΩΤΗ ΕΚΔΟΣΗ (1878)


Ο Ένγκελς εξηγεί συνοπτικά τους λόγους για τους οποίους ξεκίνησε πριν τρία χρόνια την συγγραφή σειράς άρθρων πολεμικής απέναντι στο νέο σύστημα ιδεών του Ντίρινγκ. Επιθυμία του είναι να αποτρέψει μία νέα σεχταριστική διάσπαση του ενωμένου πια Σοσιαλιστικού κόμματος, και για να αποτρέψει την σύγχυση που μια νέα αντεπαναστατική θεωρία θα προκαλούσε. Ασκεί έντονη κριτική στην επιπόλαιή αντιμετώπιση της επιστήμης και στην αβίαστη δημιουργία δεκάδων «συστημάτων ιδεών» τα οποία διατείνονται ότι εξηγούν πλήρως τον κόσμο. Χαρακτηρίζει τα συστήματα αυτά «ανώτερες ανοησίες» και «φθηνά και κακά προϊόντα της διανοητικής βιομηχανίας» ακόμα και της αριστερής διανόησης. Ασκεί επίσης κριτική στον αριστερό τύπο της περιόδου ο οποίος διαφημίζει ουσιαστικά κάθε νέα θεωρία που εμφανίζεται χωρίς να ασκείται η παραμικρή κριτική σε αυτήν, χωρίς να εξετάζεται το κατά πόσον εξυπηρετεί η στρέφεται ενάντια στο συμφέρον την εργατικής τάξης.


ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΔΕΥΤΕΡΗ ΕΚΔΟΣΗ (1885)


Ο Ένγκελς εκφράζει την έκπληξη του για το γεγονός ότι 7 χρόνια μετά την πρώτη έκδοση το βιβλίο εξακολουθεί πουλά χιλιάδες αντίτυπα, αν και όπως αναφέρει «το αντικείμενο στο οποίο ασκεί κριτική» (η θεωρία του Ντίρινγκ) «έχει σχεδόν ξεχαστεί»). Χλευάζει τις προσπάθειες καταστολής («Νόμος περί Σοσιαλιστών»), τονίζοντας πως δεν μπορούν να ανακόψουν ούτε την διάδοση ενός βιβλίου, πόσο μάλλον την άνοδο του εργατικού κινήματος. Θεωρεί ότι η επιτυχία του βιβλίου οφείλεται στο ότι μέσα από την προσπάθεια κριτικής στο Ντίρινγκ, έγινε για πρώτη φορά μία συγκροτημένη παρουσίαση της κομμουνιστικής κοσμοθεωρίας όπως την ανέπτυξαν οι Μαρξ και Ένγκελς. Έτσι όπως λεει «η αρνητική κριτική έγινε θετική». Επίσης ο Ένγκελς ασκεί οξύτατη κριτική στον εαυτό του και στον τρόπο που παρουσίασε το μέρος του βιβλίου που πραγματεύεται τις θεωρητικές φυσικές επιστήμες καθώς όπως τονίζει αδυνατεί σε μεγάλο βαθμό να παρακολουθήσει και να μελετήσει τις ραγδαίες εξελίξεις στον χώρο αυτό. Ωστόσο ξεκαθαρίζει ότι επιδίωξη του ήταν να παρουσιάσει αναλυτικά τον τρόπο με τον οποίο οι ίδιοι διαλεκτικοί νόμοι που οδηγούν τον άνθρωπο στην συνείδηση διέπουν την φύση και είναι αυτοί που καθορίζουν την ιστορία της εξέλιξης της ανθρωπότητας. Αυτοί οι νόμοι πρέπει να βγουν απ’ το μυστικιστικό τους περίβλημα και να γίνουν συνείδηση των ανθρώπων. Οι διαλεκτικοί αυτοί όμως νόμοι δεν επιβάλλονται στην φύση αλλά ανακαλύπτονται από αυτήν. Συνεπώς είναι απαραίτητη η μελέτη των φυσικών επιστημών. Τέλος ο Ένγκελς θεωρεί ότι ίσως η πρόοδος της επιστήμης καταφέρει από μόνη της να αναδείξει τον διαλεκτικό χαρακτήρα των φυσικών φαινομένων και συνεπώς να καταστήσει την ενασχόληση της φιλοσοφίας (φιλοσοφία της φύσης) με αυτόν τον τομέα περιττή. (έχει όντως καταφέρει σήμερα η επιστήμη με τις τεράστιες προόδους που έχει κάνει να αναδείξει αυτόν τον διαλεκτικό χαρακτήρα της φύσης;)

Γίνεται αναφορά στην διαδικασία της μετατροπής της ενέργειας από την μία μορφή στην άλλη, και τονίζεται πως στην γνώση της διαδικασίας της μετατροπής περικλείεται όλη η γνώση της φύσης. Ο Ένγκελς θεωρεί πως η διαδικασία αυτή (μετατροπή) αναδεικνύει τον διαλεκτικό χαρακτήρα των φυσικών φαινομένων καθώς διαλύει της απόλυτες ταξινομήσεις οι οποίες υπήρχαν μέχρι τότε (κίνηση-θερμότητα- ηλεκτρισμός κλπ) και προβάλει την σχετική ισχύ των αντιθέσεων στην φύση και το γεγονός πως μόνο η ανθρώπινη σκέψη έχει δώσει στις αντιθέσεις αυτές απόλυτο χαρακτήρα και έχει επιβάλει διαχωριστικές γραμμές που στην πραγματικότητα δεν υπάρχουν.

Κλείνοντας πρέπει να γίνει αναφορά στον τρόπο με τον οποίο ο Ένγκελς αντιμετωπίζει τις προγενέστερες αντιλήψεις σχετικά με την φιλοσοφία της φύσης. Θεωρεί εύκολο το να επιτεθείς σε κάποίον προγενέστερο και δύσκολο μα και χρήσιμο το να προσπαθήσεις να εκτιμήσεις την ιστορική αξία της κεκτημένης γνώσης και να κρατήσεις ότι σημαντικό έχει να σου δώσει προκείμένου να θεμελιώσεις μια νέα αντίληψη.

ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΕΚΔΟΣΗ (1894)

Εδώ ο Ένγκελς εξηγεί κάποιες ασήμαντες αλλαγές που πραγματοποίησε και εκφράζει την ικανοποίησή του για την διάδοση του βιβλίου.

ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Ι. ΓΕΝΙΚΑ : Σύντομη ιστορική αναδρομή στην εμφάνιση και την εξέλιξη του σοσιαλισμού, του διαλεκτικού και του ιστορικού υλισμού.

Ο σοσιαλισμός είναι μία θεωρία η οποία αναπτύχθηκε σαν συνέχεια των επαναστατικών θεωριών που προϋπήρχαν αυτού (Γαλλικός διαφωτισμός). Οι Γάλλοι διαφωτιστές αμφισβήτησαν τα «ιερά και όσια» της κοινωνίας τους και ο σκεπτόμενος νους έγινε το κριτήριο των πάντων. Ο κόσμος «αναποδογύρισε»: (1) γιατί ξαφνικά η Λογική ήθελε να είναι η βάση της ανθρώπινης δράσης και (2) γιατί η μέχρι τότε πραγματικότητα αναποδογυρίστηκε (Γαλλική Επανάσταση). Την θέση των προκαταλήψεων, της αδικίας, της καταπίεσης, πήραν οι αρχές της ελευθερίας, της ισότητας της δικαιοσύνης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Όμως το βασίλειο της Λογικής ξεσκεπάστηκε: δεν ήταν παρά το βασίλειο της αστικής τάξης: η δικαιοσύνη είναι αστική δικαιοσύνη, η ισότητα είναι αστική ισότητα, το βασικό ανθρώπινο δικαίωμα είναι η ιδιοκτησία, το κράτος της Λογικής είναι η αστική δημοκρατία. Ο Ένγκελς δεν κατηγορεί τους διαφωτιστές: θεωρεί ότι απλά δεν μπορούσαν να περάσουν τα όρια της εποχής τους.

Η γέννηση της αστικής τάξης είχε την «δίδυμη» αντίθεση της: την εργατική τάξη. (δεν υπάρχει καπιταλιστής χωρίς μισθωτό εργάτη). Η αστική τάξη όμως στην μάχη ενάντια στην αριστοκρατία αξίωνε να εκπροσωπεί όλη την ανθρωπότητα. Όμως δίπλα σε κάθε μεγάλο αστικό κίνημα υπήρχαν και ανεξάρτητες κινήσεις της εργατικής τάξης. (Τόμας Μίντσερ, Μπαμπεφ κλπ). Οι πρώτες θεωρίες υπάρχουν είδη από τον 16ο και 17ο αιώνα (Μορελί, Μαμπλί): αίτημα «να αρθούν οι ταξικές διαφορές και όχι απλά τα ταξικά προνόμια». Η νέα θεωρία εμφανίσθηκε κατ’ αρχήν σαν ασκητικός κομμουνισμός.

Έπειτα ακολούθησαν οι ουτοπικοί σοσιαλιστές: Σεν Σιμόν, Φουριέ, Όουεν. Κοινό χαρακτηριστικό τους: δεν παρουσιάζονται ως εκπρόσωποι της εργατικής τάξης, ήθελαν να απελευθερώσουν την ανθρωπότητα. Πίστευαν πως η απόλυτη Λογική και Δικαιοσύνη δεν είχαν επικρατήσει γιατί δεν είχαν αναγνωριστεί σωστά. Επέκριναν τον άδικο καπιταλισμό αλλά δεν μπορούσαν να τον εξηγήσουν. Επίσης πίστευαν στο «τυχαίο», δηλαδή πως είναι θέμα τύχης το πότε και ποιος θα είναι αυτός που θα αναγνωρίσει την αλήθεια. Επειδή το «απόλυτο» είναι υποκειμενικό και εξαρτάται από αυτόν που το εξετάζει, αυτό που έμεινε είναι ένας εκλεκτικός σοσιαλισμός (ο μέσος όρος των «απόλυτων αληθειών»). Όμως, λεει ο Ένγκελς: «Ο σοσιαλισμός για να γίνει επιστήμη πρέπει να τοποθετηθεί στο έδαφος της πραγματικότητας».

Στην φιλοσοφία, παράλληλα και μετά την γαλλική αναπτύσσεται και η νεότερη γερμανική φιλοσοφία, με βασικό εκφραστή τον Χέγκελ. Μεγάλη προσφορά του, το γεγονός ότι επέστρεψε στον διαλεκτικό στοχασμό με πολύ ξεκάθαρο τρόπο (κάτι που δεν μπόρεσαν τόσο καλά οι διαφωτιστές) για πρώτη φορά μετά τους αρχαίους Έλληνες φιλοσόφους.

Οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι θεώρησαν τον κόσμο με βάση τη σωστή διαπίστωση πως γύρω μας τα πάντα κινούνται, αλλάζουν, γίνονται και φθείρονται: «Τα πάντα ρει» (Ηράκλειτος). Η σωστή αυτή θεώρηση δεν αρκεί όμως γιατί δεν εξηγεί τις λεπτομέρειες από τις οποίες αποτελείται η συνολική εικόνα του κόσμου. Αυτό το κενό ήρθαν να καλύψουν οι φυσικές επιστήμες: εξετάζουν την λεπτομέρεια αποκομμένη από τα φυσικά και ιστορικά της πλαίσια, προκειμένου να διαπιστωθούν οι ιδιαίτερες εκείνες πλευρές της, ώστε να γίνει κατανοητή. Η ανάλυση αυτή της φύσης στις επιμέρους λεπτομέρειες της, η ταξινόμηση και ο διαχωρισμός των φυσικών αντικειμένων, υπήρξε προϋπόθεση της τεράστιας προόδου των φυσικών επιστημών. Όμως: «μας άφησε την συνήθεια να αντιλαμβανόμαστε τα δεδομένα και τις διαδικασίες της φύσης στην απομόνωσή τους έξω από την μεγάλη συνολική συνοχή τους. Επομένως όχι στην κίνησή τους αλλά στην ακινησία τους» (εξαιρετικά επίκαιρο για τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζεται στις μέρες μας η επιστήμη). Αυτός ο τρόπος σκέψης μεταφέρθηκε από τις φυσικές επιστήμες στην φιλοσοφία (Μπεϊκον, Λοκ) και αποτελεί ουσιαστικά τον μεταφυσικό τρόπο σκέψης: Ύλη και οι απεικονίσεις της στην σκέψη είναι πάγια, άκαμπτα, μια για πάντα δοσμένα, θεωρούνται ότι υπάρχουν απλά το ένα μετά το άλλο χωρίς να έχουν καμία σχέση μεταξύ τους. Υπάρχουν καθαρές ξαφνικές αντιθέσεις: ένα πράγμα υπάρχει ή δεν υπάρχει, το θετικό και το αρνητικό αλληλοαποκλείονται απόλυτα. Η αιτία και το αποτέλεσμα βρίσκονται σε άκαμπτη αντίθεση.

Όμως: πέρα από τα επιμέρους πράγματα υπάρχει και η συνάρτησή τους, πέρα από την ηρεμία υπάρχει και η κίνηση, πέρα από το είναι υπάρχει το γίγνεσθαι και η φθορά τους . Παράδειγμα: ο θάνατος και η ζωή δεν είναι δύο απόλυτα αντίθετες καταστάσεις. Ο θάνατος δεν είναι μοναδικό στιγμιαίο γεγονός αλλά μακρόχρονη διαδικασία. Κάθε στιγμή κύτταρα του οργανισμού νεκρώνουν και την θέση τους παίρνουν νέα… «Οι δύο πόλοι μιας αντίθεσης όσο αδιαχώριστοι και αν είναι τόσο αντίθετοι είναι, ο ένας διεισδύει στον άλλο παρ’ όλη την αντιθετικότητά τους». Επίσης η αιτία και το αποτέλεσμα έχουν ισχύ μόνο όταν εξετάζονται μεμονωμένα. Αν θεωρήσουμε συνολικά τον κόσμο, βλέπουμε ότι αυτό που τώρα είναι αποτέλεσμα, μπορεί να γίνει αιτία και αντίστροφα. Αυτός είναι ο διαλεκτικός τρόπος σκέψης: «Τα πράγματα αλλά και οι εννοιολογικές απεικονίσεις γίνονται αντιληπτά στην αλληλουχία τους, στην αλληλοπλοκή τους, στην κίνησή τους, στο γίγνεσθαι και στη φθορά τους». Οι τελευταίες ανακαλύψεις στις φυσικές επιστήμες επιβεβαιώνουν ότι οι διαδικασίες της φύσης είναι διαλεκτικές και όχι μεταφυσικές.

Ο Χέγκελ δεν έλυσε το πρόβλημα της εξέτασης της ανθρώπινης εξέλιξης με διαλεκτικό τρόπο. Έθεσε όμως το ερώτημα και αυτή είναι η μεγάλη προσφορά του. * Ο Χέγκελ ήταν ιδεαλιστής: Πίστευε ότι το πρωτεύον είναι η «Ιδέα», δηλαδή ότι ο υλικός κόσμος είναι η υλοποιημένη απεικόνιση της υπάρχουσας πριν από τον κόσμο «Ιδέας» και όχι ότι η σκέψη του εγκεφάλου είναι οι λιγότερο ή περισσότερο αφηρημένες απεικονίσεις του υλικού κόσμου. Έτσι όμως τα πάντα είναι ανάποδα… Το χεγκελιανό σύστημα πάσχει από μια τεράστια αντίφαση: Προϋποθέτει από την μία ότι η ανθρώπινη ιστορία είναι μια διαδικασία εξέλιξης η οποία από την φύση της δεν μπορεί να βρει την διανοητική ολοκλήρωση, δηλαδή την απόλυτη αλήθεια. Από την άλλη όμως ισχυρίζεται ότι αυτή η απόλυτη αλήθεια υπάρχει και βρίσκεται στο μυαλό του ανθρώπου από τα πριν…

Από τον ιδεαλισμό του Χέγκελ γεννιέται ο σύγχρονος υλισμός: Οι σκέψεις του ανθρώπινου εγκεφάλου είναι οι λιγότερο ή περισσότερο αφηρημένες απεικονίσεις του υλικού κόσμου. Η συνείδηση των ανθρώπων εξηγείται από το είναι τους και όχι αντίστροφα. Ο σύγχρονος υλισμός είναι διαλεκτικός υλισμός: εξετάζει τα πράγματα και την γνώση γύρω από αυτά στην αλληλουχία τους την αλληλοδιαπλοκή τους, την κίνησή τους. Από την στιγμή που η κάθε φυσική επιστήμη καταφέρει να εξετάσει το εαυτό της σε σχέση με το σύνολο των πραγμάτων και σε σχέση με την γνώση για το σύνολο των πραγμάτων, τότε η φιλοσοφία της φύσης θα είναι περιττή. Στην φιλοσοφία το μόνο που θα μένει είναι η διαδικασία του στοχασμού και των νόμων του (λογική, διαλεκτική).

Παράλληλα αναπτύσσεται και η εξέταση της ιστορίας με βάση τον διαλεκτικό υλισμό (ιστορικός υλισμός) : «Η όλη μέχρι τώρα ιστορία ήταν ιστορία ταξικών αγώνων». Η βάση της κάθε κοινωνίας είναι η οικονομική της δομή. Από την βάση προκύπτει και το εποικοδόμημα: θεσμοί, νόμοι, θρησκεία, φιλοσοφία, πολιτική, πολιτισμός κλπ. Οι ταξικοί αγώνες ανάμεσα στις διαφορετικές τάξεις είναι το προϊόν του τρόπου παραγωγής δηλαδή της οικονομικής δομής της κοινωνίας. Αυτή η ταξική πάλη είναι η κινητήρια δύναμη της ιστορικής εξέλιξης.

Τέλος στον Μαρξ εκτός από τον διαλεκτικό και ιστορικό υλισμό οφείλεται το ότι ξεσκεπάστηκε ο εκμεταλλευτικός χαρακτήρας του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Αυτό έγινε με την ανακάλυψη της υπεραξίας: ο εργάτης στην διάρκεια μιας εργάσιμης μέρας παράγει περισσότερο από αυτό που χρειάζεται για να συντηρηθεί ο ίδιος. Αν και ο καπιταλιστής πληρώνει για την πλήρη αξία, ιδιοποιείται περισσότερη αξία από αυτήν που έχει πληρώσει. Αυτή η υπεραξία αποτελεί την μάζα του κεφαλαίου που συνεχώς συσσωρεύεται προς όφελος των καπιταλιστών

Στις δύο μεγάλες αυτές ανακαλύψεις οφείλεται το γεγονός πως ο σοσιαλισμός από ουτοπία έγινε επιστήμη και σαν τέτοια θα πρέπει να αναλυθεί και να επεξεργαστεί παραπέρα…

ΙΙ. ΤΙ ΥΠΟΣΧΕΤΑΙ Ο ΚΥΡΙΟΣ ΝΤΙΡΙΝΓΚ : Σύντομη κριτική στις αντιλήψεις του κ. Ντίρινγκ για το «σύστημα ιδεών» του αλλά και για την υπόλοιπη φιλοσοφία.

Ο Ένγκελς ασκεί δριμύτατη κριτική στον αντί-διαλεκτικό τρόπο σκέψης του Ντίρινγκ. Παρατίθενται μία σειρά από κομμάτια του έργου του Ντίρινγκ. Ο Ντίρινγκ διεκδικεί τον τίτλο του κατόχου της απόλυτης αλήθειας ενώ ισχυρίζεται ότι η θεωρία του είναι «καθαρή» και «φτάνει μέχρι τις ρίζες». Περιφρονεί την μέχρι τώρα κεκτημένη γνώση και πετά στο καλάθι των αχρήστων όλους σχεδόν τους προγενέστερους φιλοσόφους και διανοούμενους: Από τον Χέγκελ μέχρι τον Φουριέ, τον Όουεν και τον Μαρξ, όλοι θεωρεί ότι είχαν μηδαμινή προσφορά στην εξέλιξη της ανθρώπινης σκέψης, ότι απείχαν πολύ από την «αλήθεια». Καταδικάζει έτσι αβίαστα και με την χρήση λέξεων ολόκληρα σημαντικά στάδια της ανθρώπινης εξέλιξης και σκέψης, ολόκληρες περιόδους της ιστορίας της ανθρωπότητας.

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ: ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ
(Η ΑΝΑΤΡΟΠΗ ΤΗΣ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΝΤΙΡΙΝΓΚ)


ΙΙΙ. ΤΑΞΙΝΟΜΗΣΗ - ΑΠΡΙΟΡΙΣΜΟΣ * : Κριτική στον τρόπο ταξινόμησης της πραγματικότητας από τον ανθρώπινο νου όπως παρουσιάζεται από τον Ντίρινγκ, καθώς και στην αντίληψη της απριόρι ύπαρξης της νόησης, ή μορφών της νόησης.

Ο Ντίρινγκ θεωρεί ότι η φιλοσοφία περιλαμβάνει τις αρχές της γνώσης και της νόησης και ότι από την στιγμή που ο άνθρωπος κατακτήσει αυτές τις αρχές, έχει κατακτήσει την «απόλυτη» γνώση τόσο του γνωστού, όσο και του «άγνωστου» σε εμάς κόσμου. Οι αρχές αυτές προέρχονται από την νόηση και όχι από τον υλικό κόσμο. Θεωρεί ότι αφού τα αντικείμενο της φιλοσοφίας εκτός από τον γενικό σχηματισμό του κόσμου περιλαμβάνει την φύση και τον άνθρωπο, θα πρέπει και ο υλικός κόσμος να ταξινομηθεί με βάση αυτές τις «ομάδες».

Ο Ένγκελς αντιτείνει πως ο Ντίρινγκ ακολουθεί ακριβώς τον ιδεαλιστικό τρόπο σκέψης του Χέγκελ: Πρωτεύον είναι οι αρχές οι οποίες υπάρχουν απριόρι και επιβάλλονται στην φύση. Ένγκελς: «(Οι αρχές)… δεν εφαρμόζονται στην φύση αλλά αφαιρούνται από αυτή. Δεν είναι η φύση και το βασίλειο των ανθρώπων που συμμορφώνονται μ’ αυτές τις αρχές, αλλά οι αρχές είναι σωστές μόνο στον βαθμό που συμφωνούν με την φύση και την ιστορία». Επίσης η νόηση και η συνείδηση δεν υπάρχουν απριόρι, δεν είναι εκ των προτέρων αντίθετα του Είναι, αλλά είναι προϊόντα του ανθρώπινου μυαλού και ο άνθρωπος προϊόν της φύσης που εξελίσσεται μέσα και μαζί με το περιβάλλον του, άρα και η νόηση και η συνείδηση εξελίσσονται αντίστοιχα με την παραπάνω αλληλουχία. Δεν μπορεί να υπάρξει νόηση ξεκομμένη από την πραγματική της βάση: τον άνθρωπο.

Αν θεωρήσουμε τον κόσμο μέσο της νόησης από τον πραγματικό κόσμο τότε η φιλοσοφία της φύσης δεν είναι απαραίτητη: η επιστήμη θα κληθεί να αποδείξει αυτήν την αλληλουχία τόσο στο μερικό όσο και στο όλο. Γίνεται όμως ποτέ η επιστήμη να καταφέρει την πιστή απεικόνιση του παγκόσμιου συστήματος; Γίνεται να φτάσουμε στο βασίλειο της ανθρώπινης γνώσης; Όχι, κάτι τέτοιο θα ήταν παράλογο… Οι άνθρωποι βρίσκονται μπροστά σε μία αντίφαση: Από τη μία προσπαθούν να γνωρίσουν εξαντλητικά τον κόσμο σε όλη την αλληλουχία του, από την άλλη δεν θα καταφέρουν ποτέ να λύσουν το πρόβλημα εξαιτίας της φύσης τους. Αυτή η αντίφαση είναι η κινητήριος δύναμη της διανοητικής προόδου.

Ο Ντίρινγκ πιστεύει ότι οι ίδιες απριόρι αρχές (αξιώματα) υπάρχουν και στα μαθηματικά, όπου ο νους οφείλει να ασχοληθεί «με τα δικά του ελεύθερα δημιουργήματα και φαντασίες». Τα αξιώματα αυτά «έχουν ισχύ ανεξάρτητα από την πραγματική εμπειρία και το πραγματικό περιεχόμενο του κόσμου»

Ο Ένγκελς τονίζει οι μαθηματικές έννοιες (αριθμός, σχήμα) είναι παρμένες από τον πραγματικό κόσμο και δεν υπήρχαν απριόρι. Ωστόσο μέσα από μία μακρόχρονη διαδικασία και μέσο της αφαιρετικής σκέψης (θεώρηση των αντικειμένων χωρίς τις υπόλοιπες ιδιότητές τους) ο άνθρωπος έφτασε στην μέτρηση. Μέσο των υλικών πραγμάτων και της σύγκρισής τους ο ανθρώπινος νους έφτιαξε το σχήμα. Στο τέλος μόνο έρχονται τα ανθρώπινα δημιουργήματα (φανταστικά μεγέθη), τα οποία αποτελούν ορθολογική συνάρτηση των προηγούμενων. «Σε μία συγκεκριμένη βαθμίδα της εξέλιξης διαχωρίζονται από τον πραγματικό κόσμο οι νόμοι, οι οποίοι αφαιρέθηκαν από τον πραγματικό κόσμο και αντιπαρατίθενται στον κόσμο αυτό σαν κάτι το αυτοτελές, σαν νόμοι που έρχονται απ’ έξω και στους οποίους ο κόσμος πρέπει να συμμορφωθεί.

ΙV . ΤΑ ΣΧΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ: Κριτική στον τρόπο θεώρησης του παγκόσμιου συστήματος μέσο της «ενιαίας σκέψης…

Ντίρινγκ: «Το Είναι που περικλείει τα πάντα είναι ένα και μοναδικό» Το Είναι, είναι ενιαίο γιατί: όταν «επεκτείνουμε την ενιαία σκέψη μας σαν πλαίσιο, τίποτα το οποίο πρέπει να μπει σ’ αυτήν την ενότητα σκέψης δεν μπορεί να διατηρήσει μέσα του μία διττότητα (δηλαδή να υπάρχει εκεί και κάπου αλλού). Τίποτα όμως δεν μπορεί να ξεφύγει και από αυτήν την ενότητα σκέψης»

Ένγκελς: Ξανά ο Ντίρινγκ θεωρεί την σκέψη σαν τον πρωτεύον. Αποδεικνύει την ενότητα του κόσμου από τη στιγμή που μπορεί να την φανταστεί… Η σκέψη γίνεται το σημείο εκκίνησης της έρευνας. Ο Ντίρινγκ κάνει ότι ακριβώς και ο Χέγκελ: από την ταυτότητα της νόησης του είναι (δηλαδή από το ότι η σκέψη μας για τον κόσμο είναι ενιαία) προσπαθεί να αποδείξει το ότι ο κόσμος είναι ενιαίος και στην πραγματικότητα. Όμως: η Νόηση: 1. Αναλύει τα αντικείμενα της συνείδησης στα στοιχεία τους και ενοποιεί ομογενή στοιχεία σε μία ενότητα. 2. Συνενώνει σε μία ενότητα μόνο εκείνα τα στοιχεία της συνείδησης στις πραγματικές αρχέγονες εικόνες των οποίων ήδη υπήρχε η ενότητα αυτή από πριν. (Αν περιλάβουμε μια βούρτσα παπουτσιών στα θηλαστικά, αυτή δεν θα αποκτήσει γαλακτικούς αδένες.) Άρα η ενότητα του Είναι πρέπει να αποδειχτεί, δεν εννοείται επειδή έτσι το σκεφτόμαστε. Η ενότητα του μπορεί να προσδιοριστεί μόνο από το ότι όλα τα αντικείμενα που το αποτελούν υπάρχουν(υλικότητα του Είναι), από πουθενά αλλού.

V. ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ: ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΧΩΡΟΣ: Κριτική στις αντιλήψεις του Ντίρινγκ για την εξάπλωση του κόσμου στον χώρο και τον χρόνο καθώς και στα συμπεράσματα για τον «σχηματισμό του κόσμου»

Ντίρινγκ: Στο Είναι αποδίδεται απεραντοσύνη: όπως ακριβώς συσσωρεύονται οι αριθμοί σε μία άπειρη αριθμητική σειρά, έτσι σε κάθε κατάσταση του είναι προστίθεται και άλλη και άλλη σε μία αιώνια διαδικασία (απεριόριστη παραγωγή καταστάσεων). Η απεραντοσύνη έχει μόνο μία κατεύθυνση (προς τα εμπρός) γιατί δεν μπορούμε να μετρήσουμε μια αριθμητική σειρά προς τα πίσω (θα πέφταμε στην «ανεπίτρεπτη» αντίφαση να αφήνουμε πίσω μας άπειρες καταστάσεις). Επίσης η ύλη μπορεί να μετρηθεί. Υπάρχει ένας καθορισμένος αριθμός των πιο μικρών αυτοτελών μερών της ύλης (μπορεί να μην είναι διευκρινίσιμος αλλά υπάρχει). Άρα όλες οι περιοδικές φυσικές διαδικασίες και όλος ο υλικός κόσμος είχε μία αρχή: μία κατάσταση όμοια με τον εαυτό του που μπορεί να προϋπήρχε αιώνια χωρίς αντίφαση (κατάσταση στην οποία δεν υπήρχε καμία αλλαγή). Ο χρόνος λοιπόν αρχίζει να μετράει μόνο όταν έχουμε αλλαγές που μπορούν να μετρηθούν εξαιτίας της διαφορετικότητάς τους.

Θέση: ο κόσμος αρχίζει κάπου στον χρόνο.

Απόδειξη: Αν θεωρήσουμε ότι ο κόσμος δεν έχει αρχή στον χρόνο, τότε πέφτουμε στην αντίφαση του αριθμημένου αναρίθμητου: δηλαδή το άπειρο μιας αριθμητικής σειράς συνίσταται στην αδυναμία ολοκλήρωσης της διαδοχικής σύνθεσης πεπερασμένων στοιχείων. Άρα ή αρχή του κόσμου αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την ύπαρξή του.

Θέση: ο κόσμος όσον αφορά τον χώρο είναι κλεισμένος σε όρια.

Απόδειξη: Όπως και πριν…Αν υποθέσουμε ότι ο χώρος είναι άπειρος, τότε ο κόσμος είναι ένα σύνολο ταυτόχρονα υπαρχόντων πραγμάτων χωρίς τέλος. Αυτό το ποσό για να το μετρήσουμε πρέπει να το φανταστούμε στη σύνθεση των μερών του και να προσπαθήσουμε να μετρήσουμε όπως σε μία αριθμητική σειρά. Όμως αφού ο χώρος είναι άπειρος και τα συνθετικά μέρη του κόσμου θα είναι άπειρα, άρα θα χρειαστεί να παρέλθει άπειρος χρόνος για την απαρίθμηση τους…Αδύνατον, πέφτουμε στην ίδια αντίφαση: Άρα ο κόσμος είναι κλεισμένος στα όρια του.

Οι παραπάνω θεωρίες είναι σύμφωνα με τον Ένγκελς το αποτέλεσμα της προσπάθειας απόδειξης των νόμων του πραγματικού κόσμου μέσο της πιστής εφαρμογής στον κόσμο του τρόπου λειτουργίας της ανθρώπινης νόησης. Στην συγκεκριμένη περίπτωση ο Ντίρινγκ «προσαρμόζει» τον κόσμο στην ιδεατή ανάγκη του μαθηματικού να σκέφτεται με αριθμητικές σειρές, να ξεκινάει από το πεπερασμένο για να φτάσει στο άπειρο. Όμως οι νόμοι του ανθρώπινου νου δεν είναι πάντα υποχρεωτικοί για τον πραγματικό κόσμο. Όμως η αιωνιότητα συνίσταται στο ότι δεν υπάρχει τέλος προς καμία πλευρά (ούτε μπροστά, ούτε πίσω) αντίθετα με την αριθμητική σειρά όπου πρέπει να υπάρξει μία αρχή.

Ο Ντίρινγκ προϋποθέτει εδώ αυτό που θέλει να αποδείξει: Προσπαθεί να αποδείξει ότι ο χρόνος έχει μία αρχή μέσο της ύπαρξης μιας αριθμητικής σειράς (όμως η αριθμητική σειρά είναι γνωστό ότι έχει μία αρχή). Επίσης ο νόμος του καθορισμένου αριθμού εμπεριέχει μία τεράστια αντίφαση: Η αρχή και το τέλος πάνε μαζί. Ένα άπειρο με αρχή χωρίς τέλος είναι το ίδιο άπειρο με ένα άπειρο με τέλος χωρίς αρχή. Ακόμα και την άπειρη σειρά 1+2+3+4+…. Αν προσπαθήσουμε να την μετρήσουμε από το τέλος θα αφήνουμε πίσω μας μία άπειρη σειρά. Άρα ο μόνος τρόπος να ισχύσει αυτή η θεωρία στην φύση είναι να παραδεχτούμε αυθαίρετα ότι ο χρόνος είχε μία αρχή… Ο Ντίρινγκ θεωρεί ότι κάθε αντίφαση είναι ένα ανεπίτρεπτο πρόβλημα το οποίο πρέπει να λύσουμε. Όμως το άπειρο είναι μία αντίφαση (αποτελείται από πεπερασμένα) γεμάτη με αντιφάσεις. Είναι μία άπειρη διαδικασία χωρίς τέλος στον χώρο και τον χρόνο.

Σχετικά με τις θεωρίες περί «αρχής του κόσμου»: Ο Ντίρινγκ θεωρεί ότι πριν υπήρχε μια αμετάβλητη κατάσταση άρα δεν υπήρχε και η έννοια του χρόνου. (Εδώ όμως δεν μας ενδιαφέρει η έννοια του χρόνου αλλά ο πραγματικός χρόνος. Το Είναι δεν μπορεί να υπάρξει έξω από πραγματικό χώρο και έξω από πραγματικό χρόνο.). Πως όμως οδηγηθήκαμε από την αμετάβλητη αυτή κατάσταση στην κίνηση και την αλλαγή; Η «πρώτη ώθηση» δεν είναι παρά η παραδοχή μια δύναμης πάνω και έξω από τη φύση. (Ο Ένγκελς δεν παραδέχεται τις θεωρίες της «πρώτης ώθησης». Υπάρχουν όμως και σύγχρονες θεωρίες που προσδιορίζουν την αρχή του κόσμου σε ένα συγκεκριμένο συμβάν π.χ. θεωρία του « Big Bang ». Πόσο διαψεύδουν τον Ένγκελς οι συγκεκριμένες θεωρίες;)

VI . ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ: ΚΟΣΜΟΓΟΝΙΑ, ΦΥΣΙΚΗ, ΧΗΜΕΙΑ: Κριτική στις αντιλήψεις του Ντίρινγκ για την αρχή του κόσμου, την ύλη και την κίνηση

Ο Ντίρινγκ αναφερόμενος στην θεωρία του Καντ για την ύπαρξη κάποιου αρχικού νεφελώματος λεει πως μία τέτοια παραδοχή θα ήταν λάθος ακριβώς επειδή δεν μπορούμε να προσδιορίσουμε το μηχανικό σύστημα αυτής της κατάστασης. Έτσι υπερασπίζεται για ακόμα μία φορά την ύπαρξη ενός στατικού κόσμου όμοιο με τον εαυτό του, στον οποίο δεν συνέβαιναν αλλαγές, δεν υπήρχε κίνηση και συνεπώς η ύλη και η μηχανική δύναμη ήταν ένα. Με τον διαχωρισμό της ύλης από την μηχανική δύναμη (μέσο μιας κάποιας πρώτης ώθησης) ξεκινάει η κίνηση της ύλης.

Ο Ένγκελς θεωρεί ότι με την Καντιανή θεωρία περί νεφελωμάτων, κλονίστηκε η αντίληψη ότι η φύση βρίσκεται σε συνεχή επαναλαμβανόμενη κίνηση και εισήχθηκε η έννοια της εξέλιξης της φύσης μέσα στον χρόνο. Το αρχικό νεφέλωμα του Καντ, εννοείται σχετικά, δηλαδή σαν την πιο πρώιμη μορφή της ύλης για την οποία μπορούμε να έχουμε γνώση. Με αυτήν την έννοια ο Καντ προϋποθέτει ότι μέχρι τον σχηματισμό των νεφελωμάτων, η ύλη είχε περάσει από μία άπειρη σειρά άλλων μορφών. Δηλαδή η ιστορία της φύσης δεν σταματά απαραίτητα στα όρια της ανθρώπινης γνώσης. Ο Ντίρινγκ με την θεωρία του για την ύπαρξη ενός στατικού κόσμου όμοιο με τον εαυτό του, στον οποίο δεν συνέβαιναν αλλαγές, δεν υπήρχε κίνηση και συνεπώς η ύλη και η μηχανική δύναμη ήταν ένα, ουσιαστικά καθιστά αδύνατη την κατανόηση της συνάρτησης ανάμεσα στην ύλη και την κίνηση: «Η κίνηση είναι ο τρόπος ύπαρξης της ύλης. Ποτέ και πουθενά δεν υπήρξε ύλη χωρίς κίνηση ούτε μπορεί να υπάρχει…Η κάθε ηρεμία, η κάθε ισορροπία, είναι σχετική, έχει μόνο νόημα σε σχέση με τη μία ή την άλλη μορφή κίνησης… Ύλη χωρίς κίνηση είναι το ίδιο αδιανόητο όπως κίνηση χωρίς ύλη. Γι’ αυτό, η κίνηση είναι εξίσου δυνατό να δημιουργηθεί και να καταστραφεί, όπως η ίδια η ύλη.»

Ο Ντιρινγκ προσπαθεί να φανταστεί μία σχετική μηχανική ισορροπία ενός σώματος πάνω στην γη για να την γενικεύσει σε όλη την φύση και να καταλήξει στον στατικό κόσμο. Όμως η μηχανική ισορροπία είναι κάτι το σχετικό, το οποίο δεν μπορεί να εφαρμοστεί σαν απόλυτο για όλο τον κόσμο. Ο Ντίρινγκ πέφτει στην αντίφαση της προσπάθειας παραγωγής κίνησης από την ακινησία (αντίφαση που μπορεί να λυθεί μόνο από μία δύναμη έξω και πάνω από τη φύση)

Για την διαλεκτική αντίληψη η όλη αντίθεση ηρεμίας-κίνησης είναι σχετική. Δεν υπάρχει απόλυτη ηρεμία, δεν υπάρχει ισορροπία άνευ όρων. Η επιμέρους κίνηση επιδιώκει την ισορροπία, η ολική κίνηση αναιρεί πάλι την ισορροπία .


VII . ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ: Ο ΟΡΓΑΝΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ: Κριτική στις θεωρίες του Ντίρινγκ για την εξέλιξη των οργανισμών μέσα στον χρόνο


Ο Ντίρινγκ αναφέρεται στην γέννηση της ζωής και στη σύνδεση των διαφορετικών μορφών ύπαρξης της ζωής: θεωρεί (σε αντιστοιχία με τον Χέγκελ) ότι υπάρχουν διαμεσολαβητικές φάσεις που οδηγούν στο πέρασμα από την μία μορφή κίνησης στην άλλη. (Ο Χέγκελ πίστευε ακόμα ότι παρά των βαθμιαίο χαρακτήρα των διαμεσολαβητικών φάσεων υπάρχουν κάποια κομβικά αποφασιστικά σημεία στα οποία γίνεται το πέρασμα από την μία μορφή κίνησης στην άλλη). Επίσης αποδέχεται την έννοια του στόχου όσον αφορά τις φυσικές διαδικασίες πιστεύοντας ότι το μέσο σχετίζεται δεν σχετίζεται με αυτόν τον στόχο με κάποια συνειδητή πρόθεση. Αποδίδει δηλαδή στην φύση συνειδητή δράση. Τέλος απορρίπτει την θεωρία του Δαρβίνου, όχι όμως εξετάζοντας την ουσία της, αλλά γιατί ο Δαρβίνος –λανθασμένα- πρόβαλε την θεωρία του Μάλθους για τον πληθυσμό και την οικονομία, για να επαληθεύσει τη δική του θεωρία.

Η θεωρία του Δαρβίνου πρέπει να εξεταστεί στην ουσία της: τα είδη των φυτών και των ζώων δεν είναι σταθερά αλλά μεταβαλλόμενα. Υπάρχουν κοινοί πρόγονοι οργανισμών με διαφορετικά χαρακτηριστικά. Οι αιτίες που προκαλούν τις οργανικές αλλαγές βρίσκονται στην φύση (συγκεκριμένα στην δυσαναλογία ανάμεσα στον τεράστιο αριθμό των δημιουργημένων από τη φύση σπερμάτων και τον μικρό αριθμό των οργανισμό που φτάνουν στην ωρίμανση. Άρα υπάρχει ένα αγώνας για επιβίωση. Επιβιώνουν τα άτομα με τις πλεονεκτικές ατομικές ιδιομορφίες. Αυτές κληρονομούνται και συσσωρεύονται σε μία δοσμένη κατεύθυνση. Άρα οι οργανισμοί εξελίσσονται με βάση την φυσική επιλογή, μέσο της επιβίωσης των πιο κατάλληλών. Ο Δαρβίνος δεν ενδιαφέρεται τόσο για τις αιτίες των μεταβολών όσο για την ορθολογική εμπέδωση των αποτελεσμάτων τους έτσι ώστε να καταλήξουμε σε ασφαλή και διαχρονικά συμπεράσματα για τον τρόπο εξέλιξης των οργανισμών (δεν πρόκειται για λάθος όπως λεει ο Ντίρινγκ αλλά για τους περιορισμούς που έθετε τόσο η εποχή του όσο και οι γνώσεις του). Ο Χέκελ διεύρυνε την θεωρία της φυσικής επιλογής : η μεταβολή είναι το αποτέλεσμα της επενέργειας της αναπροσαρμογής και της κληρονομικότητας. Η εναλλασσόμενη αυτή επενέργεια οδηγεί στην μεταβολή των οργανισμών.


ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ: Ο ΟΡΓΑΝΙΚΟΣ ΚΟΣΜΟΣ (τέλος ):


Ο Ντιρινγκ ασκεί κριτική σε όσους χρησιμοποιούν τον όρο εξέλιξη για να περιγράψουμε τις διαδικασίες της φύσης καθώς δεν γνωρίζουμε τους εσωτερικούς νόμους που διέπουν την διαδικασία της εξέλιξης. Αντιπροτείνει την χρήση του όρου «σύνθεση».

Ο Ένγκελς περιγράφοντας την διαδικασία ανάπτυξης και αναπαραγωγής των οργανισμών μέσο της κυτταρικής διαίρεσης καταλήγει πως η διαδικασία αυτή είναι εξέλιξη και όχι σύνθεση. Έπειτα ασκεί κριτική στον Ντιρινγκ για την διατύπωση ακόμα μερικών «αιώνιων αληθειών» οι οποίες έχουν ανατραπεί από την ίδια την επιστήμη: Για παράδειγμα ενώ ο Ντιρινγκ ισχυρίζεται πως ο μεταβολισμός είναι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό γνώρισμα της ζωής, ο Ένγκελς τονίζει, ότι αν και είναι απαραίτητο στοιχείο της ζωής, ο μεταβολισμός μπορεί να υπάρξει και χωρίς την ύπαρξη ζωής (φέρνει σχετικά παραδείγματα διεργασιών μεταβολισμού σε χημικά εργαστήρια)

Ο Ένγκελς προσπαθεί επίσης να ορίσει το τι είναι ζωή, αν και ο ίδιος αναγνωρίζει την ανεπάρκεια του ορισμού που δίνει καθώς πρέπει να περιοριστεί στα γενικά και στα απλά: «Η ζωή είναι ο τρόπος ύπαρξης των λευκωματούχων σωμάτων και ο τρόπος ύπαρξης συνίσταται ουσιαστικά στην αδιάκοπη αυτοανανέωση των χημικών συστατικών μερών αυτών των σωμάτων» Σαν λευκωματούχα σώματα εννοούνται: «όλα τα σώματα, τα οποία είναι συντεθειμένα ανάλογα με το σύνηθες λεύκωμα που ονομάζεται και πρωτεϊνικές ουσίες», «…από τι στιγμή που σταματάει αυτή η αδιάκοπη μετατροπή των συστατικών μερών στα λευκωματούχα σώματα- αυτή η συνεχής εναλλαγή διατροφής και έκκρισης- από εκείνη τη στιγμή το λευκωματούχο σώμα σταματάει, αποσυντίθεται, δηλαδή πεθαίνει. Η ζωή του λευκωματούχου σώματος συνίσταται στο ότι ανά πάσα στιγμή είναι το ίδιο και ταυτόχρονα ένα άλλο». Ωστόσο τονίζει πως: «Για να γνωρίσουμε πράγματι εξαντλητικά τι είναι η ζωή, θα έπρεπε να περάσουμε από όλες τις μορφές εμφάνισης της, από τις κατώτερες μέχρι τις ανώτερες.»

ΙΧ. ΗΘΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟ. ΑΙΩΝΙΕΣ ΑΛΗΘΕΙΕΣ: Κριτική στις αντιλήψεις του Ντίρινγκ για την ύπαρξη αιώνιων και απόλυτων αληθειών και ηθικών αρχών.

Ο Ντίρινγκ θεωρεί ότι ο ηθικός κόσμος αποτελείται από πάγιες αρχές και απλά στοιχεία τα οποία στέκονται πάνω από την ιστορία και πάνω από τις εθνικές διαφορές. Επίσης πιστεύει ότι υπάρχουν «γνήσιες» και «απόλυτες» αλήθειες οι οποίες δεν μεταβάλλονται. Η ορθότητα της γνώσης δεν είναι κάτι που μπορεί να προσβληθεί από τον χρόνο. Η διαρκής αμφιβολία είναι αρρωστημένη κατάσταση αδυναμίας.

Ο Ένγκελς εξετάζει αναλυτικά το ζήτημα της ανθρώπινης νόησης και το κατά πόσον η ανθρώπινη γνώση μπορεί να είναι κυριαρχική (δηλαδή κατά πόσον μπορεί να είναι απόλυτες αλήθειες για τον κόσμο). Εξετάζει κατ’ αρχήν την ύπαρξη της νόησης: Σαν ανθρώπινη νόηση δεν εννοούμε την νόηση ενός ανθρώπου, αλλά την επιμέρους νόηση δισεκατομμυρίων ανθρώπων στο παρελθόν, στο παρόν και στο μέλλον. Αν παραδεχτούμε ότι η έως τώρα γνώση είναι κυριαρχική, καταδικάζουμε την προσπάθεια διανοητικής προόδου των μελλοντικών γενεών καθώς η μέχρι τώρα διανοητική πρόοδος συνδέεται με αυτήν ακριβώς την αμφιβολία της απόλυτης γνώσης, αμφιβολία την οποία ο Ντίρινγκ θεωρεί αρρωστημένη. Όσον αφορά την κάθε ξεχωριστή ανθρώπινη νόηση, «οι γνώσεις της συμπεριλαμβάνουν πολύ περισσότερα στοιχεία που σηκώνουν βελτίωση από αυτά που δεν σηκώνουν βελτίωση». Ο Ντίρινγκ πιστεύει ωστόσο ότι η κυριαρχική αυτή γνώση μπορεί να υπάρξει σε μια σειρά (λίγων) ανθρώπων. Εδώ υπάρχει μία αντίφαση: Από την μία ο χαρακτήρας της ανθρώπινης νόησης εμφανίζεται σαν απόλυτος, από την άλλή προσγειώνεται «ανώμαλα» στην πραγματικότητα του που είναι οι άνθρωποι με την αναγκαστικά περιορισμένη σκέψη τους. Αυτή η αντίφαση λύνεται μόνο στην πρόοδο δίχως τέλος... Άρα η ανθρώπινη νόηση μπορεί να είναι κυριαρχική και απεριόριστη (ανάλογα με το επάγγελμα, την δυνατότητα, τον ιστορικό στόχο) αλλά ταυτόχρονα και μη κυριαρχική και περιορισμένη (ανάλογα με την επιμέρους εκδοχή και την ιστορική πραγματικότητα)

Σχετικά με την ύπαρξη ή μη αιώνιων αληθειών, ο Ένγκελς θεωρεί ότι υπάρχουν, αλλά είναι μόνο οι προφανείς απλές διαδικασίες (όλοι οι άνθρωποι θα πεθάνουν κάποτε, 2 ´ 2=4, το Παρίσι είναι στη Γαλλία). Το να βαφτίζουμε αυτές τις διαδικασίες αιώνιες αλήθειες και να τις γενικεύουμε στην φύση δεν αποδεικνύει την ύπαρξη αιώνιων αληθειών στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ο Ένγκελς χωρίζει την γνώση σε τρία μεγάλα τμήματα:

1. Επιστήμες που ασχολούνται με τους αβιοτικούς οργανισμούς: Μαθηματικά, φυσική, αστρονομία, μηχανική, χημεία. Ορισμένα αποτελέσματα αυτών των επιστημών είναι αιώνιες αλήθειες * . Ωστόσο με την εξέλιξη αυτών των επιστημών, την εισαγωγή μεταβλητών και το πέρασμα από το πεπερασμένο στο άπειρο, οι οριστικές αλήθειες έγιναν όλο και ποιο σπάνιες.

2. Επιστήμες που μελετούν τους έμβιους οργανισμούς: Εδώ το κάθε λυμένο ζήτημα προκαλεί νέα περισσότερα ζητήματα. Μία ανακάλυψη μπορεί να προκαλέσει ριζική αναθεώρηση της κεκτημένης έως τα τότε «απόλυτης» γνώσης. Η ανάγκη μιας συστηματικής αντίληψης των αλληλουχιών επιβάλλει να πλαισιωθούν οι οριστικές έσχατες αλήθειες με πληθώρα υποθέσεων. Δεν μπορούμε καν να θεωρήσουμε «απόλυτη» γνώση το ότι ο άνθρωπος χωνεύει με το στομάχι και τα έντερα και όχι με το κεφάλι: Η δραστηριότητα των νεύρων που είναι συγκεντρωμένα στο κεφάλι είναι άκρως απαραίτητα για την πέψη!

3. Ιστορικές επιστήμες: Εδώ η γνώση είναι στην ουσία της σχετική γιατί περιορίζεται στην αντίληψη της συνάρτησης και τις συνέπειες ορισμένων κοινωνικών μορφών για συγκεκριμένη περίοδο σε συγκεκριμένους λαούς. Οι κοινωνικές αυτές μορφές είναι περαστικές και επαναλήψεις συναντάμε σπανίως. Άρα δεν μπορούν να υπάρξουν έσχατες αλήθειες; ( αυτό μήπως είναι όμως αντιφατικό σε σχέση με την θέση που διατύπωσε ο Μαρξ, σύμφωνα με την οποία η ιστορία της ανθρωπότητας είναι η ιστορία των ταξικών αγώνων;

Κι όμως στην τρίτη κατηγορία επιστημών έχουμε τις περισσότερες διατυπωμένες «απόλυτες» αλήθειες. Έτσι ο Ντίρινγκ ισχυρίζεται ότι πάνω από την ιστορία στέκει μια αιώνια ηθική και μία αιώνια δικαιοσύνη, το καλό και το κακό. Όμως οι αντιλήψεις σχετικά με το καλό και το κακό έχουν αλλάξει τόσο μέσα στην ιστορία που συχνά έρχονται σε αντίθεση μεταξύ τους. Υπάρχουν πολλές ομάδες ηθικών θεωριών (τρεις μεγάλες): χριστιανική-φεουδαρχική, αστική, προλεταριακή. Ποια είναι η σωστή; Οι ηθικές απόψεις αντλούνται συνειδητά ή ασυνείδητα από τις πραγματικές - οικονομικές σχέσεις μίας κοινωνίας. Η χριστιανική ηθική εντολή «ου κλέψεις» είναι εντελώς απαραίτητη σε μία καπιταλιστική κοινωνία όπου η ιδιοκτησία έχει αναχθεί σε κυρίαρχο ανθρώπινο δικαίωμα, θα είναι εντελώς άχρηστη όμως σε μία κοινωνία όπου δεν υπάρχει ατομική ιδιοκτησία και άρα δεν υπάρχει και το κίνητρο για κλοπή. Άρα πρέπει να απορριφθεί οποιαδήποτε αξίωση ηθικού δόγματος να ανακηρυχθεί σε «αιώνιο». Η κάθε μέχρι τώρα ηθική θεωρία είναι το προϊόν της εκάστοτε οικονομικής κατάστασης στην κοινωνία. Η ηθική ήταν πάντα ταξική είτε ήταν απολογητική για την κυρίαρχη τάξη, είτε αμφισβητούσε την τάξη αυτή. Μια πραγματική ανθρώπινη ηθική θα έχει συντελεστεί μόνο όταν ξεπεραστούν οι ταξικές αντιθέσεις. ( τότε όμως δεν θα είχαμε την επικράτηση ενός ηθικού δόγματος, μίας απόλυτης αλήθειας;)

Τέλος ο Ένγκελς σε αυτό το κεφάλαιο αναφέρεται στα βασικά στοιχεία της διαλεκτικής, σύμφωνα με τα οποία οι πόλοι μιας αντίθεσης, στην περίπτωση αυτή η πλάνη και η αλήθεια, έχουν απόλυτη ισχύ μόνο σε έναν πολύ περιορισμένο τομέα και έξω από αυτόν τον τομέα η αντίθεση αυτή γίνεται σχετική


Χ. ΗΘΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟ. ΙΣΟΤΗΤΑ: Κριτική στην αντίληψη του Ντίρινγκ περί ισότητας.


Ο Ντίρινγκ ακολουθεί ξανά την μέθοδο της διαίρεσης της κοινωνίας σε πιο απλά στοιχεία και την εξαγωγή συμπερασμάτων από αυτά. Έτσι λειτουργώντας αφαιρετικά θεωρεί την απόλυτη ισότητα σαν την σχέση μεταξύ δύο ανδρών των οποίων οι ανθρώπινες θελήσεις είναι απόλυτα ίσες (δηλαδή κανείς δεν θέλει με κανέναν τρόπο να επιβληθεί στον άλλο. Αδικία υπάρχει μόλις η μία θέληση επιβάλει με την βία την απαίτηση της στην άλλη.

Αρχικά ο Ένγκελς ασκεί δριμύτατη κριτική στον απριορισμό που διέπει όλη την θεωρία του Ντίρινγκ αλλά και τις θεωρίες άλλων φιλοσόφων: «Πρώτα βγάζουν από το αντικείμενο την έννοια του αντικειμένου, έπειτα γυρίζουν το σουβλί και μετρούν το αντικείμενο με βάση την απεικόνιση, την έννοια. Τώρα δεν πρέπει η έννοια να συμφωνεί με το αντικείμενο αλλά το αντικείμενο με την έννοια». Με αυτήν την έννοια δύο απόλυτα ίσοι άνθρωποι, που δεν έχουν καμία εθνική, ταξική, οικονομική, φυλετική ή προσωπική ιδιομορφία, είναι ένα ελεύθερο δημιούργημα της φαντασίας, είναι δύο «φαντάσματα» από τα οποία δεν μπορούμε να εξάγουμε συμπεράσματα για την πραγματικότητα.

Ωστόσο το γενικευμένο παράδειγμα των δύο ανθρώπων δεν είναι δημιούργημα του Ντίρινγκ αλλά του Ρουσό. Ο Ρουσό όμως το χρησιμοποίησε για να αποδείξει το αντίθετο: Αν και τυπικά η θέλησή τους μπορεί να είναι απόλυτα ίση, οι υπαρκτές υλικές διαφορές τους θα επέβαλαν στο τέλος την ανισότητα, έστω και με την μορφή της εθελοντικής δουλείας (παράδειγμα ναυαγών και κατάργησης της δουλείας στην Πρωσία). Εξετάζοντας την σύγχρονη διεκδίκηση για ισότητα όπως την προβάλουν οι Γάλλοι διαφωτιστές ο Ένγκελς λεει: Στο διαφωτισμό περνάμε από το σχετικό στο ειδικό. Δηλαδή από το γενικό «όλοι οι άνθρωποι πρέπει να είναι ίσοι» περνάμε στην διεκδίκηση της ισότητας όλων απέναντι στο κράτος και στην κοινωνία. Έτσι η αστική τάξη έγινε ο φορέας της σύγχρονης απαίτησης για ισότητα και το συγκεκριμένο πια αίτημα ήταν από τα βασικά της Γαλλικής επανάστασης. Αυτό συνέβη γιατί οι διαμορφωμένοι κατά την φεουδαρχία πολιτικοί θεσμοί έμειναν στατικοί, παρά το ότι με την εξάπλωση του εμπορίου συντελέστηκαν τεράστιες αλλαγές στους τρόπους παραγωγής (στην οικονομική βάση της κοινωνίας). Οι τρόποι παραγωγής ήταν σε αντίθεση με τις σχέσεις παραγωγής: Το ελεύθερο εμπόριο ήθελε ελεύθερους, ανεμπόδιστους στις κινήσεις τους και ίδιους τους ιδιοκτήτες των εμπορευμάτων. Τα προϊόντα έπρεπε να ανταλλάσσονται στην βάση ενός ίσου δικαίου. Όλοι οι ελεύθεροι (να χρησιμοποιήσουν ή όχι την εργατική τους δύναμη) εργάτες είναι ισότιμοι απέναντι στον εργοδότη. Η αξία όλων των ανθρώπινων εργασιών είναι ίση σύμφωνα με των νόμο της αξίας * . Τα ταξικά προνόμια έπρεπε να καταργηθούν. Οι νέες αυτές αντιλήψεις περί ισότητας ήρθαν σε αντίθεση με τους μέχρι τότε θεσμούς οι οποίοι δεν αναγνώριζαν ίσες ευκαιρίες στους αστούς ανταγωνιστές και αναγνώριζε μεγάλα προνόμια για τους φεουδάρχες.

Όμως με την εμφάνιση του αστικού κράτους εμφανίζονται και οι προλεταριακές απαιτήσεις για ισότητα: Το αστικό αίτημα για κατάργηση των προνομίων γίνεται προλεταριακό αίτημα για κατάργηση των τάξεων. Συμπέρασμα: η ιδέα της ισότητας είναι ιστορικό προϊόν και αποτέλεσμα των ταξικών αγώνων.

ΧΙ. ΗΘΙΚΗ ΚΑΙ ΔΙΚΑΙΟ. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΚΑΙ ΑΝΑΓΚΑΙΟΤΗΤΑ: Κριτική στην αντίληψη του Ντίρινγκ περί ελευθερίας.

Ο Ντίρινγκ θεωρεί ότι η ελευθερία πρέπει να γίνεται αντιληπτή σαν ο μέσος όρος από την μία της ορθολογικής κατανόησης και από την άλλη του ενστικτώδους καθορισμού. Δηλαδή πρέπει να βρεθεί ο μέσος όρος ανάμεσα στην ορθολογική κατανόηση και τις ανορθολογικές ορμές. Αυτός ο μέσος όρος οδηγεί στην ελευθερία. Επίσης παρακάτω ορίζει την ελευθερία σαν «την ικανότητα να δεχτεί κανείς συνειδητά κίνητρα ανάλογα με την φυσική και την επίκτητη γνώση». Δηλαδή σε αντιστοιχία με τον Χέγκελ θεωρεί ότι η ελευθερία είναι η κατανόηση της αναγκαιότητας.

Ο Ένγκελς από την άλλη θεωρεί ότι «η ελευθερία δεν βρίσκεται στην ονειρεμένη ανεξαρτησία από τους νόμους της φύσης αλλά στην γνώση αυτών των νόμων καθώς και στη δυνατότητα που παρέχεται με αυτόν τον τρόπο να την κάνουμε να λειτουργεί σχεδιασμένα προς όφελος ορισμένων στόχων». Άρα η ελευθερία της θέλησης είναι η ικανότητα να μπορούμε να αποφασίζουμε με γνώση των πραγμάτων. «Όσο πιο ελεύθερη είναι η κρίση ενός ανθρώπου σε σχέση με κάποιο συγκεκριμένο ζήτημα, με τόσο μεγαλύτερη αναγκαιότητα θα έχει καθοριστεί το περιεχόμενο αυτής της κρίσης». Η αγνωσία, η οποία οδηγεί στην αυθαίρετη επιλογή είναι ανελευθερία και όχι ελευθερία. ( εξαιρετικά επίκαιρο καθώς ο Ένγκελς δεν περιορίζει την ελευθερία στο δικαίωμα της ελεύθερης επιλογής, αντίληψη κυρίαρχη και στις μέρες μας, αλλά στην ικανότητα της γνώσης του αντικειμένου και της συνειδητής επιλογής με βάση αυτήν την γνώση. Στην κυριαρχία όπως λεει πάνω στον εαυτό μας και την εξωτερική φύση).

Συμπέρασμα: η ελευθερία είναι και αυτή προϊόν της ιστορικής εξέλιξης. Κάθε πρόοδος στον πολιτισμό ήταν ένα βήμα προς την ελευθερία ( μπορούμε να το ισχυριστούμε αυτό σήμερα, όταν η πρόοδος αυτή μπορεί να οδηγήσει ακόμα και στην ολική καταστροφή της ανθρωπότητας;)

Τέλος σε αυτό το κεφάλαιο ο Ντίρινγκ ασκεί κριτική σε όσους περιφρονούν την ιστορία και την θεωρούν γεμάτη από πλάνες, άγνοιας και βαναυσότητες. Θεωρεί ότι μέσα στην ιστορία ο άνθρωπος κατάφερε να διαμορφώσει της βάσεις της παραπέρα εξέλιξης και ορισμένα στάδια της ιστορίας έχουν τεράστια απελευθερωτική σημασία και καθώς ο άνθρωπος ποτέ δεν θα χρειαστεί να επιστρέψει πίσω σε αυτά. (πχ η ανακάλυψη της φωτιάς)

ΧΙΙ. ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ. ΠΟΣΟΤΗΤΑ ΚΑΙ ΠΟΙΟΤΗΤΑ

Ο Ντίρινγκ θεωρεί ότι η βασική ιδιότητα του Είναι, είναι ο αποκλεισμός κάθε αντίφασης. Θεωρεί την αντίφαση παραλογισμό ο οποίος δεν μπορεί να υπάρξει στην πραγματικότητα. Θεωρεί ότι το μόνο που υπάρχει είναι ανταγωνισμός δυνάμεων, ο οποίος όμως σε τίποτα δεν έχει να κάνει με τις θεωρίες περί αντιφάσεων.

Ο Ένγκελς ασκεί κριτική στο Ντίρινγκ γιατί εξετάζει το Είναι με τρόπο στατικό, άρα μεταφυσικό. Όταν εξετάζουμε τα πράγματα το ένα δίπλα στο άλλο σε απόλυτη ηρεμία, δεν βλέπουμε καμία αντίφαση. Αν όμως θεωρήσουμε τα πράγματα στην κίνησή τους (και αυτός είναι ο μόνος τρόπος ύπαρξης της ύλης) τότε μόνο καταλήγουμε σε αντιφάσεις. Η ίδια η κίνηση είναι από μόνη της μία αντίφαση: μπορεί να συντελεστεί μόνο εφόσον το σώμα βρίσκεται την ίδια χρονική στιγμή σε έναν και ταυτόχρονα σε έναν άλλο τόπο, στον ίδιο τόπο και όχι σε αυτόν τον τόπο. Η κίνηση είναι η συνεχής δημιουργία και η ταυτόχρονη λύση αυτής της αντίφασης. Αυτές οι αντιφάσεις ισχύουν σε όλες τις μορφές κίνησης της ύλης και στους ανώτερους οργανισμούς και την εξέλιξη τους. Η ζωή είναι μία αντίφαση: ένα ον είναι ανά πάσα στιγμή το ίδιο αλλά και ένα άλλο. Μόλις σταματήσει η ζωή επέρχεται ο θάνατος. Οι ίδιες αντιφάσεις υπάρχουν (σε αντιστοιχία με τη φύση) και στην ανθρώπινη νόηση. Παρ’ όλα αυτά με αυτές τις αντιφάσεις καταλήγει κανείς σε αποτελέσματα που είναι ορθά.

Ο Ντίρινγκ αμφισβητεί επίσης την θεωρία της μετατροπής της ποιότητας σε ποσότητα και το αντίστροφο. Ασκεί γι’ αυτό το λόγο κριτική στον Μαρξ, ο οποίος στο «Κεφάλαιο» αναφέρει πως «ένα ποσό με μία συγκεκριμένη αξία μπορεί να μεταβληθεί σε κεφάλαιο μόνο όταν έχει φτάσει σε κάποιο συγκεκριμένο ελάχιστο μέγεθος, το οποίο διαφέρει ανάλογα με τις συνθήκες…έτσι αποδεικνύεται η ορθότητα του χεγκελιανού νόμου». Ο Ντιρινγκ αντιστρέφει αυτή την σχέση και κατηγορεί τον Μαρξ ότι χρησιμοποιεί απριόρι τον νόμο του Χέγκελ για να αποδείξει την οικονομική του θεωρία.

Ο Ένγκελς αντιτείνει πως αυτό που έκανε ο Μαρξ ήταν μέσα από την πραγματικότητα της οικονομίας να επιβεβαιώσει τον νόμο του Χέγκελ για μετατροπή της ποσότητας σε ποιότητα και το αντίστροφο σε μία συγκεκριμένη βαθμίδα εξέλιξης. Για παράδειγμα η ποσοτική αλλαγή της θερμοκρασίας προκαλεί ποιοτικά αλλαγμένη κατάσταση του νερού (αλλαγή κατάστασης).Επίσης στην χημεία από μία ομόλογη σειρά ενώσεων του άνθρακα (πχ τις παραφίνες, CnH 2 n +2 ) προκύπτει μία ολόκληρη σειρά ποιοτικά διαφορετικών σωμάτων που σχηματίζονται από την ποσοτική προσθήκη των στοιχείων στην ίδια αναλογία. Σχεδόν παντού στη χημεία η «ποσότητα μετατρέπεται σε ποιότητα»


ΧΙΙΙ. ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΗ. ΑΡΝΗΣΗ ΤΗΣ ΑΡΝΗΣΗΣ


Ο Ντίρινγκ ασκεί κριτική στον Μαρξ γιατί όπως λεει μέσα από την εφαρμογή της θεωρίας της «άρνησης της άρνησης» στην οικονομική του θεωρία καταλήγει σε ένα «ανώτερο» οικονομικά στάδιο όπου συνυπάρχουν η ατομική και η κοινωνική ιδιοκτησία πράγμα που είναι αδύνατον. Ο Ντίρινγκ αρνείται πλήρως την θεωρία της «άρνησης της άρνησης» τονίζοντας ότι η εφαρμογή της Χεγκελιανής διαλεκτικής στην επιστήμη οδηγεί σε τεράστιες ανοησίες.

Ακόμα μία φορά ο Ένγκελς υπερασπίζεται την Μαρξιστική θεωρία τονίζοντας ότι ο τρόπος εργασίας του Μαρξ είναι ο ακριβώς αντίθετος από αυτόν που παρουσιάζει ο Ντίρινγκ. Στον Μαρξ η αφετηρία είναι ο πραγματικός κόσμος και όχι η εφαρμογή κάποιας «Ιδέας» στον κόσμο. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ο Μαρξ κατέληξε στην θεωρία της άρνησης της άρνησης μέσο της εξέτασης του ιστορικού περάσματος από τον ένα τρόπο παραγωγής στον άλλο: Αρχικά η ατομική ιδιοκτησία είναι βασισμένη στην εργασία του εργάτη στα δικά του (ιδιόκτητα) μέσα παραγωγής. Ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής είναι η πρώτη άρνηση αυτής της ατομικής ιδιοκτησίας καθώς απαλλοτρίωσε αυτήν την ιδιοκτησία μετατρέποντας τα μέσα παραγωγής σε κοινωνικά συγκεντρωμένα μέσα (οι εργάτες μετατρέπονται σε προλετάριους και οι όροι εργασίας τους σε κεφάλαιο). Όμως ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής έχει παραγάγει και αυτός τους υλικούς όρους της εξαφάνισης του. Δηλαδή παράγει της δεύτερη άρνηση (άρνηση της άρνησης): Η συγκέντρωση των μέσων παραγωγής και η κοινωνικοποίηση της εργασίας φτάνουν σε ένα σημείο όπου δεν μπορούν να συμβιβαστούν με τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής. Από εκεί περνάμε σε μία ορθή ανώτερη ενότητα, όπου οι εργάτες απαλλοτριώνουν την ατομική ιδιοκτησία των αστών και την μετατρέπουν σε κοινωνική ιδιοκτησία η οποία εκτείνεται στη γη και στα μέσα παραγωγής. Δεν εξαλείφεται ωστόσο η ατομική ιδιοκτησία όσον αφορά τα αντικείμενα χρήσης (προϊόντα) τα οποία πρέπει να καταναλωθούν σαν μέσα διαβίωσης.

Έπειτα ο Ένγκελς εξηγεί με απλό τρόπο τι ακριβώς είναι η άρνηση της άρνησης. Πρόκειται όπως λεει για έναν «άκρως σημαντικό νόμο της εξέλιξης της φύσης, της ιστορίας, της νόησης με ακραία εμβέλεια»,, «ισχύει στο ζωικό και φυτικό κόσμο, στη γεωλογία, στα μαθηματικά, στην ιστορία, στη φιλοσοφία…». Ο νόμος αυτός δεν αναφέρεται στην ειδική διαδικασία της εξέλιξης αλλά μόνο για στην γενική διαλεκτική διαδικασία της. Άλλωστε η διαλεκτική είναι «…η επιστήμη των γενικών νόμων της κίνησης και της εξέλιξης της φύσης, της ανθρώπινης κοινωνίας και της νόησης.». Η άρνηση στην διαλεκτική δεν σημαίνει απλώς να διαγράψεις ένα πράγμα, αλλά σημαίνει το να μπορείς μέσα από την πρώτη άρνηση να αναιρέσεις πάλι την άρνηση (να φτάσεις από την άρνηση στην άρνηση της άρνησης). Το κάθε είδος έχει ένα δικό του τρόπο άρνησης, ώστε να μπορέσει να εξελιχθεί. Το ίδιο ισχύει και για τις έννοιες και τις αντιλήψεις.

Ο Ένγκελς φέρνει αρκετά παραδείγματα «άρνησης της άρνησης» από τις φυσικές επιστήμες. Για παράδειγμα στα μαθηματικά: η σχέση μεταξύ δύο μεταβλητών χ και ψ χάνει την υλική της βάση όταν τα διαφορίζω (τα θεωρώ δηλαδή απείρως μικρότερα από κάθε πραγματικό μέγεθος. Έτσι αντί για χ και ψ έχω την άρνησή τους που είναι τα dx και dy . Κάνοντας πράξεις ανάμεσα σε αυτά σαν να ήταν πραγματικά μεγέθη καταλήγω σε κάποιο σημείο στην ολοκλήρωση του διαφορικού τύπου δηλαδή στην άρνηση της άρνησης και στην λύση της πράξης. Στην φιλοσοφία: από τον αρχαίο ελληνικό υλισμό περάσαμε στον διαχωρισμό της ψυχής από το σώμα. Αυτή η πρώτη άρνηση (ο ιδεαλισμός) ήταν απαραίτητη προκειμένου ο άνθρωπος να καταφέρει να ξεκαθαρίσει τη σχέση της νόησης με την ύλη. Η άρνηση της άρνησης είναι ο σύγχρονος υλισμός ο οποίος δεν είναι απλά η επαναφορά του αρχαίου υλισμού αλλά έχει σαν βάσεις του το περιεχόμενο του στοχασμού του μεγάλου διαστήματος που μεσολάβησε.

* Σημαντικό είναι να ξανατονίσουμε το ότι ο Ένγκελς δεν απορρίπτει τους παλιούς φιλοσόφους. Θεωρεί τον Χέγκελ τον «πιο καθολικό» εγκέφαλο της εποχής του. Πιστεύει ωστόσο ότι για όλους υπάρχουν δύο περιοριστικοί λόγοι που δεν τους αφήνουν να «δουν» πιο μακριά: 1. Ο αναγκαστικά περιορισμένος όγκος των γνώσεων ενός ανθρώπου και 2. Οι γνώσεις και οι θεωρήσεις της εποχής όπου ζει ο κάθε άνθρωπος που είναι επίσης περιορισμένες σε όγκο και βάθος.

* Απριορισμός: το να θεωρείται κάτι από τα πριν δεδομένο, χωρίς να βασίζεται στην πραγματική εμπειρία. Ο Ένγκελς λεει για την απριοριστική αντίληψη: «Να μην γνωρίσουμε τις ιδιότητες ενός αντικειμένου από το ίδιο το αντικείμενο αλλά να τις συμπεράνουμε αποδεικτικά από την έννοια του αντικειμένου»

* ο Ένγκελς διαφωνεί πάντως με την χρήση του όρου αποδίδοντας σκοπιμότητα γενίκευσης σε όσους τον χρησιμοποιούν για να περιγράψουν τα προφανή

* Νόμος της αξίας: «η αξία ενός εμπορεύματος μετριέται ανάλογα με την κοινωνικά αναγκαία εργασία που περιέχει»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου