Η ΤΡΙΤΗ ΔΙΕΘΝΗΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΛΕΝΙΝ
(Μια προσφορά του ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΚΑΦΕΝΕΙΟΥ: To μεγαλύτερο μέρος απο το δυσεύρεστο αυτό βιβλίο του Λ. ΤΡΟΤΣΚΙ)
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΚΑΦΕΝΕΙΟΥ
Κλείνουν σήμερα εκατόν είκοσι τρία χρόνια από τη γέννηση του Λεόν Τρότσκι, του συναρχηγού του Λένιν στην Οχτωβριανή Επανάσταση. Ιδρυτή και αρχηγού του Κόκκινου Στρατού και Ιδρυτή της Τέταρτης Διεθνούς. Το ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ μετά από απαίτηση πολλών φίλων και συντρόφων δημοσιεύει σε συνέχειες το (εξαντλημένο από την κυκλοφορία και δυσεύρετο) βιβλίο του Η ΤΡΙΤΗ ΔΙΕΘΝΗΣ ΜΕΤΑ ΤΟΝ ΛΕΝΙΝ. Το βιβλίο αυτό γράφτηκε από τον Τρότσκι το 1928 στην Αλμα Ατα, όπου τον είχε εξορίσει η ανερχόμενη γραφειοκρατική κάστα του Στάλιν, και αποτελείται από τέσσερα μέρη ("Το Σχέδιο Προγράμματος της Κομμουνιστικής Διεθνούς - Κριτική των Βασικών Θέσεων", "Και Τώρα - Γράμμα στο 6ο Συνέδριο της Κ.Δ.", "Το Κινέζικο Ζήτημα μετά το 6ο Συνέδριο της Κ.Δ.", "Ποιοί Διευθύνουν Σήμερα την Κομμουνιστική Διεθνή") και είναι αφιερωμένο στα θεμελειώδη προβλήματα της Τρίτης Διεθνούς. "Αγκαλιάζει, όπως γράφει ο Τρότσκι, όλους τους τομείς της δραστηριότητάς της: το Πρόγραμμά της, τη στρατηγική και την ταχτική της, τις μορφές οργάνωσης και τις προσωπικότητες που αποτελούν την ηγεσία της... Περιλαβαίνει επίσης μια εχτίμηση της εσωτερικής πολιτικής του Κομμουνιστικού Κόμματος της ΕΣΣΔ, για ολόκληρη την τελευταία περίοδο, αρχίζοντας από την αρρώστια και το θάνατο του Λένιν". Ο Λέων Τρότσκι μαζί με τον Λένιν ήταν οι πρωτεργάτες και οι θεμελιωτές της Κομμουνιστικής Διεθνούς - αυτοί επεξεργάστηκαν τις αρχές και τον διεθνιστικό επαναστατικό προσανατολισμό της. Μετά το θάνατο του Λένιν ήταν ο Τρότσκι που ανέλαβε να υπερασπιστεί αυτές τις αρχές ενάντια στο σταλινικό εκφυλισμό που με τη μορφή της θεωρίας του "σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα" προσπαθούσε να φωλιάσει στην ηγεσία του Παγκόσμιου Κόμματος της Σοσιαλιστικής Επανάστασης για να το καταστρέψει.
Αναλύοντας τη θεωρία και την πράξη των επιγόνων στην πενταετία 1923-1928, τη θεωρία και την πράξη του "Μεγάλου Οργανωτή των Ηττών", ο Λέων Τρότσκι φωτίζει όλα τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η εργατική τάξη και η πρωτοπορία της στην πάλη της για εξουσία, μπροστά σε μια ηγεσία τυφλή, εμπειρική, υποταγμένη στις πιέσεις του παγκόσμιου ιμπεριαλισμού που την οδηγούν από ήττα σε ήττα. Ιδιαίτερα στέκεται στα μεγάλα γεγονότα της εποχής, τις τρεις μεγάλες ήττες του προλεταριάτου: στα γεγονότα της Γερμανίας το 1923, στην Κινέζικη Επανάσταση το 1925-27, στη Γενική Απεργία των βρετανών εργατών το 1926, κάνοντας μια ανάλυση και μια τεράστια συνεισφορά στη μαρξιστική θεωρία σε ότι αφορά την ιμπεριαλιστική εποχή και το ρόλο της ηγεσίας του προλεταριάτου.
Σ΄ ολόκληρο το έργο διαγράφονται καθαρά οι δυό, διαμετρικά αντίθετες, πολιτικές γραμμές: η επαναστατική διεθνιστική γραμμή του ΤΡότσκι και η εθνικορεφορμιστική γραμμή των Στάλιν - Μπουχάριν.
"Η μια συνειδητή και συνεπής. Ήταν η προέχταση και η ανάπτυξη των στρατηγικών αρχών του λενινισμού εφαρμοσμένων στα προβλήματα της ΕΣΣΔ και της παγκόσμιας επανάστασης: αυτή ήταν η γραμμή της Αντιπολίτευσης. Και η άλλη ασυνείδητη, αντιφατική, δισταχτική, γραμμή που γλιστρούσε με ζίγκ ζάγκ και απομακρυνόταν από το λενινισμό κάτω από την πίεση εχθρικών ταξικών δυνάμεων στη διάρκεια μιας περιόδου πολιτικής αμπώτιδας στο διεθνή τομέα: αυτή ήταν η γραμμή της επίσημης ηγεσίας".
Στη σοσιαλπατριωτική πολιτική του Στάλιν του "σοσιαλισμού σε μιά μόνη χώρα", που απομόνωσε τη Σοβιετική Ρωσία από τον υπόλοιπο κόσμο και από την ιμπεριαλιστική εποχή και που τελικά οδήγησε στη διάλυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς, ο Λεόν Τρότσκι απαντούσε:
"Στην εποχή του ιμπεριαλισμού δεν μπορεί κανείς να εξετάσει την τύχη μιας απομονωμένης χώρας παρά παίρνοντας σαν αφετηρία τις τάσεις της παγκόσμιας εξέλιξης σαν ενιαίο σύνολο μέσα στο οποίο είναι ενσωματωμένη, με τις εθνικές της ιδιομορφίες, αυτή η χώρα και από το οποίο εξαρτάται...". "Μονάχα όταν ξεκινήσει κανείς από την παγκόσμια οικονομία που κυριαρχεί στα διάφορα μέρη της μπορεί να επεξεργαστεί το πρόγραμμα του διεθνιστικού κόμματος του προλεταριάτου". Ο αντεπαναστατικός σταλινισμός, έχοντας στην υπηρεσία του τις οικονομικές πηγές του πρώτου στον κόσμο εργατικού κράτους, κυριάρχησε στο Κ.Κ. της Σοβιετικής Ένωσης και στην Κομμουνιστική Διεθνή καταστρέφοντάς την: το 1943 τη διέλυσε και τυπικά μ΄ ένα διάταγμά του ο Στάλιν θυσιάζοντάς την στα παζάρια του με τους "συμμάχους" του ιμπεριαλιστές. Όμως, οι ιδρυτικές επαναστατικές αρχές της και ο διεθνιστικός της προσανατολισμός κληροδοτήθηκαν μέσα από τον Λ. Τρότσκι και την Αριστερή Αντιπολίτευση στην Τέταρτη Διεθνή.
* * *
"Ζούμε σε μια ταξική κοινωνία, γράφει ο Τρότσκι απαντώντας στις βρώμικες σταλινικές πλαστογραφίες και συκοφαντίες, που είναι αδύνατο να τη συλλάβουμε χωρίς σκοταδισμό... πού ανταποκρίνεται σε ορισμένα συμφέροντα". Ο Λέων Τρότσκι που επιμελήθηκε τη γαλλική έκδοση του 1930 αισθάνθηκε την ανάγκη να τονίσει ενάντια στους σκοταδιστές: "Νομίζω πως είναι αναγκαίο να δηλώσω ότι αυτή η έκδοση είναι η μοναδική έκδοση του έργου για την οποία είμαι υπεύθυνος απέναντι στους αναγνώστες".
Οι Τροτσκιστές, τα μέλη και οι οπαδοί του Εργατικού Επαναστατικού Κόμματος (ΕΕΚ) στην Ελλάδα, αισθάνθηκαν την ανάγκη να πάρουν στα σοβαρά την προειδοποίηση αυτή του Τρότσκι. Και να φροντίσουν μέσα στη σκληρή παρανομία της χουντοκρατούμενης Ελλάδας, (σαν μέλη της τότε Διεθνούς Επιτροπής στην Ελλάδα) να προμηθευτούν ένα αντίτυπο της έκδοσης του 1930 και να το μπάσουν με τον παράνομο μηχανισμό τους στις φυλακές των στρατοκρατών για να το μεταφράσουν κάτω από ανήκουστες δυσκολίες οι ισοβίτες σύντροφοί τους.
Είναι η μετάφραση που με περηφάνια παρουσιάζουμε σήμερα στους φίλους του ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΚΑΦΕΝΕΙΟΥ, αρχίζοντας το γράψιμο του βιβλίου για τους συντρόφους μας τη μέρα γέννησης του Λέων Τρότσκι και της Πρώτης Προλεταριακής Διχτατορίας στον κόσμο, στην εργατική τάξη και τη νεολαία, και την αφιερώνουμε σ΄ όλους εκείνους που έχουν αναλάβει τον σκληρό αγώνα για την κατάχτηση μέσα από αισθητηριακή εκπαίδευση (και από το Διαδύκτιο) των νόμων που διέπουν τη φύση και την κοινωνία για να καθοδηγήσουν νικηφόρα το προλεταριάτο, παγκόσμια και στην Ελλάδα, στην εξουσία.
-
Λέον Τρότσκι: Η Τρίτη Διεθνής μετά τον Λένιν –
Διαβάστε το
ΠΡΟΛΟΓΟΣ ΣΤΗ ΓΑΛΛΙΚΗ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ 1930
Το βιβλίο αυτό αποτελείται από τέσσερα μέρη που το καθένα τους είναι γραμμένο ανεξάρτητα από το άλλο, μα ωστόσο αποτελούν ένα αδιαχώρητο σύνολο. Eίναι αφιερωμένο στα θεμελιώδη προβλήματα της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Αγκαλιάζει όλους τους τομείς της δραστηριότητάς της: το πρόγραμμά της τη στρατηγική και την ταχτική της, τις μορφές οργάνωσης και τις προσωπικότητες που αποτελούν την ηγεσία της. Δεδομένου όμως ότι το Κομμουνιστικό Κόμμα της ΕΣΣΔ, το κυβερνητικό Κόμμα της Σοβιετικής Ένωσης, είναι το κυριότερο Κόμμα της, εκείνο που σε όλους τους τομείς παίζει έναν αποφασιστικό ρόλο μέσα στην Κομμουνιστική Διεθνή, το βιβλίο αυτό περιλαβαίνει επίσης μια εχτίμηση της εσωτερικής πολιτικής του Κομμουνιστικού Κόμματος της ΕΣΣΔ για ολόκληρη την τελευταία περίοδο, αρχίζοντας από την αρρώστια και το θάνατο του Λένιν. Μ΄ αυτή την έννοια αποτελεί, πιστεύω, ένα αρκετά πλήρες σύνολο.
Το έργο μου αυτό δεν εκδόθηκε στα ρωσικά. Γράφτηκε το 1928, τότε που στη Σοβιετική Δημοκρατία τα μαρξιστικά έργα που πραγματεύονταν επίκαιρα θέματα είχαν γίνει η πιό απαγορευμένη μορφή της φιλολογίας. Για να εξασφαλίσω το λιγότερο μια ορισμένη κυκλοφορία στα χειρόγραφά μου, μετέτρεψα τα δυο πρώτα μέρη αυτού του βιβλίου σε επίσημα ντοκουμέντα και τα έστειλα στο 6ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, που συνήρθε στη Μόσχα το καλοκαίρι του περασμένου χρόνου. Το τρίτο και το τέταρτο μέρος γράφτηκαν μετά το Συνέδριο και κυκλοφόρησαν σε χειρόγραφα χέρι με χέρι. Η κυκλοφορία τους τιμωρούνταν και τιμωρείται ακόμα με εξορία στα αχανή βάθη της Σιβηρίας, και τον τελευταίο καιρό μάλιστα με αυστηρή φυλάκιση στο κάτεργο του Τομπόλσκ.
Μονάχα το δεύτερο (σ.σ. το πρώτο μέρος σ΄ αυτήν εδώ την έκδοση) μέρος, δηλαδή η "Κριτική του Σχέδιου Προγράμματος", εκδόθηκε στα γερμανικά. Το βιβλίο σαν σύνολο δεν κυκλοφόρησε μέχρι σήμερα παρά μόνο σαν χειρόγραφο, θα έλεγε κανείς πώς έζησε μια ζωή προτού να γεννηθεί. Εκδίδεται για πρώτη φορά με τούτη δώ τη μορφή στα γαλλικά. Δεδομένου όμως ότι τα χειρόγραφά μου βγήκανε από διαφορετικούς δρόμους, διασχίζοντας τα σύνορα της Δυτικής Κίνας, και κυκλοφόρησαν στις χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής, νομίζω πως είναι αναγκαίο να δηλώσω ότι αυτή η έκδοση είναι η μοναδική έκδοση του έργου για την οποία είμαι υπεύθυνος απέναντι στους αναγνώστες.
Με απόφαση του 6ου Συνεδρίου, το Σχέδιο Προγράμματος που κριτικάρεται σ΄ αυτό το βιβλίο έγινε το επίσημο Πρόγραμμα της Διεθνούς. Παρόλ΄ αυτά η κριτική μου δεν έχασε τίποτε από την επικαιρότητά της. Συνέβη ακριβώς το αντίθετο: όλα τα ολέθρια σφάλματα του Σχεδίου παρέμειναν στη θέση τους, απλά και μόνο απόχτησαν νομική ισχύ και έγιναν αντικείμενο επαγγελματικής εκμετάλλευσης. Στη διάρκεια του Συνεδρίου η Επιτροπή Προγράμματος ρώτησε τι θα έπρεπε να κάνει με μια κριτική που ο συγγραφέας της όχι μονάχα είχε διαγραφεί από την Κομμουνιστική Διεθνή μα και είχε εξοριστεί στην Κεντρική Ασία. Δειλές και μεμονωμένες φωνές ακούστηκαν να βεβαιώνουν πώς θα μπορούσε κανείς να διδαχτεί ακόμα και από τους αντιπάλους του, και πώς οι σωστές σκέψεις παραμένουν σωστές ανεξάρτητα από το συγγραφέα τους. Νίκησε όμως, μια άλλη, πιό συμπαγής ομάδα, χωρίς σχεδόν να συναντήσει αντίσταση ή να παλέψει. Μια γηραιά σεβάσμια γυναίκα, που άλλοτε ήτανε η Κλάρα Τσέτκιν, δήλωσε πώς δεν πρέπει να περιμένει κανείς σωστές ιδέες όταν αυτές πηγάζουν από τον Τρότσκι. Η Κλάρα Τσέτκιν δεν έκανε τίποτε άλλο από το να εκτελεί μια εντολή με την οποία είχε επιφορτιστεί στα παρασκήνια. Το να αναθέτει ανέντιμες αποστολές σ΄ ανθρώπους όσο το δυνατό πιό τίμιους αυτό αποτελούσε μια από τις αρχές του συστήματος του Στάλιν. Η δειλή φωνή του δίκιου πνίγηκε αμέσως. Η Επιτροπή Προγράμματος πέρασε δίπλα από την "κριτική" μου κλείνοντας τα μάτια για να μην την βλέπει. Έτσι, όλα εκείνα που έγραψα πάνω στο θέμα του Σχεδίου ισχύουν για το τωρινό επίσημο Πρόγραμμα. Δεν έχει καμιά θεωρητική συνοχή και είναι επιζήμιο από πολιτική άποψη. Πρέπει να τροποποιηθεί και θα τροποποιηθεί.
Τα μέλη του 6ου Συνεδρίου καταδικάσανε πάλι "ομόφωνα", όπως πάντα, "τον τροτσκισμό". Ουσιαστικά γι΄ αυτό και μόνο καλέστηκαν στη Μόσχα. Η πλειοψηφία τους πήδηξε στην πολιτική αρένα χτες ή προχτές. Ούτε ένας τους δε συμμετείχε στην ίδρυση της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Πολύ λίγοι είναι εκείνοι που παραβρέθηκαν σε ένα ή δυό από τα τέσσερα Συνέδρια που έγιναν κάτω από την ηγεσία του Λένιν. Όλοι είναι νεοσύλλεχτοι στη νέα πολιτική πορεία, άνθρωποι του καινούργιου καθεστώτος οργάνωσης. Κατηγορώντας με, ή καλύτερα υπογράφοντας την κατηγορία που εκτοξεύτηκε ενάντιά μου ότι δήθεν καταπολεμώ τις λενινιστικές αρχές, οι αντιπρόσωποι του 6ου Συνεδρίου έδωσαν μάλλον δείγματα της υποταγής τους παρά της θεωρητικής τους κατάρτισης και των γνώσεών τους πάνω στην ιστορία της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Πριν από το 6ο Συνέδριο, η Διεθνής δεν είχε κωδικοποιημένο πρόγραμμα. Τα μανιφέστα και οι αποφάσεις αρχών καλύπτανε αυτό το χώρο. Το 1ο και το 2ο Συνέδριο απευθύνανε εκκλήσεις στη διεθνή εργατική τάξη. Το "Μανιφέστο του 2ου Συνεδρίου", ιδιαίτερα αναπτυγμένο, είχε από κάθε άποψη το χαρακτήρα ενός προγράμματος. Οι δυο αυτές εκκλήσεις γράφτηκαν από μένα, επικυρώθηκαν από την Κεντρική Επιτροπή μας χωρίς καμιά τροποποίηση, και υιοθετήθηκαν από τα δύο πρώτα Συνέδρια που είχαν μια ιδιαίτερη σπουδαιότητα μια και ήταν ιδρυτικές συνελεύσεις.
Το 3ο Συνέδριο υιοθέτησε θέσεις προγραμματικές και τακτικής που αφορούσαν τα θεμελιώδη προβλήματα του παγκόσμιου εργατικού κινήματος. Στη διάρκεια του 3ου Συνεδρίου επενέβηκα για να υπερασπίσω αυτές τις θέσεις που εγώ ο ίδιος είχα επεξεργαστεί. Οι τροποποιήσεις που προτάθηκαν - κι όχι πάντα με καλή πρόθεση - στρέφονταν τόσο ενάντια στον Λένιν όσο κι εναντίον μου. Παλεύοντας αποφασιστικά ενάντια στην τοτrινή Αντιπολίτευση, που εκπροσωπούνταν από τους Τέλμαν, Μπέλα Κούν, Πέπερ και άλλους κομφουζιονιστές, φτάσαμε ο Λένιν κι εγώ, στο να υιοθετηθούν οι θέσεις μου σχεδόν ομόφωνα από το Συνέδριο.
Ο Λένιν μοιράστηκε μαζί μου την επεξεργασία της βασικής έκθεσης του 4ου Συνεδρίου "Για την Κατάσταση στη Δημοκρατία των Σοβιέτ και τις Προοπτικές της Παγκόσμιας Επανάστασης". Επεμβαίναμε από κοινού. Εγώ είχα αναλάβει να μιλώ στο τέλος κλείνοντας έτσι τη συζήτηση πάνω στις δύο αυτές εκθέσεις. Είναι περιττό να προσθέσω πώς τα ντοκουμέντα που αποτελούν τον ακρογωνιαίο λίθο της Κομμουνιστικής Διεθνούς και πού επεξεργάστηκαν από μένα ή με τη συνεργασία μου εκθέτουν και αναλύουν τις ίδιες αυτές βάσεις του μαρξισμού, που οι νεοσύλλεχτοι της σταλινικής περιόδου καταδικάζουνε σήμερα σαν "τροτσκισμό".
Δε θα ήταν όμως ανώφελο να πούμε πώς ο σημερινός ηγέτης αυτών των νεοσύλλεκτων δε συμμετείχε καθόλου (ούτε άμεσα ούτε έμμεσα) στις εργασίες της Κομμουνιστικής Διεθνούς, τόσο στα Συνέδρια όσο και στις Επιτροπές, ακόμα ούτε και στις προπαρασκευαστικές εργασίες, που, όπως είναι φυσικό, το μεγαλύτερο μέρος τους έπεφτε στο ρώσικο Κόμμα. Δεν υπάρχει έστω κι ένα ντοκουμέντο που να μπορεί να αποδείξει όχι μονάχα μια δημιουργική συμμετοχή στο έργο των τεσσάρων πρώτων Συνεδρίων της Κομμουνιστικής Διεθνούς, μα κι ένα σοβαρό ενδιαφέρον αυτού του ηγέτη για τις εργασίες τους.
Το ζήτημα, άλλωστε, δεν περιορίζεται εκεί. Αν εξετάσει κανείς τις λίστες των αντιπροσώπων των τεσσάρων πρώτων Συνεδρίων, δηλαδή τις λίστες των πρώτων φίλων της Επανάστασης του Οχτώβρη, των πιο αφοσιωμένων, των ιδρυτών της Κομμουνιστικής Διεθνούς, των άμεσων συνεργατών του Λένιν στον διεθνή τομέα, βρίσκει πώς, με ελάχιστες εξαιρέσεις, όλοι αυτοί μετά το θάνατο του Λένιν, όχι μονάχα παραμερίστηκαν από την ηγεσία, μα και διαγράφτηκαν από την Κομμουνιστική Διεθνή. Αυτό είναι αλήθεια τόσο για τη Σοβιετική Ένωση όσο και για τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ιταλία, τις Σκανδιναβικές χώρες, την Τσεχοσλοβακία - αλήθεια τόσο για την Ευρώπη όσο και για την Αμερική. Έτσι, η γραμμή του Λένιν θα καταπολεμούνταν τάχα από εκείνους που την είχαν επεξεργαστεί μαζί του. Και θα την υπεράσπιζαν εκείνοι που την πολεμούσαν όσο ζούσε ο Λένιν, και που δεν προσχώρησαν στην Κομμουνιστική Διεθνή παρά τα τελευταία χρόνια, αγνοώντας αυτό που έγινε χτες και αδιαφορώντας για το τί θα γίνει αύριο.
Τα αποτελέσματα της αλλαγής της πολιτικής και του ηγετικού δυναμικού είναι αρκετά γνωστά. Από το 1923 η Κομμουνιστική Διεθνής δεν καταγράφει παρά ήττες: στη Γερμανία και τη Βουλγαρία, στην Αγγλία και την Κίνα. Στις άλλες χώρες οι αποτυχίες, χωρίς να είναι τόσο τραγικές, ήτανε επίσης μεγάλες. Παντού, όμως, η βασική αιτία των αποτυχιών ήτανε η τύφλωση της ηγεσίας. Μα η πιο μεγάλη ήττα είναι αυτή που ο Στάλιν προετοιμάζει για τη Σοβιετική Δημοκρατία. Μάς κάνει να πιστέψουμε πώς έχει καθορίσει για στόχο του να γραφτεί στην Ιστορία με τον τίτλο του μεγάλου οργανωτή της ήττας.
Στη Δημοκρατία των Σοβιέτ οι μαχητές της λενινιστικής Κομμουνιστικής Διεθνούς εξορίστηκαν, φυλακίστηκαν ή απομακρύνθηκαν. Δε χρειάζεται να πούμε πώς στη Γερμανία και τη Γαλλία τα πράγματα δεν έφτασαν ακόμα μέχρι την εξορία. Μα πραγματικά, αυτό είναι είναι από λάθος των Τέλμαν, ούτε των Κασέν. Οι "αρχηγοί" αυτοί απαιτούν από την καπιταλιστική αστυνομία να μη δείχνει καμία ανοχή απέναντι στους συναγωνιστές του Λένιν στις αστικές δημοκρατίες. Το 1916 ο Κασέν δικαιολογούσε την απέλασή μου από τη Γαλλία προβάλλοντας επιχειρήματα λυσσασμένου σωβινιστή. Σήμερα απαιτεί να μη γίνω δεκτός στη Γαλλία. Ωστόσο ο Κασέν συνεχίζει το έργο του, όπως κι εγώ το δικό μου.
Είναι γνωστό πώς στη διάρκεια των τεσσάρων πρώτων Συνεδρίων, απασχολήθηκε ιδιαίτερα με τις γαλλικές υποθέσεις. Συχνά είχα να εξετάσω μαζί με τον Λένιν τα προβλήματα του γαλλικού εργατικού κινήματος. Ο Λένιν, φαινομενικά μισοαστειευόμενος, μα στο βάθος πολύ σοβαρά, με ρωτούσε πότε - πότε: "Με πολλή επιείκια δεν αντιμετωπίζεις τις κοινοβουλευτικές ανεμοδούρες τύπου Κασέν;". Του απαντούσα πώς οι Κασέν δεν αποτελούν παρά ένα προσωρινό γεφυράκι που οδηγεί στις γαλλικές εργατικές μάζες, όταν όμως γεννηθούν και σταθεροποιηθούν σοβαροί επαναστάτες, αυτοί θα σαρώσουν από το δρόμο τους τους Κασέν και συντροφιά. Για λόγους που εκθέτονται διεξοδικά σ΄ αυτό το βιβλίο, τα πράγματα τράβηξαν σε μάκρος. Και δεν αμφιβάλλω ούτε για μια στιγμή πώς οι ανεμοδούδες θα έχουν την τύχη που τους αξίζει. Το προλεταριάτο χρειάζεται ατσάλινα εργαλεία, κι όχι τενεκεδένια.
Το ενιαίο μέτωπο του Στάλιν, της αστικής αστυνομίας, του Τέλμαν και του Κασέν ενάντια στους συναγωνιστές του Λένιν είναι ένα γεγονός αναμφισβήτητο κι έχει μια σπουδαιότητα σχετικά μεγάλη στην πολιτική ζωή της σημερινής Ευρώπης.
Ποιο είναι το γενικό συμπέρασμα που βγαίνει από αυτό το βιβλίο; Από διάφορες πλευρές προσπαθούν να μας αποδώσουν πώς σχεδιάζουμε να ιδρύσουμε μια Τέταρτη Διεθνή. Αυτό είναι μια άποψη ολότελα λαθεμένη. Ο κομμουνισμός και ο δημοκρατικός "σοσιαλισμός" αποτελούν δυό βαθιές ιστορικές τάσεις που είναι γερά ριζωμένες στις σχέσεις των τάξεων. Η ύπαρξη και η πάλη της 2ης και της 3ης Διεθνούς απαρτίζουν ένα μακρινό προτσές στενά δεμένο με την τύχη της καπιταλιστικής κοινωνίας. Οι ενδιάμεσες ή οι "κεντριστικές" τάσεις μπορούν για μια δοσμένη στιγμή να αποχτήσουν μια μεγάλη επίδραση, όχι όμως για πολύ καιρό. Η προσπάθεια του Φρειδερίκου Αντλερ και Σία να δημιουργήσει μια ενδιάμεση Διεθνή (Νο 2 1/2) φαινόταν να υπόσχεται πολλά στην αρχή μα χρεοκόπησε πολύ γρήγορα. Η πολιτική του Στάλιν αν και έχει σαν αφετηρία άλλες βάσεις κι άλλες ιστορικές παραδόσεις, αποτελεί μια ποικιλία του ίδιου κεντρισμού. Ο Φρειδερίκος Αντλερ, με το χάρακα και το διαβήτη στο χέρι, προσπαθεί να τραβήξει μια πολιτική διαγώνιο ανάμεσα στον μπολσεβικισμό και τη σοσιαλδημοκρατία. Ο Στάλιν δεν ακολουθεί τόσο δογματικούς δρόμους. Η πολιτική του σχηματίζει μια γραμμή από εμπειρικά ζίγκ ζάγκ ανάμεσα στον Μάρξ και τον Φόλμαρ, ανάμεσα στον Λένιν και τον Τσάγκ Κάι - Σέκ, ανάμεσα στον μπολσεβικισμό και τον εθνικό σοσιαλισμό. Μα αν μετατρέψει κανείς το σύνολο αυτό των ζίγκ ζάγκ στη βασική τους έκφραση, βρίσκει το ίδιο αρνητικό αποτέλεσμα: 2 1/2. Ύστερα από όλα τα λάθη που έκανε και τις σκληρές ήττες που στοίχισαν αυτά τα λάθη, ο σταλινικός κεντρισμός θα είχε συντριβεί πολιτικά από πολύ καιρό τώρα, αν δεν στηριζόταν πάνω στις υλικές και ιδεολογικές πηγές ενός κράτους που βγήκε από την Επανάσταση του Οχτώβρη. Mα και ο πιό ισχυρός μηχανισμός δεν μπορεί από μόνος του να σώσει μια απελπισμένη πολιτική. Ανάμεσα στο μαρξισμό και το σοσιαλπατριωτισμό δεν υπάρχει θέση παρά μόνο για το σταλινισμό. Η Κομμουνιστική Διεθνής αφού περάσει μια σειρά δοκιμασίες και κρίσεις θα απελευθερωθεί από το ζυγό μιας γραφειοκρατίας χωρίς ιδέες, ικανής μονάχα να καταφεύγει σε τυχοδιωκτισμούς, να διαγράφει ζίγκ ζάγκ, να παραδίδεται στην καταπίεση και να προετοιμάζει ήττες. Δεν υπάρχει καμιά ανάγκη να οικοδομήσουμε μια Τέταρτη Διεθνή. Συνεχίζουμε και αναπτύσσουμε τη γραμμή της 3ης Διεθνούς που προετοιμάσαμε στη διάρκεια του πολέμου, και πού στην ίδρυσή της συμμετείχαμε μαζί με τον Λένιν ύστερα από την Επανάσταση του Οχτώβρη. Ούτε για μια στιγμή δεν αφήσαμε να μας ξεφύγει από τα χέρια το νήμα της διαδοχής στον τομέα των ιδεών. Οι κρίσεις και οι προβλέψεις μας επιβεβαιώθηκαν με γεγονότα μιας τεράστιας ιστορικής σημασίας. Ποτέ άλλοτε, ούτε στα χρόνια των διωγμών και των εξοριών, δεν είμαστε τόσο ακράδαντα πεπεισμένοι όσο σήμερα για την ορθότητα των ιδεών μας και για το αναπόφευκτο του θριάμβου τους.
Λέων Τρότσκι
Κωνσταντινούπολη 15 του Απρίλη 1929
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Το Σχέδιο Προγράμματος, δηλαδή το ντοκουμέντο με την κεφαλαιώδη σημασία που πρέπει να καθορίσει ολόκληρη τη δραστηριότητα της Κομμουνιστικής Διεθνούς για μια ολόκληρη σειρά χρόνων, δημοσιεύτηκε λίγες βδομάδες πριν από τη σύγκληση του 6ου Συνεδρίου, που συνέρχεται τέσσερα χρόνια μετά το 5ο Συνέδριο. Το γεγονός αυτό δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από το πρώτο Σχέδιο 1 έχει ήδη δημοσιευτεί πριν από το προηγούμενο Συνέδριο, ακριβώς γιατί πέρασαν πολλά χρόνια από τότε: το δεύτερο Σχέδιο, είναι σ΄ ολόκληρη τη δομή του, διαφορετικό από το πρώτο και επιχειρεί να κάνει τον απολογισμό της πορείας που διανύσαμε τα τελευταία χρόνια. Θα ήταν όμως πολύ μεγάλη απερισκεψία και αφροσύνη να υιοθετηθεί, στο 6ο Συνέδριο, αυτό το Σχέδιο, που ολοφάνερα φέρνει τα σημάδια μιας εργασίας που έγινε όχι μόνο βιαστικά μα και χωρίς επιμέλεια. Χωρίς να υπάρξει προηγούμενα μια σοβαρή κριτική στον Τύπο, χωρίς να συζητηθεί πλατιά απ΄ όλα τα τμήματα της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Στις λίγες μέρες που είχαμε στη διάθεσή μας από τη στιγμή που λάβαμε το Σχέδιο μέχρι τη στιγμή που αποστείλαμε αυτό το γράμμα, δεν μπορέσαμε να σταματήσουμε παρά σε ορισμένα μόνο βασικά ζητήματα που πραγματεύεται το Πρόγραμμα.
Από έλλειψη χρόνου, κατά συνέπεια, αφήσαμε ουσιαστικά στην άκρη, χωρίς να τις εξετάσουμε, ολόκληρη μια σειρά από θέσεις πολύ μεγάλης σημασίας, που μπορεί σήμερα να μην είναι επίκαιρες, αλλά που αύριο μπορεί να αποχτήσουν μια εξαιρετική οξύτητα. Αυτό δεν σημαίνει, βέβαια, πώς η κριτική τους είναι λιγότερο αναγκαία από την κριτική των θέσεων του Σχεδίου στις οποίες είναι αφιερωμένο αυτό το έργο.
Σ΄ αυτά πρέπει να προσθέσουμε πώς αναγκαστήκαμε να δουλέψουμε πάνω στο καινούργιο Σχέδιο κάτω από τέτοιες συνθήκες, που δεν μας επέτρεπαν να έχουμε στη διάθεσή μας ούτε τις πιο απαραίτητες πληροφορίες. Θα ήταν αρκετό να αναφέρουμε πώς δεν μπορέσαμε ούτε καν να προμηθευτούμε το πρώτο ΣΧέδιο του Προγράμματος. Έτσι, αναγκαστήκαμε να εμπιστευτούμε τη μνήμη μας σ΄ ότι αφορά το πρώτο Σχέδιο όπως και σε δυο ή τρία άλλα σημεία. Δεν χρειάζεται να πούμε πώς όλα τα αποσπάσματα που παραθέτουμε είναι παρμένα από τα πρωτότυπα κείμενα και ελεγμένα με επιμέλεια.
Α. ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΗΣ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗΣ Ή ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ ΣΕ ΜΙΑ ΜΟΝΗ ΧΩΡΑ;
Το πιο σπουδαίο ζήτημα της ημερήσιας διάταξης του 6ου Συνεδρίου είναι η υιοθέτηση του Προγράμματος. Ο χαρακτήρας του Προγράμματος μπορεί να καθορίσει, και να σταθεροποιήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα, τη φυσιογνωμία της Διεθνούς. H σπουδαιότητα ενός προγράμματος δε συνίσταται τόσο στο γεγονός ότι διατυπώνει γενικές θεωρητικές θέσεις (αυτό, στο τέλος του λογαριασμού, περιορίζεται σε μια "κωδικοποίηση", δηλαδή σε μια σύντομη έκθεση αληθειών και γενικεύσεων που έχουν σταθερά και μια για πάντα κατακτηθεί). Βασικά, πρόκειται να κάνει τον απολογισμό της παγκόσμιας οικονομικής και πολιτικής εμπειρίας της τελευταίας περιόδου, ιδιαίτερα της επαναστατικής πάλης των πέντε τελευταίων χρόνων, που είναι τόσο πλούσια σε γεγονότα και σε λάθη. Από τον τρόπο με τον οποίο το Πρόγραμμα θα κατανοήσει και θα κρίνει αυτά τα γεγονότα, τα λάθη και τις διαφορές, εξαρτάται αποκλειστικά η τύχη της Κομμουνιστικής Διεθνούς για μια ολόκληρη σειρά χρόνων που άμεσα θα ακολουθήσουν.
1. Η ΓΕΝΙΚΗ ΣΤΡΟΥΧΤΟΥΡΑ ΤΟΥ ΠΡΟΓΡΑΜΜΑΤΟΣ
Στην εποχή μας, που είναι η εποχή του ιμπεριαλισμού, δηλαδή της παγκόσμιας οικονομίας και πολιτικής που κατευθύνονται από το χρηματιστικό κεφάλαιο, δεν υπάρχει ούτε ένα κομμουνιστικό κόμμα που θα μπορούσε να επεξεργαστεί το πρόγραμμά του παίρνοντας μονάχα ή πρωταρχικά σαν αφετηρία τις συνθήκες ή τις τάσεις εξέλιξης της χώρας του. Αυτό ισχύει απόλυτα και για το Κόμμα που κατέχει την εξουσία μέσα στα όρια της ΕΣΣΔ.
Ξεκινώντας απ΄ αυτές τις σκέψεις γράφαμε το Γενάρη αυτού του χρόνου:
"Πρέπει να περάσουμε στην επεξεργασία του Προγράμματος της Κομμουνιστικής Διεθνούς (το Πρόγραμμα του Μπουχάριν δεν είναι παρά ένα άθλιο πρόγραμμα ενός εθνικού τμήματος της Κομμουνιστικής Διεθνούς κι όχι το Πρόγραμμα του Παγκόσμιου Κομμουνιστικού Κόμματος)¨. ("Πράβδα", 15 του Γενάρη 1928)".
Δε σταματήσαμε ούτε λεπτό να επιμένουμε πάνω στις ίδιες αυτές σκέψεις από το 1923-24, όταν το ζήτημα των Ενωμένων Πολιτειών της Αμερικής ορθώθηκε σ΄ όλο του το μέγεθος, τόσο σαν πρόβλημα της παγκόσμιας πολιτικής όσο και της ευρωπαϊκής πολιτικής, με την ουσιαστική έννοια αυτής της λέξης.
Η ώρα της εξαφάνισης των εθνικών προγραμμάτων σήμανε οριστικά στις 4 του Αυγούστου 1914(2). Τα επαναστατικά κόμματα του προλεταριάτου δεν μπορούν να βασίζονται παρά σ΄ ένα διεθνιστικό πρόγραμμα που ανταποκρίνεται στο χαρακτήρα της σημερινής εποχής, που είναι εποχή αποκορύφωσης και κατάρρευσης του καπιταλισμού. Ενα διεθνιστικό κομμουνιστικό πρόγραμμα δεν είναι καθόλου το άθροισμα των εθνικών προγραμμάτων τους. Οφείλει άμεσα να πάρει για αφετηρία την ανάλυση των συνθηκών και των τάσεων της οικονομίας και της πολιτικής κατάστασης του κόσμου, και να τα πάρει σαν ένα σύνολο, με τις σχέσεις και αντιθέσεις τους, δηλαδή με την αμοιβαία εξάρτηση που αντιθέτει μεταξύ τους τα μέρη που συνθέτουν αυτό το σύνολο. Στη σημερινή εποχή, άπειρα πιό πολύ απ΄ όσο στην προηγούμενη, η διεύθυνση προς την οποία κατευθύνεται το προλεταριάτο από εθνική άποψη, πρέπει να ξαναχαραχτεί και δεν μπορεί να ξαναχαραχτεί παρά προς τη διεύθυνση που έχει ήδη πάρει, δηλαδή προς το διεθνιστικό τομέα και όχι αντίστροφα. Σ΄ αυτό συνίσταται η θεμελιώδης διαφορά που χωρίζει, από την αφετηρία τους ακόμα, τον διεθνιστικό κομμουνισμό από τις διάφορες ποικιλίες του εθνικού σοσιαλισμού.
Συνηγορώντας υπέρ του καινούργιου Σχεδίου η "Πράβδα" έγραφε πώς το κομμουνιστικό πρόγραμμα: "διαφέρει ριζικά από το πρόγραμμα της διεθνούς σοσιαλδημοκρατίας, όχι μονάχα στην ουσία του, στις βασικές θέσεις του, μά και στα διεθνιστικά χαρακτηριστικά της δομής του". "Πράβδα", 29 του Μάη 1928).
Αυτή η διατύπωση, αν και κάπως ασαφής, εκφράζει προφανώς την ίδια ιδέα με εκείνη που εκθέσαμε πιό πάνω και πού στο παρελθόν την απόκρουαν με πείσμα. Δεν μπορεί κανείς παρά να επιδοκιμάσει το γεγονός του σπασίματος με το πρώτο Σχέδιο που παρουσίασε ο Μπουχάριν και πού δεν έδινε άλλωστε τη δυνατότητα για μια σοβαρή ανταλλαγή απόψεων. Δεν πρόσφερε μάλιστα ούτε ένα υλικό, αρκετό για να μπορέσει κανείς να προσδιορίσει αυτό που σκεπτόταν γι΄ αυτό το Σχέδιο. Ενώ το πρώτο Σχέδιο παρουσίαζε μια άχαρη και σχηματική εικόνα μιας αφηρημένης χώρας που εξελίσσεται μόνη της προς το σοσιαλισμό, αντίθετα το καινούργιο Σχέδιο επιχειρεί (δυστυχώς χωρίς επιτυχία και χωρίς συνέπεια όπως θα δούμε παρακάτω) να πάρει σα βάση την παγκόσμια οικονομία στο σύνολό της, για να καθορίσει την τύχη των διαφόρων μερών της.
Συνδέοντας μεταξύ τους χώρες και ηπείρους, που έχουν φτάσει σε διαφορετικά επίπεδα εξέλιξης, μ΄ ένα σύστημα εξαρτήσεων και αντιθέσεων, πλησιάζοντας τα διάφορα επίπεδα ανάπτυξής τους και απομακρύνοντάς τα αμέσως ύστερα, αντιθέτοντας ανελέητα όλες τις ηπείρους μεταξύ τους, η παγκόσμια οικονομία έχει γίνει μια δυναμική πραγματικότητα που κυριαρχεί πάνω στις διάφορες χώρες και ηπείρους. Το θεμελιώδες αυτό γεγονός, από μόνο του, δίνει στην ίδια την ιδέα του Παγκόσμιου Κομμουνιστικού Κόμματος τον πιό ρεαλιστικό χαρακτήρα. Οδηγώντας την παγκόσμια οικονομία χοντρικά στο ανώτατο σημείο ανάπτυξης που μπορεί να φτάσει βασισμένη στην ατομική ιδιοκτησία, ο ιμπεριαλισμός, όπως ακριβώς το λέει το ΣΧέδιο στην εισαγωγή του : "οξύνει, εντείνοντας στο έπακρο, την αντίθεση που υπάρχει ανάμεσα στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της παγκόσμιας οικονομίας και τα φράγματα που χωρίζουν έθνη και κράτη".
Δεν είναι δυνατό να κάνει κανείς ούτε ένα μονάχα βήμα μπροστά στη λύση των μεγάλων προβλημάτων της παγκόσμιας πολιτικής και της επαναστατικής πάλης, αν δεν αφομοιώσει αυτή τη θέση, που εμφανίστηκε για πρώτη φορά σ΄ όλο της το μεγαλείο στη διάρκεια του τελευταίου ιμπεριαλιστικού πολέμου.
Η ριζική μετατόπιση του ίδιου του άξονα του Προγράμματος, που εγκαινιάζει το καινούργιο Σχέδιο δε θα μπορούσε παρά να επιδοκιμαστεί αν δεν είχε εισαγάγει στο Σχέδιο τις πιό ανιαρές αντιθέσεις επιθυμώντας να συμβιβάσει την παραπάνω θέση, που είναι η μόνη σωστή, με τάσεις ολότελα αντίθετου χαρακτήρα, αφαιρώντας έτσι κάθε αρχή από τον καινούργιο τρόπο αντιμετώπισης του ζητήματος.
2. ΟΙ ΕΝΩΜΕΝΕΣ ΠΟΛΙΤΕΙΕΣ ΚΑΙ Η ΕΥΡΩΠΗ
Για να χαρακτηρίσουμε το πρώτο ΣΧέδιο, που ευτυχώς εγκαταλείφτηκε από τότε, θα ήταν αρκετό να πούμε πώς, όσο μπορούμε να θυμόμαστε, ούτε καν μνημόνευε τις Ενωμένες Πολιτείες της Β. Αμερικής. Τα θεμελιώδη προβλήματα της ιμπεριαλιστικής εποχής, από τον ίδιο το χαρακτήρα της, δεν πρέπει να αντικρίζονται μονάχα μέσα από το πρίσμα της αφηρημένης έννοιας και της θεωρίας μά και να εξετάζεται το υλικό και ιστορικό περιεχόμενό τους. Στο πρώτο Σχέδιο λοιπόν αυτά χάνονταν μέσα στο αναιμικό σχήμα μιας καπιταλιστικής χώρας υπολογίσιμης "γενικά".
Το καινούργιο Σχέδιο (και υπάρχει προφανώς εδώ ένα σοβαρό βήμα μπροστά) μιλάει κιόλας για τη "μετατόπιση του οικονομικού κέντρου του κόσμου προς τις Ενωμένες Πολιτείες της Αμερικής", για τη "μεταμόρφωση της δημοκρατίας του δολαρίου, που γίνεται ο παγκόσμιος εκμεταλλευτής", για το ότι οι Ενωμένες Πολιτείες "έχουν κιόλας κατακτήσει την ηγεμονία του κόσμου", και τέλος λέει πώς ο ανταγωνισμός (το Σχέδιο χρησιμοποιεί την άστοχη έκφραση "διένεξη") που υπάρχει ανάμεσα στις Ενωμένες Πολιτείες και τον ευρωπαϊκό καπιταλισμό, με τον βρετανικό καπιταλισμό στην πρώτη γραμμή, "γίνεται ο άξονας των παγκόσμιων διενέξεων". Από τώρα έχει γίνει ολοφάνερο πώς ένα πρόγραμμα που δεν καθορίζει καθαρά και με ακρίβεια τα βασικά αυτά γεγονότα και συντελεστές της παγκόσμιας κατάστασης δεν έχει τίποτε το κοινό με το Πρόγραμμα του Κόμματος της Παγκόσμιας Επανάστασης.
Δυστυχώς, τα γεγονότα και οι βασικές τάσεις της παγκόσμιας εξέλιξης που παρουσιάστηκαν στη διάρκεια της καινούργιας εποχής, σημειώνονται μονάχα με το όνομά τους, θα έλεγε κανείς πώς είναι καρφιτσωμένα πάνω στο κείμενο του Σχεδίου, και παραθέτονται με μια μέθοδο θεωρητικής υπεκφυγής, χωρίς να είναι αδιάσπαστα δεμένα με ολόκληρη τη στρουχτούρα του Προγράμματος, χωρίς να οδηγούν σε συμπεράσματα από την άποψη των προοπτικών και της στρατηγικής.
Ο καινούργιος ρόλος που παίζει η Αμερική στην Ευρώπη από τότε που συνθηκολόγησε το γερμανικό Κομμουνιστικό Κόμμα, καθώς και η ήττα του γερμανικού προλεταριάτου το 1923, δε γίνονται αντικείμενα καμιάς εκτίμησης. Δεν έχει καθόλου εξηγηθεί ότι η περίοδος της "σταθεροποίησης", της "ομαλότητας" και της "ειρήνευσης" της Ευρώπης όπως και της "αναγέννησης" της σοσιαλδημοκρατίας, παρατάθηκε γιατί βρίσκεται σε άμεσο συσχετισμό, από υλική και πνευματική άποψη, με τα πρώτα βήματα της αμερικάνικης επέμβασης στις ευρωπαϊκές υποθέσεις.
Κι ακόμα δεν αποδείχνεται ότι η εξέλιξη που αναπόφευκτα θα ακολουθήσει την αμερικάνικη επέκταση, τον περιορισμό των αγορών του ευρωπαϊκού κεφαλαίου, ακόμα και στην ίδια την Ευρώπη, θα φέρει μαζί της τόσο μεγάλες στρατιωτικές, οικονομικές και επαναστατικές αναταραχές, που όμοιές τους δεν έχουμε γνωρίσει ποτέ μέχρι σήμερα.
Eπίσης δεν προσδιορίζεται ότι αφού οι Ενωμένες Πολιτείες θα συνεχίσουν οπωσδήποτε να εξασκούν πίεση πάνω στην καπιταλιστική Ευρώπη, αυτή θα βλέπει να περιορίζεται ολοένα και περισσότερο η συμμετοχή της στην παγκόσμια οικονομία, πράγμα που προφανώς σημαίνει πως οι σχέσεις ανάμεσα στα ευρωπαϊκά κράτη όχι μονάχα δεν θα καλυτερέψουν, μα, αντίθετα, θα αποκτήσουν μια υπέρμετρη ένταση που θα συνοδεύεται από βίαιους παροξυσμούς που θα διαλύουν αυτά τα κράτη μέσα σε πολεμικές συγκρούσεις. Πραγματικά, τα κράτη, το ίδιο όπως και οι τάξεις, παλεύουν με μεγαλύτερη μανία όταν πρόκειται να αποσπάσουν μια ισχνή μερίδα που θα ελαττώνεται διαρκώς, παρά όταν είναι πλουσιοπάροχα εφοδιασμένα.
Το Σχέδιο δεν εξηγεί ότι το εσωτερικό χάος, που οφείλεται στους ανταγωνισμούς ανάμεσα στα κράτη της Ευρώπης, αφαιρεί απ΄ αυτά κάθε ελπίδα να αντισταθούν κάπως σοβαρά και με επιτυχία στη Δημοκρατία της Βόρειας Αμερικής, που η συγκεντρωποίησή της μεγαλώνει ασταμάτητα. Να κυριαρχήσει πάνω στην ευρωπαϊκή σύγχυση με τις Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, να ποιό είναι το πρωταρχικό καθήκον της προλεταριακής επανάστασης, που είναι άπειρα πιο κοντά στην Ευρώπη παρά στην Αμερική(3) (κι ένας από τους λόγους, κι όχι ο μικρότερος, είναι ακριβώς η ύπαρξη των συνόρων ανάμεσα στα κράτη). Η προλεταριακή επανάσταση θα έχει λοιπόν, πιθανότατα, να υπερασπίσει τον εαυτό της ενάντια στην μπουρζουαζία της Βόρειας Αμερικής.
Από την άλλη μεριά, δε σημειώθηκε (κι αυτό είναι μια όψη το ίδιο σπουδαία του ίδιου παγκόσμιου προβλήματος) πώς ακριβώς η δύναμη των Ενωμένων Πολιτειών στον κόσμο και η ακαταμάχητη επέκταση που απορρέει απ΄ αυτήν, τις αναγκάζει να συσσωρεύουν στα θεμέλια του οικοδομήματός τους τις μπαρουταποθήκες ολόκληρου του κόσμου: όλους τους ανταγωνισμούς της Δύσης και της Ανατολής, την πάλη των τάξεων της γέρικης Ευρώπης, τις εξεγέρσεις των αποικιακών λαών, όλους τους πολέμους και όλες τις επαναστάσεις. Από τη μιά μεριά, αυτό κάνει τον καπιταλισμό της Βόρειας Αμερικής, στη διάρκεια της καινούργιας εποχής, τη βασική δύναμη της αντεπανάστασης που ενδιαφέρεται ολοένα και περισσότερο να διατηρηθεί "η τάξη" σ΄ όλες τις γωνιές της γήινης σφαίρας. Από την άλλη, είναι εκεί που προετοιμάζεται η τεράστια επαναστατική έκρηξη της παγκόσμιας αυτής ιμπεριαλιστικής δύναμης που κυριαρχεί ήδη και μεγαλώνει ασταμάτητα. Η λογική των σχέσεων που υπάρχουν στον κόσμο δείχνει πώς αυτή η ανάφλεξη δε θα μπορούσε να καθυστερήσει πολύ καιρό ύστερα από το ξέσπασμα της προλεταριακής επανάστασης στην Ευρώπη.
Επειδή είχαμε προσδιορίσει τη διαλεχτική των αμοιβαίων σχέσεων που συνδέουν την Ευρώπη και την Αμερική, είδαμε να εκτοξεύονται ενάντιά μας οι πιό διαφορετικές κατηγορίες: η κατηγορία ότι αρνούμαστε, σαν πατσιφιστές, τις αντιθέσεις που υπάρχουν στην Ευρώπη, η κατηγορία ότι αποδεχόμαστε τη θεωρία του υπεριμπεριαλισμού του Κάουτσκι, και πολλές άλλες. Δεν υπάρχει κανείς λόγος να σταματήσουμε σ΄ αυτές τις "κατηγορίες", που στην καλύτερη περίπτωση προέρχονται από μια πλήρη άγνοια των πραγματικών προτσές, όπως και της δικής μας στάσης απέναντι σ΄ αυτά. Ωστόσο, είναι κανείς υποχρεωμένος να σημειώσει πώς θα ήταν δύσκολο να καταναλωθούν περισσότερες δυνάμεις, για να μπερδευτεί και να θολώσει το παγκόσμιο αυτό πρόβλημα με την τεράστια σημασία, απ΄ όσες κατανάλωσαν, ανάμεσα σ΄ άλλους, οι συγγραφείς του Σχεδίου Προγράμματος στη μικροπρεπή πάλη τους που στρεφόταν ενάντια στον τρόπο που θέταμε το ζήτημα. Βλέπουμε, όμως, πώς αυτός επιβεβαιώνεται πέρα για πέρα από την πορεία των γεγονότων.
Τον τελευταίο καιρό μάλιστα έγιναν προσπάθειες στα βασικά όργανα του κομμουνιστικού Τύπου να μειωθεί, στα χαρτιά βέβαια, η σπουδαιότητα της ηγεμονίας της Αμερικής. Έκαναν υπαινιγμούς για την εμπορική και βιομηχανική κρίση που αναγγελλόταν στις Ενωμένες Πολιτείες. Δεν μπορούμε να σταματήσουμε εδώ για να εξετάσουμε το ειδικό ζήτημα το σχετικό με τη διάρκεια της αμερικάνικης κρίσης και το βάθος που θα μπορούσε ίσως να πάρει. Αυτό είναι ένα πρόβλημα συγκυρίας κι όχι προγράμματος. Είναι ολοφάνερο και δεν αμφιβάλλουμε καθόλου πώς η κρίση είναι αναπόφευκτη. Δεν αρνιόμαστε καθόλου πώς είναι δυνατόν η κρίση να είναι από τώρα κιόλας πολύ βαθιά και πολύ τραχιά, σε σχέση με την παγκόσμια έκταση που έχει αποκτήσει τώρα ο αμερικάνικος καπιταλισμός. Η προσπάθεια όμως που γίνεται να συμπεράνουν απ΄ αυτό πώς η ηγεμονία των Ενωμένων Πολιτειών περιορίζεται ή αδυνατίζει δεν ανταποκρίνεται καθόλου στην πραγματικότητα. Αυτό δεν μπορεί παρά να γεννήσει χοντροκομμένα σφάλματα στρατηγικής σημασίας, γιατί είναι ακριβώς το αντίθετο που αληθεύει. Στην εποχή της κρίσης η ηγεμονία των Ενωμένων Πολιτειών θα γίνει πιο αισθητή, πιο πλήρης, πιό καθαρή, πιό ανελέητη απ΄ ότι ήταν στην περίοδο της ανάπτυξης. Η Αμερική θα κατανικήσει και θα ξεπεράσει τις δυσκολίες και τις αναταραχές της πριν απ΄ όλα σε βάρος της Ευρώπης. Λίγο ενδιαφέρει αν αυτό γίνει στην Ασία, τον Καναδά, τη Λατινική Αμερική ή στην ίδια την Ευρώπη, αν αυτό γίνει με "ειρηνικό" ή στρατιωτικό τρόπο.
Πρέπει να καταλάβουμε καθαρά πώς αν η πρώτη περίοδος της αμερικάνικης επέμβασης έφερε στην Ευρώπη τη σταθεροποίηση και την ειρήνευση, που ως ένα μεγάλο βαθμό υπάρχουν ακόμα και τώρα και μπορούν μάλιστα επεισοδιακά να αναγεννιούνται και να ξαναδυναμώνουν, (προπαντός σε περιπτώσεις καινούργιων ηττών του προλεταριάτου), αντίθετα η γενική γραμμή της αμερικάνικης πολιτικής, προπαντός αν η οικονομία της σκοντάψει σε δυσκολίες και σε κρίσεις, θα προκαλέσει στην Ευρώπη όπως και σ΄ ολόκληρο τον κόσμο μεγάλους κλονισμούς.
Απ΄ αυτό βγαίνει το πολύ σπουδαίο συμπέρασμα πώς οι επαναστατικές καταστάσεις δε θα λείψουν στη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας, όπως δεν έλειψαν από τη δεκαετία που πάει να κλείσει. Αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο είναι να κατανοήσουμε τα βασικά αίτια του ξετυλίγματος των γεγονότων, για να μην μας αιφνιδιάσουν με το ξέσπασμά τους. Αν στη διάρκεια της περασμένης δεκαετίας η βασική πηγή των επαναστατικών καταστάσεων ήταν τα άμεσα αποτελέσματα του ιμπεριαλιστικού πολέμου, αντίθετα, στη διάρκεια της καινούργιας μεταπολεμικής δεκαετίας, τέτοιες καταστάσεις θα γεννηθούν κυρίως από τις αμοιβαίες σχέσεις Ευρώπης και Αμερικής. Μια μεγάλη κρίση στις Ενωμένες Πολιτείες θα σήμαινε ξανά το εγερτήριο σάλπισμα των πολέμων και των επαναστάσεων. Το επαναλαμβάνουμε: οι επαναστατικές καταστάσεις δε θα λείψουν. Ολο το ζήτημα εξαρτάται από το διεθνιστικό κόμμα του προλεταριάτου, από την ωριμότητα και την ικανότητα για πάλη της Κομμουνιστικής Διεθνούς, από την κατανόηση που αυτή θα δείξει στην επεξεργασία της ταχτικής της.
Ολόκληρη αυτή η σειρά των ιδεών δεν έχει καθόλου εκφραστεί στο Σχέδιο Προγράμματος της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Ένα τόσο σπουδαίο γεγονός όπως "η μετατόπιση του οικονομικού κέντρου του κόσμου προς τις Ενωμένες Πολιτείες" φαίνεται να σημειώθηκε ευκαιριακά, σα μια δημοσιογραφική παρατήρηση, τίποτε παραπάνω. Είναι εντελώς αδύνατο να δικαιολογηθεί αυτό με το επιχείρημα της έλλειψης χώρου: πραγματικά, τα θεμελιώδη προβλήματα δεν είναι εκείνα ακριβώς που πρέπει να αναπτυχθούν σ΄ ένα πρόγραμμα; Με την ευκαιρία πρέπει να σημειώσουμε πώς το Σχέδιο επεκτείνεται πάρα πολύ σε προβλήματα δεύτερης και τρίτης σειράς, αν μάλιστα αφήσουμε στην άκρη το σκοτεινό του ύφος και τις πολυάριθμες επαναλήψεις του. Θα μπορούσε κανείς εξαλείφοντάς τες να περιορίσει το Πρόγραμμα το λιγότερο κατά το ένα του τρίτο.
3. ΤΟ ΣΥΝΘΗΜΑ ΤΩΝ ΕΝΩΜΕΝΩΝ ΣΟΒΙΕΤΙΚΩΝ ΠΟΛΙΤΕΙΩΝ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ
Τίποτε δεν μπορεί να δικαιολογήσει την εξάλειψη, από το καινούργιο Σχέδιο Προγράμματος, του συνθήματος των Ενωμένων Σοβιετικών Πολιτειών της Ευρώπης, που είχε υιοθετηθεί από την Κομμουνιστική Διεθνή το 1923, ύστερα από μια αρκετά μακρόχρονη εσωτερική πάλη (4)
Ή μήπως οι συγγραφείς θέλουν να "επανέλθουν" στη στάση που κράτησε ο Λένιν στα 1915 απέναντι σ΄ αυτό το ζήτημα; Μα γι΄ αυτό πρέπει να το καταλάβουμε καλά.
Όπως καθένας ξέρει, στην πρώτη περίοδο του πολέμου, ο Λένιν δίσταζε να χρησιμοποιήσει αυτό το σύνθημα. Αρχικά πέρασε στις θέσεις του "Σοσιαλδημοκράτη", (το κεντρικό όργανο του Κόμματος εκείνη την εποχή), σε συνέχεια ο Λένιν το απόρριψε. Αυτό μονάχα, δείχνει ότι δεν το απόκρουε γενικά για λόγους αρχής, μα θα έπρεπε να το κρίνει αυστηρά από την άποψη της ταχτικής. Οτι ζύγιζε τις θετικές και τις αρνητικές πλευρές του αντικρίζοντας το από τη σκοπιά του δοσμένου σταδίου. Είναι περιττό να πούμε πώς ο Λένιν δε δεχόταν ότι οι καπιταλιστικές Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης μπορούσαν να γίνουν πραγματικότητα. Κι εγώ αντιμετώπιζα τα πράγματα με τον ίδιο τρόπο, αφού προωθούσα το σύνθημα των Ενωμένων Πολιτειών αποκλειστικά σα μορφή του μελλοντικού κράτους της δικτατορίας του προλεταριάτου στην Ευρώπη.
Έγραφα:
"Η σχετικά πλήρης οικονομική ένωση της Ευρώπης από τα πάνω, που θα ήταν το αποτέλεσμα μιας συμμαχίας ανάμεσα στις καπιταλιστικές κυβερνήσεις, είναι μια ουτοπία. Έτσι τα πράγματα δεν μπορούν να πάνε πιό μακριά από επιμέρους συμβιβασμούς και ημίμετρα. Κατά συνέπεια η ίδια η οικονομική ένωση της Ευρώπης, που υπόσχεται τεράστια πλεονεχτήματα στους παραγωγούς και τους καταναλωτές, όπως και στην ανάπτυξη γενικά της κουλτούρας, γίνεται το επαναστατικό καθήκον του ευρωπαϊκού προλεταριάτου που παλεύει ενάντια στον ιμπεριαλιστικό προτεξιονισμό και το όργανό του το μιλιταρισμό", (Τρότσκι: "Πρόγραμμα Ειρήνης", Τομ. 3ος, μέρος 1, σελ. 85).
Και πιο κάτω:
"Οι Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης αποτελούν πριν απ΄ όλα μια μορφή, τη μοναδική μορφή που θα μπορούσε κανείς να κατανοήσει, της δικτατορίας του ευρωπαϊκού προλεταριάτου", (Τρότσκι: "Πρόγραμμα Ειρήνης", Τομ. 3ος, μέρος 1, σελ. 92).
Σ΄ αυτήν όμως την περίοδο ο Λένιν έβλεπε ορισμένους κινδύνους ακόμα και σ΄ αυτόν τον τρόπο παρουσίασης του ζητήματος. Δεδομένου ότι δεν είχε ακόμα αποκτηθεί η εμπειρία της δικτατορίας του προλεταριάτου σε μια μόνη χώρα, κι ότι έλλειπε η θεωρητική σαφήνεια σ΄ ότι αφορά αυτό το ζήτημα, ακόμα και από την αριστερή πτέρυγα της τότε Σοσιαλδημοκρατίας, το σύνθημα των Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης μπορούσε να γεννήσει μια αντίληψη σύμφωνα με την οποία η προλεταριακή επανάσταση θα έπρεπε να αρχίσει ταυτόχρονα το λιγότερο πάνω σ΄ ολόκληρη την ευρωπαϊκή ήπειρο. Απέναντι σ΄ αυτόν ακριβώς τον κίνδυνο ο Λένιν μας καθιστούσε προσεκτικούς. Πάνω όμως σ΄ αυτό το ζήτημα δεν είχα ούτε μια σκιά διαφωνίας με τον Λένιν.
Έγραφα από τότε:
"Το ότι καμιά χώρα δεν πρέπει "να περιμένει" τις άλλες στην πάλη της, αυτό είναι μια στοιχειώδης σκέψη, που είναι χρήσιμο και αναγκαίο να την επαναλαβαίνουμε, για να μην μπορεί κανείς να αντικαταστήσει την ιδέα της παράλληλης διεθνιστικής δράσης με την ιδέα της διεθνιστικής αδράνειας μέσα στη συμμαχία. Χωρίς να περιμένουμε τους άλλους, αρχίζουμε και συνεχίζουμε την πάλη πάνω στο εθνικό έδαφος έχοντας την πλήρη βεβαιότητα ότι η πρωτοβουλία μας θα δώσει μιαν έξαρση στην πάλη των άλλων χωρών", (Τρότσκι: "1917", Τομ. 3ος, μέρος Ι, σελ. 90).
Σε συνέχεια ακολουθούν εκείνα ακριβώς τα λόγια μου πού ο Στάλιν παράθεσε στην 7η Ολομέλεια της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς σαν την πιό επικίνδυνη έκφραση του "τροτσκισμού", δηλαδή της "δυσπιστίας" απέναντι στις εσωτερικές δυνάμεις της επανάστασης και στην ελπίδα μιας βοήθειας από το εξωτερικό.
"Ki αν αυτό δε γινόταν (δηλ. η επέκταση της επανάστασης στις άλλες χώρες Λ.Τ.), δεν υπήρχε καμιά ελπίδα που να μας κάνει να πιστεύουμε (όπως το μαρτυράει η ιστορική πείρα και οι θεωρητικοί υπολογισμοί0 πώς μια επαναστατική Ρωσία θα μπορούσε να αντισταθεί μπροστά σε μια συντηρητική Ευρώπη, ή πώς μια σοσιαλιστική Γερμανία θα μπορούσε να επιζήσει απομονωμένη μέσα στον καπιταλιστικό κόσμο", (Τρότσκι: "1917", Τομ. 3ος, μέρος Ι, σελ. 90).
Πάνω σ΄ αυτό το τσιτάτο και σε δυο ή τρία άλλα του ίδιου είδους βασίστηκε η καταδίκη που απαγγέλθηκε από την 7η Ολομέλεια ενάντια στον "τροτσκισμό", που κράτησε τάχα σ΄ αυτό το "βασικό ζήτημα" μια στάση "που δεν έχει τίποτε το κοινό με το λενινισμό". Ας σταματήσουμε λοιπόν ένα λεπτό για να ακούσουμε τον ίδιο τον Λένιν.
Στις 7 Μάρτη 1918 έλεγε απαφορμή την ειρήνη του Μπρέστ - Λιτόβσκ:
"Αυτό είναι ένα μάθημα, γιατί είναι απόλυτα πώς χωρίς τη γερμανική επανάσταση θα συντριβούμε". (Λένιν: "Άπαντα", Τόμος 15ος, σελ. 132).
Μια βδομάδα αργότερα:
"Ο παγκόσμιος ιμπεριαλισμός και δίπλα του η θριαμβευτική πορεία της σοσιαλιστικής επανάστασης δεν μπορούν να συνυπάρχουν", (Λένιν: "Άπαντα", Τόμος. 15ος, σελ. 175).
Μερικές βδομάδες αργότερα, ο Λένιν έλεγε πάλι:
"Το γεγονός ότι είμαστε καθυστερημένοι μας έσπρωξε μπροστά. Αν δεν ξέρουμε να κρατήσουμε μέχρι τη στιγμή που θα συναντήσουμε το δυναμικό στήριγμα των εξεγερμένων εργατών των άλλων χωρών, θα συντριβούμε", (Λένιν: "Άπαντα", Τόμος 15ος, σελ. 187, υπογραμμισμένο από μας).
Μήπως όμως όλα΄ αυτά ειπώθηκαν κάτω από την ιδιαίτερη επίδραση της κρίσης του Μπρέστ - Λιτόβσκ: Όχι, το Μάρτη του 1919 ο Λένιν επαναλαμβάνει για άλλη μια φορά:
"Ζούμε όχι μονάχα σε ένα κράτος, μα σ΄ ένα σύστημα κρατών. Δεν μπορεί κανείς να διανοηθεί ότι μια Σοβιετική Δημοκρατία υπάρχει για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα δίπλα στα ιμπεριαλιστικά κράτη. Στο τέλος του λογαριασμού ο ένας από τους δύο θα νικήσει", (Λένιν: "Άπαντα", Τόμος 16ος, σελ. 102).
Ενα χρόνο μετά, στις 7 του Απρίλη 1920, ο Λένιν υπενθύμιζε ακόμα:
"Ο καπιταλισμός, αν τον υπολογίσει κανείς σε παγκόσμια κλίμακα, συνεχίζει να είναι πιο ισχυρός από την εξουσία των Σοβιέτ, κι όχι μονάχα από στρατιωτική, μα κι από οικονομική άποψη. Από τη βασική αυτή θέση πρέπει πάντα να ξεκινάμε και να μην την ξεχνάμε ποτέ", (Λένιν: "Άπαντα", Τόμος 17ος, σελ. 102).
Στις 27 του Νοέμβρη 1920, απαφορμή το πρόβλημα των παραχωρήσεων Λένιν έλεγε:
"Για την ώρα περάσαμε από τον πόλεμο στην ειρήνη, δεν ξεχνούμε όπως πώς ο πόλεμος θα ξανάρθει πάλι. Οσο καιρό επιζούν ο καπιταλισμός και ο σοσιαλισμός δεν μπορούμε να ζήσουμε ειρηνικά: στο τέλος του λογαριασμού, ο ένας από τους δυο θα νικήσει. Θα ψάλλει κανείς τη νεκρώσιμη ακολουθία είτε της Δημοκρατίας των Σοβιέτ, είτε του παγκόσμιου καπιταλισμού. Αυτό είναι μια αναβολή του πολέμου", (Λένιν: "Άπαντα", Τομ. 17ος, σελ. 398).
Μήπως όμως η κατοπινή ύπαρξη της Δημοκρατίας των Σοβιέτ ανάγκασε τον Λένιν "να αναγνωρίσει το λάθος του" και να απαρνηθεί "τη δυσπιστία του απέναντι στις εσωτερικές δυνάμεις" της Οχτωβριανής Επανάστασης;
Ο Λένιν στο 3ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς, δηλαδή τον Ιούλη του 1921, επανέλαβε ότι:
"Έτσι δημιουργήθηκε μια ισορροπία εξαιρετικά επισφαλής, εξαιρετικά ασταθής, μα τελικά μια ισορροπία τέτοια που επιτρέπει στη Σοσιαλιστική Δημοκρατία να υπάρχει, βέβαια όχι για πολύ καιρό, μέσα σε μια καπιταλιστική περικύκλωση", (Λένιν: "Θέσεις πάνω στην ταχτική του Κομμουνιστικού Κόμματος Ρωσίας").
Κι όχι μόνο αυτό: στις 5 του Ιούλη 1921 ο Λένιν δήλωσε ανοιχτά στο Συνέδριο:
"Για μας ήταν ξεκάθαρο πώς χωρίς την υποστήριξη της παγκόσμιας διεθνιστικής επανάστασης ο θρίαμβος της προλεταριακής μας επανάστασης ήταν αδύνατος. Ήδη πρίν από την επανάσταση, όπως κι ύστερα απ΄ αυτήν, σκεπτόμασταν: στη συνέχεια ή το πολύ-πολύ μέσα σ΄ ένα πολύ μικρό χρονικό διάστημα θα εκραγεί η επανάσταση στις καθυστερημένες χώρες και σ΄ αυτές που είναι περισσότερο αναπτυγμένες από καπιταλιστική άποψη, ή σε αντίθετη περίπτωση θα συντριβούμε. Αν και είχαμε πλήρη συνείδηση αυτού του γεγονότος, κάναμε το παν, μέσα σ΄ οποιεσδήποτε περιστάσεις, για να διατηρήσουμε με κάθε θυσία το σοβιετικό σύστημα, γιατί ξέραμε πώς δουλεύουμε όχι μονάχα για τους εαυτούς μας, μα και για την παγκόσμια επανάσταση", (Λένιν: "Άπαντα", Τόμος 18ος, Μέρος Ι, σελ. 321).
Πόσο αυτά τα λόγια, μεγάλα στην απλότητά τους, ολότελα διαποτισμένα από το διεθνιστικό πνεύμα, απέχουν από τα σημερινά ευρήματα των περιαυτολόγων επιγόνων!
Όπως και να ΄χει, έχουμε το δικαίωμα να ρωτήσουμε: σε τι διαφέρουν όλες αυτές οι δηλώσεις του Λένιν από την πεποίθηση που έκφραζα το 1915, ότι η μελλοντική επαναστατική Ρωσία ή η σοσιαλιστική Γερμανία δε θα μπορούσαν να επιζήσουν "απομονωμένες μέσα σ΄ έναν καπιταλιστικό κόσμο"; Οι προθεσμίες παρουσιάζονται διαφορετικές από ότι είχαν προσδιοριστεί στις προβλέψεις, όχι μονάχα στις δικές μου, μα και στις προβλέψεις του Λένιν. Η βασική ιδέα, όμως, διατηρεί όλη της την αξία, και σήμερα, ίσως περισσότερο από ποτέ. Αντί να την καταδικάζουμε λοιπόν, όπως το έκανε η 7η Ολομέλεια, βασισμένη σε μια έκθεση, που δεν είχε τέτοια δικαιοδοσία και της έλλειπε η καλή πίστη, είναι απαραίτητο να την εισάγουμε στο Πρόγραμμα της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Για να υπερασπίσουμε το σύνθημα των Ενωμένων Σοβιετικών Πολιτειών της Ευρώπης σημειώναμε στα 1915 πώς ο νόμος της ανισόμερης εξέλιξης δεν αποτελεί από μόνος του ένα επιχείρημα ενάντια σε αυτό το σύνθημα. Πραγματικά, η ανισότητα της ιστορικής ανάπτυξης είναι με τη σειρά της άνιση σε σχέση με τα διάφορα κράτη και ηπείρους: οι Ευρωπαϊκές χώρες αναπτύσσονται συγκριτικά άνισα η μια με την άλλη, ωστόσο μπορεί κανείς να πει με απόλυτη βεβαιότητα πώς από ιστορική άποψη δεν υπάρχει προηγούμενο, τουλάχιστον στη διάρκεια της ιστορικής εποχής που μπορεί κανείς να εξετάσει, που μια απ΄ αυτές τις χώρες, να ξεπέρασε τις άλλες τόσο όσο η Αμερική ξεπέρασε την Ευρώπη. Υπάρχει μια κλίμακα ανισότητας για την Αμερική και μια άλλη για την Ευρώπη. Οι ιστορικές και γεωγραφικές συνθήκες καθόρισαν από τα πριν ανάμεσα στις χώρες της Ευρώπης μια οργανική συνάφεια τόσο ουσιώδη ώστε δεν μπορούν με κανέναν τρόπο να ξεφύγουν απ΄ αυτήν. ΟΙ σημερινές αστικές ευρωπαϊκές κυβερνήσεις μοιάζουν με δολοφόνους δεμένους στο ίδιο άρμα. Όπως έχουμε κιόλας πει η επανάσταση στην Ευρώπη θα έχει σε τελευταία ανάλυση μια αποφασιστική σπουδαιότητα για την Αμερική. Μα άμεσα, με τον πιο κοντινό ιστορικό υπολογισμό, η επανάσταση στη Γερμανία θα έχει πολύ πιο μεγάλη σπουδαιότητα για τη Γαλλία παρά για τις Ενωμένες Πολιτείες της Βόρειας Αμερικής. Από αυτή τη σχέση που δημιούργησε η Ιστορία, βγαίνει η πολιτική ζωτικότητα του συνθήματος της Ομοσπονδίας των Σοβιέτ της Ευρώπης. Μιλάμε για ζωτικότητα σχετική γιατί από μόνο του βγαίνει πώς αυτή η Ομοσπονδία θα απλωθεί διαμέσου της τεράστιας γέφυρας της Σοβιετικής Ένωσης προς την Ασία και θα μπει στη συνέχεια στην Ένωση των παγκόσμιων σοσιαλιστικών δημοκρατιών. Μα αυτή θα είναι πια η δεύτερη εποχή ή το δεύτερο κεφάλαιο που θα ακολουθήσει την ιμπεριαλιστική περίοδο. Όταν θα φτάσουμε εκεί θα βρούμε τις φόρμουλες που θα τους ταιριάζουν.
Μπορεί να αποδειχτεί και με άλλα αποσπάσματα πώς η διαφωνία του 1915 με τον Λένιν ανήκε αυστηρά στον τομέα της ταχτικής και είχε από την ίδια τη φύση της έναν προσωρινό χαρακτήρα. Μα η πορεία που ακολούθησαν τα γεγονότα είναι η καλύτερη απόδειξη: το 1923, η Κομμουνιστική Διεθνής υιοθέτησε το αμφισβητούμενο σύνθημα. Αν το 1915 δε γινόταν δεκτό για λόγους αρχής, όπως προσπαθούν να εξηγήσουν τώρα οι συγγραφείς του Σχεδίου Προγράμματος, η Κομμουνιστική Διεθνής δε θα μπορούσε να το υιοθετήσει οκτώ χρόνια αργότερα. Πιστεύουμε πώς ο νόμος της ανισόμερης εξέλιξης δεν έπαψε να λειτουργεί στο μικρό αυτό χρονικό διάστημα.
Κάθε τρόπος τοποθέτησης του ζητήματος που σκιαγραφήθηκε πιό πάνω ξεκινάει από το δυναμισμό του επαναστατικού προτσές αντικρισμένο στο σύνολό του. Η παγκόσμια επανάσταση υπολογίζεται σα μια διαδικασία που έχει το δικό της αυτοδυναμισμό, που δεν μπορεί να προβλεφθεί στο σύνολό της καθορίζοντας από τα πρίν τη διαδοχή όλων των φάσεών της, μα που τα γενικά ιστορικά χαρακτηριστικά της είναι ολότελα καθαρά. Αν αυτό δεν το κατανοήσουμε, είναι τελείως αδύνατο να προσανατολιστούμε σωστά στην πολιτική.
Τα πράγματα όμως αλλάζουν ριζικά αν πάρει κανείς σαν αφετηρία την ιδέα της σοσιαλιστικής εξέλιξης που πραγματοποιείται κι ακόμα ολοκληρώνεται σε μια μόνη χώρα. Υπάρχει τώρα μια "θεωρία" που υποστηρίζει πώς η πλήρης οικοδόμηση του σοσιαλισμού είναι τάχα δυνατή σε μια μόνη χώρα, και πώς οι σχέσεις ανάμεσα σ΄ αυτή τη χώρα και τον καπιταλιστικό κόσμο μπορούν να βασίζονται στην "ουδετεροποίηση" της παγκόσμιας μπουρζουαζίας (Στάλιν). Αν υιοθετήσει κανείς αυτή την άποψη, που στο βάθος είναι εθνικο-ρεφορμιστική κι όχι επαναστατικο-διεθνιστική, η αναγκαιότητα του συνθήματος των Ενωμένων Πολιτειών της Ευρώπης εξαφανίζεται, ή το λιγότερο εξασθενίζει. Απεναντίας, μας φαίνεται σπουδαίο και αναγκαίο να επιζήσει, γιατί περιέχει την καταδίκη της ιδέας της σοσιαλιστικής εξέλιξης που περιορίζεται σε μια μόνη χώρα. Για το προλεταριάτο κάθε ευρωπαϊκής χώρας, σε πολύ πιο μεγάλο βαθμό απ΄ όσο για την ΕΣΣΔ (εδώ όμως δεν υπάρχει παρά μια διαφορά βαθμού), η επέκταση της επανάστασης στις γειτονικές χώρες, η βοήθεια που θα του δοθεί μέσα σ΄ αυτές τις χώρες με τη δύναμη των όπλων, είναι μια από τις πιό επείγουσες αναγκαιότητες. Κι αυτό βγαίνει όχι από υπολογισμούς μιας αφηρημένης διεθνιστικής αλληλεγγύης, που από μόνη της δεν είναι σε θέση να κινητοποιήσει τις τάξεις, μα από ένα επιχείρημα που διατυπώθηκε εκατοντάδες φορές από τον Λένιν: εμείς δε θα μπορέσουμε να κρατηθούμε αν η παγκόσμια επανάσταση δε μας βοηθήσει την κατάλληλη στιγμή. Το σύνθημα των Ενωμένων Σοβιετικών Πολιτειών ανταποκρίνεται σ΄ αυτό το δυναμισμό της προλεταριακής επανάστασης. Η προλεταριακή επανάσταση δεν ξεσπάει ταυτόχρονα σ΄ όλες τις χώρες, μα απλώνει από τη μια χώρα στην άλλη, κι απαιτεί να υπάρχει ανάμεσα σ΄ αυτές η πιο στενή σχέση, και πρώτα απ΄ όλα πάνω στο ευρωπαϊκό έδαφος, τόσο για να υπερασπιστεί τον εαυτό της ενάντια στους ισχυρούς εξωτερικούς εχθρούς, όσο και για τις ανάγκες οργάνωσης της οικονομίας.
Είναι αλήθεια πώς θα μπορούσε κανείς να επιχειρήσει να αντιτάξει το γεγονός ότι ύστερα από την κρίση του Ρούρ, που ήταν η τελευταία ακριβώς ώθηση που συνέτεινε στην υιοθέτηση αυτού του συνθήματος, το σύνθημα αυτό δεν έπαιξε πια σπουδαίο ρόλο στην αγκιτάτσια των ευρωπαϊκών Κομμουνιστικών Κομμάτων και δεν μπόρεσε, κατά κάποιο τρόπο, να ριζώσει. Μα συμβαίνει ακριβώς το ίδιο με τα συνθήματα της Κυβέρνησης Εργατών, των Σοβιέτ, κλπ., με άλλα λόγια με όλα τα συνθήματα που πρέπει να προηγούνται άμεσα της επανάστασης. Αυτό βρίσκει την εξήγησή του στο γεγονός ότι, αντίθετα με τις εσφαλμένες από πολιτική άποψη εκτιμήσεις του 5ου Συνεδρίου, το επαναστατικό κίνημα βρίσκεται σε παρακμή από το τέλος του 1923 στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Και γι΄ αυτό ακριβώς θα ήτανε ολέθριο να επεξεργαστούμε ένα πρόγραμμα ή ορισμένα μέρη του επηρεασμένοι από αυτή την περίοδο. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που το σύνθημα των Ενωμένων Σοβιετικών Πολιτειών της Ευρώπης υιοθετήθηκε, ενάντια σ΄ όλες τις προκαταλήψεις, ακριβώς το 1923, τότε που περιμέναμε το ξέσπασμα της επανάστασης στη Γερμανία και που τα προβλήματα των αμοιβαίων σχέσεων ανάμεσα στα κράτη της Ευρώπης είχαν αποκτήσει μια ιδιαίτερη τραχύτητα. Κάθε νέα επιδείνωση της εσωτερικής κρίσης της Ευρώπης, και για ένα λόγο παραπάνω της παγκόσμιας κρίσης, αν αυτή είναι αρκετά βαθιά για να θέσει ξανά τα θεμελιώδη προβλήματα της πολιτικής, θα δημιουργεί συνθήκες απόλυτα ευνοϊκές για την υιοθέτηση του συνθήματος των Ενωμένων Σοβιετικών Πολιτειών της Ευρώπης. Είναι επομένως ριζικό λάθος να το παρασιωπούμε στο Πρόγραμμα, χωρίς ωστόσο να το απορρίπτουμε, μ΄ άλλα λόγια να το κρατάμε κατά κάποιο τρόπο σαν εφεδρεία, "για κάθε ενδεχόμενο". Στα ζητήματα αρχών η πολιτική της ρεζέρβας δεν αξίζει τίποτε.
4. ΤΟ ΚΡΙΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΔΙΕΘΝΙΣΜΟΥ
Όπως ήδη γνωρίζουμε το Σχέδιο κάνει μια προσπάθεια που οπωσδήποτε αξίζει να επαινεθεί: την προσπάθεια να πάρει στη δομή του σαν αφετηρία την παγκόσμια οικονομία και τις τάσεις που υπάρχουν στο εσωτερικό της. Η "Πράβδα" έχει ολότελα δίκιο όταν γράφει πώς σ΄ αυτό βασικά διαφέρουμε από την εθνικιστική και πατριωτική σοσιαλδημοκρατία. Μονάχα όταν ξεκινήσει κανείς από την παγκόσμια οικονομία που κυριαρχεί στα διάφορα μέρη της μπορεί να επεξεργαστεί το πρόγραμμα του διεθνιστικού κόμματος του προλεταριάτου. Μα ακριβώς κρίνοντας τις θεμελιώδεις τάσεις εξέλιξης του κόσμου, το Σχέδιο όχι μονάχα αποκαλύπτει τα κενά που το εξευτελίζουν, πράγμα που σημειώσαμε πιό πάνω, μα και καταντάει σε ορισμένα μέρη τερατώδικα μονόπλευρο, οδηγώντας έτσι σε χοντροκομμένα λάθη.
Επανειλημμένα, κι όχι πάντα ευκαιριακά, το Σχέδιο αναφέρεται στο νόμο της ανισόμερης εξέλιξης του καπιταλισμού, παρουσιάζοντάς τον σα θεμελιώδη νόμο του και καθοριστικό σχεδόν για όλα. Μια ουσιώδες από θεωρητική άποψη, βασίζονται πάνω στην εσφαλμένη και μονόπλευρη αντίληψη, ούτε μαρξιστική, ούτε λενινιστική, του νόμου της ανισόμερης εξέλιξης.
Στο πρώτο του κεφάλαιο το Σχέδιο γράφει:
"Η ανισομέρεια της οικονομικής και πολιτικής εξέλιξης είναι ένας απόλυτος νόμος του καπιταλισμού. Η ανισομέρεια αυτή αυξάνει και εντείνεται ακόμα περισσότερο στην εποχή του ιμπεριαλισμού".
Ακριβώς. Αυτή η διατύπωση καταδικάζει τον τρόπο με τον οποίο ο Στάλιν έθεσε τελευταία το ζήτημα, βεβαιώνοντας πως ο νόμος τάχα της ανισόμερης εξέλιξης ήταν άγνωστος για τον Μαρξ και τον Εγκελς , πως διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον Λένιν. Στις 15 του Σεπτέμβρη 1925 ο Στάλιν έγραφε πώς ο Τρότσκι δεν κάνει καθόλου καλά που βασίζεται πάνω στον Εγκελς που έγραφε σε μια εποχή "όπου δεν μπορούσε ούτε καν να γίνει λόγος(!!!) για το νόμο της ανισόμερης εξέλιξης των καπιταλιστικών χωρών" Αν και αυτά τα λόγια φαίνονται απίθανα, ωστόσο ο Στάλιν, ένας από τους συγγραφείς του Σχεδίου, τα επανέλαβε περισσότερο από μια φορά. Το κείμενο του Σχεδίου κάνει σ΄ αυτό το σημείο ένα βήμα μπροστά όπως βλέπουμε. Αν ωστόσο αφήσει κανείς στην άκρη αυτή την επανόρθωση που μπαλώνει ένα στοιχειώδες λάθος, αυτό που το Σχέδιο λέει για το νόμο της ανισόμερης εξέλιξης εμφανίζεται πραγματικά μονόπλευρο και ακρωτηριασμένο.
Πρώτα - πρώτα θα ήτανε πιο σωστό να πούμε πώς ολόκληρη η ιστορία της ανθρωπότητας εκτυλίσσεται κάτω από το σχήμα της ανισόμερης εξέλιξης. Ο καπιταλισμός βρίσκει ήδη τα διάφορα μέρη της ανθρωπότητας σε διαφορετικούς βαθμούς εξέλιξης, που καθένα περιέχει βαθιές εσωτερικές αντιφάσεις. Η τεράστια ποικιλία των επιπέδων και η ασυνήθιστη ανισότητα του ρυθμού ανάπτυξης των διαφόρων μερών της ανθρωπότητας στη διάρκεια διαφορετικών περιόδων αποτελούν τη θέση αναχώρησης του καπιταλισμού. Ο καπιταλισμός μονάχα βαθμιαία κυριαρχεί πάνω στην ανισότητα που κληρονόμησε, τη διαθλά και την τροποποιεί με τις δικές του μέθοδες και προχωρώντας στους δικούς του δρόμους. Διακρινόμενος σ΄ αυτό από τα προηγούμενα οικονομικά συστήματα, ο καπιταλισμός έχει σαν ιδιότητα να τείνει συνεχώς προς την οικονομική επέκταση, να διεισδύει σε καινούργιες περιοχές, να κατανικά τις οικονομικές διαφορές, να μεταμορφώνει τις περιφερειακές και εθνικές οικονομίες, που ήταν κλεισμένες στον εαυτό τους, σ΄ ένα σύστημα συγκοινωνούντων δοχείων, να πλησιάζει έτσι, να εξισώνει τα οικονομικά και πολιτιστικά επίπεδα των πιο προχωρημένων και των πιό καθυστερημένων χωρών. Χωρίς το βασικό αυτό προτσές δεν μπορεί κανείς να κατανοήσει τη σχετική ισοπέδωση πρώτα της Ευρώπης και της Αγγλίας, σε συνέχεια της Αμερικής και της Ευρώπης, την εκβιομηχάνιση των αποικιών, που ελαττώνει την απόσταση που υπάρχει ανάμεσα στην Ινδία και τη Μεγάλη Βρετανία όπως κι όλες τις συνέπειες των διαδικασιών που απαριθμήσαμε και που πάνω τους βασίζεται όχι μονάχα το Πρόγραμμα, μα και η ίδια η ύπαρξη της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Μα πλησιάζοντας τις χώρες και εξισώνοντας τα επίπεδα ανάπτυξής τους, ο καπιταλισμός ενεργεί με τις δικές του μέθοδες, δηλαδή με τις αναρχικές μέθοδες, που υποσκάπτουν συνεχώς την ίδια την εργασία του, αντιθέτοντας τη μια χώρα στην άλλη, τον ένα κλάδο παραγωγής στον άλλο, ευνοώντας την ανάπτυξη ορισμένων μερών της παγκόσμιας οικονομίας, φρενάροντας και ρίχνοντας πίσω άλλα μέρη της. Μονάχα ο συνδυασμός αυτών των δυο θεμελιακών τάσεων, κεντρόφυγων και κεντρομόλων, ισοπέδωσης και ανισότητας, που και οι δυό είναι αποτέλεσμα της ίδιας της φύσης του καπιταλισμού, μας εξηγεί τη ζωντανή περιπλοκή του ιστορικού προτσές.
Εξαιτίας της καθολικότητας, της ευκινησίας, της διασποράς του χρηματιστικού κεφαλαίου, της ζωογόνας αυτής δύναμης του ιμπεριαλισμού, που διεισδύει παντού, ο ιμπεριαλισμός τονίζει ακόμα περισσότερο τις δυο αυτές τάσεις. Ξανασυνδέει με πολύ μεγάλη ταχύτητα και βάθος σε ένα και μόνο σύνολο τις διάφορες εθνικές και ηπειρωτικές δεξαμενές. Δημιουργεί ανάμεσά τους μια στενή εξάρτηση ζωτικής σημασίας. Πλησιάζει τις οικονομικές μέθοδές τους, τις κοινωνικές μορφές τους και τα επίπεδα εξέλιξής τους. Ταυτόχρονα επιδιώκει αυτό το "σκοπό" που είναι δικός του, με μέθοδες ολότελα ανταγωνιστικές, κάνοντας τέτοια άλματα, εξαπολύοντας τέτοιες επιδρομές στις καθυστερημένες χώρες και περιοχές, που η ενοποίηση και η ισοπέδωση της παγκόσμιας οικονομίας που πραγματοποιεί και η ισοπέδωση της παγκόσμιας οικονομίας που πραγματοποιεί συγκλονίζονται από τον ίδιο με τόση βία και σπασμούς που όμοιό τους δεν έχει υπάρξει στη διάρκεια των προηγούμενων εποχών. Μονάχα η διαλεχτική αυτή αντίληψη, κι όχι η αφηρημένη και μηχανιστική, του νόμου της ανισόμερης εξέλιξης, επιτρέπει να αποφευχτούν τα ριζικά λάθη από τα οποία δεν μπόρεσε να ξεφύγει το Σχέδιο Προγράμματος που προτάθηκε για το 6ο Συνέδριο. Αμέσως ύστερα από το χαρακτηρισμό αυτού του νόμου με το μονόπλευρο τρόπο που σημειώσαμε πιο πάνω, το Σχέδιο γράφει:
"Απ΄ αυτό βγαίνει πώς η διεθνιστική επανάσταση του προλεταριάτου δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται σα μια πράξη που πραγματοποιείται ταυτόχρονα, την ίδια στιγμή παντού. Από αυτό προκύπτει πώς ο θρίαμβος του σοσιαλισμού είναι δυνατός πρώτα σ΄ ορισμένες χώρες, σε λίγες κι ακόμα σε μια μόνη καπιταλιστική χώρα, παρμένη χωριστά".
Δε χρειάζεται να πούμε πώς δεν υπάρχει άνθρωπος που μπορεί να αμφισβητήσει το γεγονός ότι είναι αδύνατο η διεθνική επανάσταση του προλεταριάτου να γίνει με μια ταυτόχρονη πράξη. Προπαντός ύστερα από την πείρα της Επανάστασης του Οχτώβρη που πραγματοποίησε η εργατική τάξη μιας καθυστερημένης χώρας κάτω από την πίεση της ιστορικής αναγκαιότητας, χωρίς να περιμένει να "ανασυγκροτήσει το μέτωπό" του το προλεταριάτο των προχωρημένων χωρών. Είναι πέρα για πέρα σωστό και επίκαιρο να καταφεύγουμε στο νόμο της ανισόμερης εξέλιξης μέσα σ΄ αυτά τα όρια. Μα είναι εντελώς διαφορετικό πράγμα το δεύτερο μισό του συμπεράσματος, η αβάσιμη διαβεβαίωση, που εγγυάται πώς ο θρίαμβος του σοσιαλισμού είναι δυνατός σε "μια μόνη καπιταλιστική χώρα, παρμένη χωριστά". Σαν απόδειξη το Σχέδιο λέει απλά: "Απ΄ αυτό προκύπτει" με άλλα λόγια, αυτό βγαίνει δήθεν σα συμπέρασμα από το νόμο της ανισόμερης εξέλιξης. Δεν είναι όμως καθόλου έτσι. "Από αυτό προκύπτει" ακριβώς το αντίθετο. Αν το ιστορικό προτσές συνίστατο στο ότι οι διάφορες χώρες εξελίσσονται όχι μονάχα άνισα, μα και ανεξάρτητα η μια από την άλλη, παραμένοντας απομονωμένες η μια από την άλλη, τότε θα έπρεπε χωρίς καμιά αμφιβολία να συμπεράνουμε από το νόμο της ανισόμερης εξέλιξης τη δυνατότητα οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα, παρμένη χωριστά: πρώτα πρώτα στις πιο προχωρημένες χώρες, ύστερα στις πιο καθυστερημένες στο μέτρο που θα έφταναν σε μια ωριμότητα. Αυτή ήταν η συνηθισμένη, η κατά κάποιο τρόπο κοινή αντίληψη του περάσματος στο σοσιαλισμό, που υπήρχε στην πριν από τον πόλεμο σοσιαλδημοκρατία. Αυτή ακριβώς αποτελούσε τη θεωρητική πεμπτουσία του σοσιαλπατριωτισμού. Το Σχέδιο βέβαια δεν υιοθετεί αυτή την άποψη γλιστράει όμως προς τα κει.
Το θεωρητικό λάθος που κάνει είναι ότι επιχειρεί να βγάλει από το νόμο της ανισόμερης εξέλιξης αυτό που ο νόμος δεν περιέχει και δεν μπορεί να περιέχει. Η ανισομέρεια, ή η σπασμωδική πορεία εξέλιξης των διαφόρων χωρών, υποσκάπτει συνεχώς τους δεσμούς και την αυξανόμενη οικονομική αλληλεξάρτησή τους. Μα δεν τα εξαλείφει καθόλου. Την επομένη ενός απαίσιου μακελειού που κράτησε τέσσερα χρόνια, αυτές οι χώρες βρέθηκαν υποχρεωμένες να ανταλλάξουν κάρβουνο, στάρι, πετρέλαιο, μπαρούτι και τιράντες. Πάνω στο βασικό αυτό θέμα το Σχέδιο παρουσιάζει τα πράγματα σαν η ιστορική εξέλιξη να πραγματώνονταν με άλματα, μα το οικονομικό πεδίο που τα προκαλεί και που πάνω του πραγματώνονται, χάνεται εντελώς από το οπτικό πεδίο των συγγραφέων του Σχεδίου ή εξαφανίζεται ταχυδακτυλουργικά από τους ίδιους. Κι ενεργούν έτσι μόνο και μόνο για να υπερασπίσουν την ανυπεράσπιστη θεωρία του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα.
Ύστερα απ΄ όσα ειπώθηκαν, δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε πως ο μόνος σωστός τρόπος να τεθεί το ζήτημα θα ήταν ο παρακάτω: στην προϊμπεριαλιστική εποχή ο Μαρξ και ο Ενγκελς είχαν ήδη φτάσει στο συμπέρασμα ότι απο τη μια μεριά η ανωμαλία, δηλαδή οι σπασμοί της ιστορικής εξέλιξης προεχτείνουν την προλεταριακή επανάσταση, σε μια ολόκληρη εποχή που στη διάρκειά της τα έθνη θα μπουν στον επαναστατικό χείμαρρο το ένα ύστερα από το άλλο. Από την άλλη όμως η οργανική αλληλεξάρτηση των διαφόρων χωρών, που αναπτύχθηκε σε τέτοιο σημείο ώστε να γίνει ένας παγκόσμιος καταμερισμός της εργασίας, αποκλείει τη δυνατότητα οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα. Επομένως για ένα λόγο παραπάνω σήμερα, στη διάρκεια της καινούργιας εποχής, όπου ο ιμπεριαλισμός έχει επεκτείνει, βαθύνει και οξύνει τις δυο αυτές ανταγωνιστικές τάσεις, το σύστημα ιδεών του Μαρξ, που μας διδάσκει πώς δεν μπορεί κανείς να αρχίσει τη σοσιαλιστική επανάσταση παρά πάνω σε εθνική βάση, μα που δεν μπορεί να οικοδομήσει τη σοσιαλιστική κοινωνία στα πλαίσια ενός έθνους, είναι δύο και τρεις φορές πιο αληθινό ακόμα. Σ΄ αυτό το πρόβλημα ο Λένιν δεν έκανε τίποτε άλλο από το να επεκτείνει και να συγκεκριμενοποιήσει τον τρόπο με τον οποίο ο Μαρξ έθεσε το πρόβλημα και τη λύση που του έδωσε.
Το Πρόγραμμα του Κόμματός μας αποδέχεται ανεπιφύλαχτα σαν αφετηρία την ιδέα πώς η Επανάσταση του Οχτώβρη και η οικοδόμηση του σοσιαλισμού έχουν καθοριστεί από την παγκόσμια κατάσταση. Για να το αποδείξουμε θα αρκούσε απλά και μόνο να αντιγράψουμε ολόκληρο το θεωρητικό μέρος του Προγράμματός μας. Εδώ θα σημειώσουμε μονάχα πώς όταν το 8ο Συνέδριο του Κόμματος ο αλησμόνητος Ποντμπιέλσκι υποπτευόταν ότι ορισμένες εκφράσεις του Προγράμματος είχαν σχέση μόνο με την επανάσταση στη Ρωσία, ο Λένιν του απάντησε στο κλείσιμο της συζήτησης πάνω σ΄ αυτό το ζήτημα με τα παρακάτω λόγια, (19 του Μάρτη 1919):
"Ο Ποντμπιέλσκι επιτέθηκε σε μια από τις παραγράφους που μιλούν για την κοινωνική επανάσταση που πλησιάζει... Είναι φανερό πώς το επιχείρημά του δεν είναι θεμελιωμένο γιατί στο Πρόγραμμά μας μιλάμε για την παγκόσμια κοινωνική επανάσταση", (Λένιν: "Άπαντα", Τόμος 16ος, σελ. 131).
Δεν είναι περιττό να υπενθυμίσουμε πώς την ίδια περίπου εποχή ο Λένιν πρότεινε να αποκαλούμε το Κόμμα μας, όχι Κομμουνιστικό Κόμμα Ρωσίας, μα Κομμουνιστικό Κόμμα, για να υπογραμμιστεί ακόμα καλύτερα πώς είναι το κόμμα της παγκόσμιας επανάστασης. Στην Κεντρική Επιτροπή, ο Λένιν δεν πήρε παρά μόνο τη δική μου ψήφο υπέρ της πρότασής του. Δεν έφερε ωστόσο το ζήτημα στο Συνέδριο, δεδομένου ότι εκείνη τη στιγμή οργανωνόταν η 3η Διεθνής. Κάτω από τέτοιες συνθήκες ούτε η ίδια η ιδέα του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα δεν μπορούσε να εμφανιστεί. Γι΄ αυτό το λόγο, το πρόγραμμα του Κόμματος δεν καταδικάζει αυτή τη θεωρία, μα απλώς την αποκλείει.
Το πρόγραμμα όμως της Κομμουνιστικής Νεολαίας που υιοθετήθηκε δυο χρόνια αργότερα, έπρεπε, για να διαπαιδαγωγεί διεθνιστικά τους νέους, να τους καλέσει σ΄ επιφυλακή ενάντια στις εθνικιστικές αυταπάτες όπως κι ενάντια στην εθνικιστική στενοκεφαλιά απέναντι στα προβλήματα της προλεταριακής επανάστασης. Ωστόσο, θα ξαναμιλήσουμε γι΄ αυτό το ζήτημα πιό κάτω. Το θέμα τίθεται πολύ διαφορετικά στο καινούργιο ΣΧέδιο Προγράμματος της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Σύμφωνα με τη ρεβιζιονιστική (5) εξέλιξη στην οποία έχουν υποταγεί οι συγγραφείς του ύστερα από το 1924. Το θέμα μπαίνει, όπως το βλέπουμε, σ΄ ένα δρόμο ολότελα αντίθετο. Ωστόσο, η θετική ή η αρνητική απάντηση που θα δοθεί στο πρόβλημα του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα, καθορίζει την αξία ολόκληρου του Σχεδίου, σα μαρξιστικό ή ρεβιζιονιστικό ντοκουμέντο.
Είναι ολοφάνερο πώς το Σχέδιο με επιμέλεια, με επιμονή και επανειλημμένα, διασαφηνίζει, υπογραμμίζει, εξηγεί τις διαφορές που υπάρχουν ανάμεσα στον κομμουνιστικό και το ρεφορμιστικό τρόπο προβολής των ζητημάτων. Μα οι διαβεβαιώσεις αυτές δε λύνουν το πρόβλημα. Είναι σαν ένα καράβι πολύ καλά αρματωμένο, με πολυάριθμες μαρξιστικές συσκευές και μηχανισμούς, που έχει ορθάνοιχτα τα πανιά του σ΄ όλους τους ρεβιζιονιστικούς και ρεφορμιστικούς ανέμους. Εκείνος που έμαθε, χρησιμοποιώντας τη γόνιμη πείρα που αποχτήθηκε στη διάρκεια των τριών τελευταίων δεκαετιών και προπαντός τη θαυμάσια εμπειρία της Κίνας στα τελευταία χρόνια, να κατανοεί τη δυναμική διαλεχτική αλληλεξάρτηση που υπάρχει ανάμεσα στην πάλη των τάξεων και τα προγράμματα των κομμάτων, εκείνος μονάχα θα μας καταλάβει, όταν λέμε πώς τα καινούργια ρεβιζιονιστικά πανιά μπορούν να σταματήσουν κάθε λειτουργία των μαρξιστικολενινιστικών συσκευών ασφαλείας και διάσωσης. Να, γιατί είμαστε υποχρεωμένοι να επεκταθούμε πιο λεπτομερειακά πάνω στο βασικό αυτό θέμα, που θα καθορίσει για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα την ανάπτυξη και την ίδια την τύχη της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
5. Η ΘΕΩΡΗΤΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΤΟΥ ΚΟΜΜΑΤΟΣ
Στο απόσπασμα που παραθέσαμε πιό πάνω, το Σχέδιο Προγράμματος χρησιμοποιεί την έκφραση "θρίαμβος του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα" με έκδηλη πρόθεση να φτάσει σε μια επιφανειακή ταύτιση, καθαρά βερμπαλιστική, με το κείμενο του άρθρου του Λένιν το 1915, που το μεταχειρίστηκαν μ΄ έναν τρόπο ωμό, για να μην πούμε εγκληματικό, στη διάρκεια των συζητήσεων γύρω από την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας σε μια μόνη χώρα. Το Σχέδιο καταφεύγει στην ίδια μέθοδο σε μια άλλη περίπτωση, όπου "υπαινίσσεται" τα λόγια του Λένιν για να στερεώσει τη θέση του. Να ποιά είναι η επιστημονική "μεθοδολογία" του Σχεδίου. Από ολόκληρη την πλούσια μαρξιστική φιλολογία, από το θησαυρό των εργασιών του Λένιν - περνώντας πάνω απ΄ όλα εκείνα που ο Λένιν έγραψε, είπε και έκανε, περνώντας πάνω από τα προγράμματα του Κόμματος και της Κομμουνιστικής Νεολαίας, αδιαφορώντας για κείνα που όλοι οι αγωνιστές ηγέτες του Κόμματος, χωρίς καμιά εξαίρεση, είχαν εκφράσει στην εποχή της Οχτωβριανής Επανάστασης, τότε που το ζήτημα τέθηκε καθαρά (και πόσο καθαρά!), περνώντας πάνω από κείνα που οι ίδιοι οι συγγραφείς του Σχεδίου. Στάλιν και Μπουχάριν, έλεγαν μέχρι και το 1924 - δεν παρουσιάζουν τίποτε άλλο για να υπερασπίσουν τη θεωρία του εθνικού σοσιαλισμού, που γεννήθηκε στο τέλος του 1924 ή στις αρχές του 1925 από την ανάγκη της πάλης ενάντια στο λεγόμενο "τροτσκισμό", παρά δυό τσιτάτα του Λένιν: το ένα που είναι παρμένο από το άρθρο του για τις Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, που γράφτηκε το 1915, και το άλλο που έχει αντληθεί από τη μισοτελειωμένη εργασία του πάνω στο θέμα του συνεταιρισμού. Καθετί που εναντιώνεται σ΄ αυτά τα δυό τσιτάτα των λίγων γραμμών, ολόκληρος ο μαρξισμός, ολόκληρος ο λενινισμός, τέθηκαν απλά στην άκρη. Όσο για τα δυό τσιτάτα, που, τεχνητά, έχουν αποκοπεί από τα κείμενα και πού διερμηνεύοντάς τα οι επίγονοι πέφτουν σε χοντρά λάθη, αυτά αποτέλεσαν τη βάση μιας καινούργιας θεωρίας, καθαρά ρεβιζιονιστικής, που οδηγεί σε αποτελέσματα που δεν μπορεί κανείς ακόμα να προβλέψει τις πολιτικές επιπτώσεις τους. Έτσι, επιχειρούν μπροστά στα μάτια μας, ανατρέχοντας σε σχολαστικές και σοφιστικές μέθοδες, να μπολιάσουν πάνω στο μαρξιστικό κορμό ένα κλαρί εντελώς διαφορετικού είδους: κι αν αυτό το μπόλι πιάσει, θα μολύνει και θα ξεράνει ολόκληρο το δέντρο
Στην 7η Ολομέλεια ο Στάλιν δήλωσε (κι όχι για πρώτη φορά):
"Το ζήτημα της οικοδόμησης της σοσιαλιστικής οικονομίας σε μια μόνη χώρα τέθηκε για πρώτη φορά στο Κόμμα από τον Λένιν το 1925", (Στενογραφημένα Πραχτικά, σελ. 14, υπογραμμισμένα από μάς).
Ετσι, δέχονται εδώ πώς, πριν από το 1915, δεν υπήρχε ζήτημα σοσιαλισμού, σε μια μόνη χώρα. Επομένως, ο Στάλιν και ο Μπουχάριν δεν ισχυρίζονται ότι βρίσκονται μέσα στα πλαίσια ολόκληρης της προηγούμενης παράδοσης του μαρξισμού και του Κόμματος απέναντι στο πρόβλημα του διεθνιστικού χαρακτήρα της προλεταριακής επανάστασης. Ας το σημειώσουμε αυτό. Τι δήλωσε λοιπόν ο Λένιν "για πρώτη φορά" το 1915, που εναντιώνεται σ΄ εκείνα που ο Μάρξ, ο Ενγκελς και ο ίδιος ο Λένιν είχαν πεί μέχρι τότε: Το 1915 ο Λένιν έγραφε:
"Η ανισομέρεια της οικονομικής και πολιτικής εξέλιξης είναι ένας απόλυτος νόμος του καπιταλισμού. Απ΄ αυτό προκύπτει πως ο θρίαμβος του σοσιαλισμού είναι δυνατός αρχικά σε ορισμένες χώρες, κι ακόμα σε μια μόνο καπιταλιστική χώρα, παρμένη χωριστά. Το νικηφόρο προλεταριάτο αυτής της χώρας, αφού απαλλοτριώσει τους καπιταλιστές και οργανώσει στη χώρα του τη σοσιαλιστική παραγωγή, θα ορθωθεί ενάντια στον υπόλοιπο καπιταλιστικό κόσμο, θα τραβήξει μαζί του τις καταπιεζόμενες τάξεις των άλλων χωρών, εξεγείροντάς τες ενάντια στους καπιταλιστές, επεμβαίνοντας ακόμα σε περίπτωση ανάγκης με τη στρατιωτική του δύναμη ενάντια στις εκμεταλλεύτριες τάξεις και τα κράτη τους", (Λένιν: "Άπαντα", τόμος 13ος, σελ. 133, "Σοσιαλδημοκράτης", 23 του Αυγούστου 1915, υπογραμμισμένο από μας).
Τι εννοούσε ο Λένιν γράφοντας αυτά; Απλούστατα, πώς ο θρίαμβος του σοσιαλισμού, με την έννοια της εγκαθίδρυσης της δικτατορίας του προλεταριάτου είναι δυνατός αρχικά σε μια μόνη χώρα, που θα βρεθεί, έτσι, σ΄ αντίθεση με τον καπιταλιστικό κόσμο. Το προλεταριακό κράτος, για να αποκρούσει τις επεμβάσεις και να περάσει το ίδιο στην επαναστατική επίθεση, θα πρέπει προηγούμενα να "οργανώσει στη χώρα του τη σοσιαλιστική παραγωγή" δηλαδή να διευθύνει το ίδιο την εργασία στα εργοστάσια που απόσπασε απο τους καπιταλιστές. Αυτό είναι όλο. Οπως είναι γνωστό, o "θρίαμβος του σοσιαλισμού" αυτού του είδους καταχτήθηκε για πρώτη φορά στη Ρωσία. Το πρώτο εργατικό κράτος, για να αποκρούσει την παγκόσμια επέμβαση, όφειλε, πρώτα απ΄ όλα, να "οργανώσει στη χώρα του τη σοσιαλιστική παραγωγή" ή καλύτερα τα "τραστ του συνεπή σοσιαλιστικού τύπου". Με το θρίαμβο του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα ο Λένιν εννοούσε, επομένως, όχι μια φαντασμαγορία, όχι μια κοινωνία σοσιαλιστική που έχει κάνει την ύπαρξή της αυτοσκοπό - προπαντός σε μια καθυστερημένη χώρα - μα κάτι το πιό ρεαλιστικό, δηλαδή: αυτό που η Επανάσταση του Οχτώβρη πραγματοποίησε στη χώρα μας από την πρώτη περίοδο της ύπαρξής της.
Χρειάζεται μήπως να παραθέσουμε ακόμα κι άλλα αποσπάσματα για να το αποδείξουμε: Υπάρχουν τόσα πολλά ώστε μονάχα η εκλογή τους είναι δύσκολη. Στις θέσεις του πάνω στον πόλεμο και την ειρήνη (7 του Γενάρη 1918), ο Λένιν έγραφε πως χρειαζόμαστε "ένα ορισμένο χρονικό διάστημα στη Ρωσία, όχι λιγότερο από μερικούς μήνες για την επιτυχία του σοσιαλισμού...", (Λένιν: "Άπαντα", Τόμ. 15ος, σελ. 64). Στις αρχές του ίδιου χρόνου (1918) σ΄ ένα άρθρο του που κατευθυνόταν ενάντια στον Μπουχάριν και που είχε τον τίτλο: "Παιδικός Αριστερισμός και Μικροαστοί", ο Λένιν έγραφε:
"Αν λόγου χάρη, μέσα σε έξι μήνες ο καπιταλισμός του κράτους εγκαθιδρυόταν στη χώρα μας αυτό θα ήταν μια επιτυχία και η πιό βέβαιη εγγύηση πώς ύστερα από ένα χρόνο ο σοσιαλισμός θα στερεωνόταν οριστικά στη χώρα μας και θα γινόταν ακατανίκητος", (Λένιν: "Άπαντα", Τόμ. 15ος, σελ. 263, υπογραμμισμένο από μάς).
Πώς ήταν δυνατό ο Λένιν να καθορίζει μια προθεσμία τόσο μικρή για "να στερεώσουμε οριστικά" το σοσιαλισμό: Ποιά έννοια υλική, κοινωνική, σχετική με την παραγωγή, έδινε σ΄ αυτά τα λόγια; Το ζήτημα αυτό θα παρουσιαστεί εντελώς διαφορετικά αν θυμηθούμε πώς στις 29 του Απρίλη του ίδιου χρόνου (1918) ο Λένιν έλεγε στην έκθεσή του προς την Πανρωσική Κεντρική Εχτελεστική Επιτροπή των Σοβιέτ: "Είναι δύσκολο αν η γενιά που άμεσα θα ακολουθήσει τη δική μας, και που θα είναι πιο αναπτυγμένη, θα περάσει τελείως στο σοσιαλισμό", (Λένιν: "Απαντα", Τομ. 15ος, σελ. 240). Στις 3 του Δεκέμβρη 1919, στο Συνέδριο των Αρτέλ και των Συλλογικών Εκμεταλλεύσεων, ο Λένιν μίλησε με μεγαλύτερη ακόμα ακρίβεια:
"Γνωρίζουμε πώς από τώρα δεν μπορούμε να εισάγουμε μια σοσιαλιστική τάξη στη χώρα μας. Μακάρι να εγκαθιδρυθεί από τα παιδιά μας, ίσως μάλιστα από τα εγγόνια μας...", (Λένιν: "Άπαντα", Τομ. 16ος, σελ. 398).
Σε ποιά απ΄ αυτές τις δύο περιπτώσεις είχε λοιπόν δίκιο ο Λένιν; Μήπως όταν προσδιόριζε δώδεκα μήνες προθεσμία για να "στερεώσουμε οριστικά το σοσιαλισμό", ή μήπως όταν επιφόρτιζε όχι τα παιδιά μας, αλλά τα εγγόνια μας να εγκαθιδρύσουν τη σοσιαλιστική τάξη; Ο Λένιν είχε δίκιο και στις δυό περιπτώσεις, γιατί λέγοντας αυτά είχε υπόψη του διαφορετικά στάδια, ολότελα ασύμμετρα, της οικοδόμησης του σοσιαλισμού. Στην πρώτη περίπτωση, με το "να στερεώσουμε οριστικά το σοσιαλισμό", ο Λένιν εννοούσε όχι την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας μέσα σ΄ ένα χρόνο, ή ακόμα μέσα σε "μερικούς μήνες", δηλαδή, όχι την εξάλειψη των τάξεων, όχι το θρίαμβο πάνω στις αντιθέσεις που υπήρχαν ανάμεσα στην πόλη και το χωριό, μα την επανάληψη της εργασίας στις φάμπρικες και τα εργοστάσια που πέρασαν στα χέρια του προλεταριακού κράτους, εξασφαλίζοντας έτσι τη δυνατότητα ανταλλαγής προϊόντων ανάμεσα στις πόλεις και τα χωριά. Η μικρή προθεσμία αποτελεί από μόνη της το κλειδί, που επιτρέπει να κατανοήσουμε σωστά το νόημα ολόκληρης της προοπτικής.
Βέβαια, ακόμα και για το πιό στοιχειώδες αυτό καθήκον είχε καθοριστεί στις αρχές του 1918 μια προθεσμία πάρα πολύ μικρή. Για το καθαρά πρακτικό αυτό "λάθος", ο Λένιν αστειευόμενος στο 4ο Συνέδριο της Κομμουνιστικής Διεθνούς έλεγε: "Προηγούμενα εμείς είμαστε πιο ηλίθιοι απ΄ ότι τώρα". Μα "εμείς" χαράξαμε σωστά τη γενική προοπτική, χωρίς να περάσει ποτέ από το μυαλό μας πώς θα μπορούσε κανείς σε δώδεκα μήνες να εγκαθιδρύσει την πλήρη "σοσιαλιστική τάξη", κι αυτό σε μια καθυστερημένη χώρα. Ο Λένιν υπολόγιζε τρεις γενιές για να φτάσει στο βασικό, στον τελικό σκοπό: την ίδια τη γενιά τη δική μας, τη γενιά των παιδιών μας και τη γενιά των εγγονιών μας.
Δεν είναι μήπως καθαρό, πώς στο άρθρο του 1915 ο Λένιν με την "οργάνωση της σοσιαλιστικής παραγωγής" εννοούσε όχι τη δημιουργία μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας, μα ένα καθήκον άπειρα πιό μικρό, που εμείς το έχουμε κιόλας εκπληρώσει στην ΕΣΣΔ: Αλλιώτικα θα έπρεπε να φτάσουμε στο ακατανόητο συμπέρασμα ότι, σύμφωνα με τον Λένιν, το προλεταριακό κόμμα, αφού κατακτήσει την εξουσία, θα "αναβάλει" τον επαναστατικό πόλεμο μέχρι την τρίτη γενιά. Να τι απομένει, σε κατάσταση πραγματικά αξιοθρήνητη, από το βασικό στήριγμα της καινούργιας θεωρίας: από το τσιτάτο του 1915. Μα αυτό που είναι πιό αξιοθρήνητο ακόμα, είναι ότι, σύμφωνα με τον Λένιν, αυτό το απόσπασμα δεν αφορούσε καθόλου τη Ρωσία. Μιλούσε για την Ευρώπη, σ΄ αντίθεση με τη Ρωσία. Αυτό απορρέει όχι μονάχα από το περιεχόμενο του άρθρου, που είναι αφιερωμένο στις Ενωμένες Πολιτείες της Ευρώπης, μα κι από ολόκληρη τη στάση που κρατούσε τότε ο Λένιν. Μερικούς μήνες αργότερα, το Νοέμβρη του 1915, ο Λένιν έγραφε ειδικά για τη Ρωσία:
"Το καθήκον του προλεταριάτου καθορίζεται ξεκάθαρα απ΄ αυτή την κατάσταση πραγμάτων. Τολμηρή επαναστατική πάλη, χωρίς δισταγμούς, ενάντια στη μοναρχία (σύνθημα της Συνδιάσκεψης του Γενάρη 1912, "Οι Τρεις Κολώνες"),(6) πάλη που θα συμπαρασύρει όλες τις δημοκρατικές μάζες, δηλαδή κυρίως την αγροτιά. Και ταυτόχρονα, ανελέητη πάλη ενάντια στο σωβινισμό, πάλη για τη σοσιαλιστική επανάσταση στην Ευρώπη σε συμμαχία με το προλεταριάτο της... Η στρατιωτική κρίση έχει ενδυναμώσει τους οικονομικούς και πολιτικούς συντελεστές που την σπρώχνουν (τη μικροαστική τάξη) προς τα αριστερά, όπως και την αγροτιά. Αυτό αποτελεί την αντικειμενική βάση, που κάνει πέρα για πέρα δυνατή τη νίκη της δημοκρατικής επανάστασης, στη Ρωσία. Δεν υπάρχει καμιά ανάγκη να αποδείξουμε εδώ, πώς οι αντικειμενικές συνθήκες για τη σοσιαλιστική επανάσταση είναι εντελώς ώριμες στη Δυτική Ευρώπη. Όλοι οι φτασμένοι σοσιαλιστές σ΄ όλες τις προχωρημένες χώρες, το αποδέχονταν πρίν τον πόλεμο", (Λένιν: "Άπαντα", Τομ. 13ος, σελ. 212-213, υπογραμμισμένο από μάς).
Έτσι το 1915, ο Λένιν μιλούσε καθαρά για δημοκρατική επανάσταση στη Ρωσία και για σοσιαλιστική επανάσταση στη Δυτική Ευρώπη. Με την ευκαιρία σημείωνε, σαν κάτι που είναι αυτονόητο, πώς στη Δυτική Ευρώπη, διαφορετικά από τη Ρωσία, αντίθετα από τη Ρωσία, οι συνθήκες για τη σοσιαλιστική Επανάσταση "είναι εντελώς ώριμες". Οι ιδρυτές όμως της καινούργιας θεωρίας, που είναι παράλληλα και οι συγγραφείς του Προγράμματος, αντιπαρέρχονται αυτό το απόσπασμα (ένα ανάμεσα σε τόσα άλλα), που αναφέρεται άμεσα στη Ρωσία. Κι ενεργούν με τον ίδιο τρόπο για εκατοντάδες άλλα άρθρα, για το σύνολο των έργων του Λένιν. Αντίθετα, όπως είδαμε, αρπάζουν ένα άλλο τσιτάτο που αναφέρεται στη Δυτική Ευρώπη, του αποδίδουν μια έννοια που δεν έχει κι ούτε μπορούσε να έχει, και το κρεμούν σαν ταμπέλα πάνω στη Ρωσία, ενώ δεν αναφέρεται σ΄ αυτήν. Και πάνω σ΄ αυτά τα "θεμέλια" οικοδομούν την καινούργια θεωρία τους.
Πώς αντιμετώπιζε ο Λένιν αυτό το ζήτημα την περίοδο που άμεσα προηγήθηκε του Οχτώβρη; Εγκαταλείποντας την Ελβετία ύστερα από την επανάσταση του Φλεβάρη, ο Λένιν απευθύνθηκε μ΄ ένα γράμμα του στους Ελβετούς εργάτες, όπου τους εξηγούσε ότι: "Η Ρωσία είναι μια αγροτική χώρα, μια από τις πιό καθυστερημένες χώρες της Ευρώπης. Ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να θριαμβεύσει εκεί απευθείας. Ο αγροτικός όμως χαρακτήρας της χώρας, παίρνοντας υπόψη τα τεράστια αγροκτήματα που έχουν διατηρηθεί από τους ευγενείς, τους γαιοκτήμονες, μπορεί, αν βασιστούμε στην πείρα του 1905, να δώσει στην αστική και δημοκρατική επανάσταση της Ρωσίας μια τεράστια έκταση. Μπορεί να κάνει την επανάστασή μας πρόλογο της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης, αποτελώντας ένα στάδιο που θα οδηγήσει σ΄ αυτήν... Το ρώσικο προλεταριάτο δεν μπορεί με τις δικές του μόνο δυνάμεις να ολοκληρώσει νικηφόρα τη σοσιαλιστική επανάσταση. Μα μπορεί να δώσει στην επανάσταση μια τέτια έκταση, ώστε να δημιουργήσει τις καλύτερες συνθήκες για τη σοσιαλιστική επανάσταση, αυτό θα την αρχίσει, κατά κάποιο τρόπο. Μπορεί να κάνει την κατάσταση πιό ευνοϊκή, για να μπεί σε αποφασιστικές μάχες ο βασικός, ο πιό σίγουρος συνεργάτης του, το ευρωπαϊκό και το αμερικάνικο σοσιαλιστικό προλεταριάτο", (Λένιν: "Άπαντα", Τομ. 14ος, μέρος 2ο, σελ. 407-408).
Αυτές οι γραμμές περιλαβαίνουν όλα τα στοιχεία του ζητήματος. Αν ο Λένιν το 1915, σε μια περίοδο πολέμου και αντίδρασης υπολόγιζε, όπως προσπαθούν να μας κάνουν να πιστέψουμε, πώς το προλεταριάτο της Ρωσίας μπορούσε μόνο του να οικοδομήσει το σοσιαλισμό και σε συνέχεια, αφού θα έχει εκπληρώσει αυτό το καθήκον, να κηρύξει τον πόλεμο στα αστικά κράτη, πώς τότε ο Λένιν στις αρχές του 1917, τότε που είχε κιόλας γίνει η επανάσταση του Φλεβάρη, μπορούσε να εκφραστεί τόσο κατηγορηματικά για την αδυναμία της αγροτικής Ρωσίας να οικοδομήσει το σοσιαλισμό με τις δικές της δυνάμεις; Θα έπρεπε να είμαστε τουλάχιστο κάπως λογικοί και, ας το πούμε καθαρά, να σεβόμαστε λιγάκι τον Λένιν.
Είναι περιττό να παραθέσουμε κι άλλα αποσπάσματα. Μια έκθεση που θα συγκέντρωνε τις απόψεις του Λένιν πάνω στον οικονομικό και πολιτικό χαρακτήρα της σοσιαλιστικής επανάστασης, που έχει σαν όρο τη διεθνική επέκτασή της, θα απαιτούσε μια ειδική μελέτη. Και θα περιλάβαινε πάρα πολλά θέματα, εκτός εκείνου της οικοδόμησης σε μια μόνη χώρα μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας που θα έχει κάνει αυτοσκοπό την ύπαρξή της. Ο Λένιν δε γνώριζε αυτό το θέμα. Είμαστε ωστόσο υποχρεωμένοι να σταματήσουμε ακόμα σ΄ ένα άλλο άρθρο του Λένιν. Πραγματικά, το Σχέδιο Προγράμματος φαίνεται να παραθέτει αποσπάσματα από το τελευταίο άρθρο του Λένιν: "Για το Συνεταιρισμό", χρησιμοποιώντας μια απομονωμένη έκφρασή του για σκοπούς που δεν έχουν τίποτε το κοινό με το ίδιο το άρθρο. Εχουμε υπόψη μας το κεφάλαιο 5 του Σχεδίου Προγράμματος που λέει ότι οι εργάτες των σοβιετικών δημοκρατιών "διαθέτουν μέσα στη χώρα τις αναγκαίες και επαρκείς υλικές προϋποθέσεις... για να οικοδομήσουν τον πλήρη σοσιαλισμό", (υπογραμμισμένο από μάς).
Αν αυτό το άρθρο, που υπαγορεύτηκε από τον Λένιν στη διάρκεια της αρρώστιας του και που δημοσιεύθηκε μετά το θάνατό του, έλεγε πραγματικά ότι το σοβιετικό κράτος διαθέτει τις υλικές προϋποθέσεις, δηλαδή πρώτα-πρώτα τις αναγκαίες και επαρκείς παραγωγικές προϋποθέσεις, για να οικοδομήσει από μόνο του τον πλήρη σοσιαλισμό, δε θα έμενε πιά παρά να υποθέσουμε πώς ήταν ή ένα λάθος που ξέφυγε του Λένιν στη διάρκεια της υπαγόρευσης ή ένα σφάλμα της αποστενογράφησης. Οπως και νά ΄χει το ένα ή το άλλο είναι πιό πιθανό παρά το ότι ο Λένιν απαρνείται μέσα σε δυό αράδες το μαρξισμό κι όλα εκείνα που ο ίδιος μας δίδαξε σ΄ ολόκληρη τη ζωή του. Δε χρειάζεται ευτυχώς να ανατρέξουμε σ΄ αυτή την εξήγηση. Το αξιοσημείωτο άρθρο, "Για το Συνεταιρισμό", αν και ατελείωτο, είναι συνδεμένο με μια ενότητα σκέψης με άλλα άρθρα, όχι λιγότερο αξιοσημείωτα, που εκδόθηκαν την τελευταία περίοδο της ζωής του Λένιν. Αυτά σχηματίζουν, κατά κάποιο τρόπο, τα κεφάλαια ενός ανολοκλήρωτου βιβλίου, που πραγματεύεται τη θέση που κατέχει η Επανάσταση του Οχτώβρη στη σειρά των επαναστάσεων της Δύσης και της Ανατολής. Το άρθρο "Για το Συνεταιρισμό" δε λέει καθόλου αυτά που με τόση ελαφρότητα του αποδίδουν οι αναθεωρητές της διδασκαλίας του Λένιν.
Ο Λένιν εξηγεί εκεί ότι ο "κερδοσκοπικός" συνεταιρισμός μπορεί και πρέπει να τροποποιήσει εντελώς τον κοινωνικό του ρόλο στο εργατικό κράτος. Χάρη σε μια σωστή πολιτική μπορεί να προσανατολίσει στο σοσιαλιστικό δρόμο το συνδυασμό των ιδιαιτέρων συμφερόντων του αγρότη και των γενικών συμφερόντων του κράτους. Ο Λένιν εκθέτει στις παρακάτω γραμμές τις βάσεις της αδιαμφισβήτητης αυτής σκέψης: "Πραγματικά, η εξουσία του κράτους που απλώνεται πάνω σ΄ όλα τα μέσα παραγωγής, η κρατική εξουσία που βρίσκεται στα χέρια του προλεταριάτου, η συμμαχία του προλεταριάτου και των πολλών εκατομμυρίων μικρών αγροτών, η εγγύηση ότι το προλεταριάτο θα διατηρήσει την ηγεμονία σε σχέση με την αγροτιά, κλπ., μήπως όλ΄ αυτά δεν είναι ότι χρειάζεται κανείς για να μπορεί, με τη βοήθεια του συνεταιρισμού, του συνεταιρισμού μονάχα, που άλλοτε τον αποκαλούσαμε κερδοσκοπικό, και πού έχουμε ακόμα ως ένα σημείο το δικαίωμα να τον χαρακτηρίζουμε έτσι, τώρα που έχουμε τη Ν.Ε.Π., μήπως όλ΄ αυτά δεν είναι ότι χρειάζεται για να οικοδομήσουμε την πλήρη σοσιαλιστική κοινωνία; Αυτό δεν είναι ακόμα η οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας, είναι όμως ότι αναγκαίο και επαρκές γι΄ αυτήν", (Λένιν: "Άπαντα", Τομ. 18ος, μέρος 2ο, σελ. 140).
Και μόνο το κείμενο του αποσπάσματος, που περιέχει την ανολοκλήρωτη φράση ("του συνεταιρισμού μονάχα") αποδείχνει αναντίρρητα πώς βρισκόμαστε μπροστά σ΄ ένα αδιόρθωτο δοκίμιο, και επιπλέον σε ένα δοκίμιο που δε γράφτηκε από το χέρι του συγγραφέα, μα υπαγορεύτηκε απ΄ αυτόν. Το να πιανόμαστε από μεμονωμένες λέξεις του κειμένου, αντί να μελετούμε τη γενική έννοια του άρθρου, αυτό είναι ακόμα πιο ασυγχώρητο. Ωστόσο, ευτυχώς που το ίδιο το γράμμα του παρατιθέμενου αποσπάσματος, κι όχι μονάχα το πνεύμα του δε δίνουν καθόλου το δικαίωμα να διαπράξουμε την αυθαιρεσία στην οποία καταφεύγουν οι συγγραφείς του Σχεδίου. Μιλώντας για τις "αναγκαίες και επαρκείς" προθέσεις, ο Λένιν καθορίζει αυστηρά τα πλαίσια του θέματός του σ΄αυτό το άρθρο. Εκεί εξετάζει μονάχα με ποιες μέθοδες και τρόπους θα κατορθώσουμε να φτάσουμε μέχρι το σοσιαλισμό, ξεπερνώντας το διασκορπισμό και τη διασπορά των αγροτικών εκμεταλλεύσεων, χωρίς να περάσουμε από καινούργιες ταξικές αναστατώσεις, δεδομένου ότι έχουμε σαν προϋπόθεση το σοβιετικό σύστημα. Το άρθρο είναι αφιερωμένο αποκλειστικά στις κοινωνικές μορφές οργάνωσης για τη μετάβαση από τη μικρή ιδιωτική οικονομία στη συλλογική οικονομία. Δεν αναφέρεται καθόλου στους υλικούς όρους, στους όρους παραγωγής αυτής της μετάβασης. Αν, σήμερα, το ευρωπαϊκό προλεταριάτο νικούσε κι ερχόταν να μας βοηθήσει με την τεχνική του, το ζήτημα του συνεταιρισμού, που τέθηκε από τον Λένιν σα μέθοδος κοινωνικής οργάνωσης που συνδυάζει το ιδιωτικό συμφέρον με το συμφέρον του συνόλου, θα διατηρούσε ολόκληρη τη σπουδαιότητά του. Ο συνεταιρισμός δείχνει το δρόμο διαμέσου του οποίου η σύγχρονη τεχνική, και δω περιλαβαίνεται κι ο εξηλεκτρισμός, θα μπορέσει να αναδιοργανώσει εκατομμύρια αγροτικές εκμεταλλεύσεις, αν το σοβιετικό καθεστώς υπάρχει. Μα ο συνεταιρισμός δεν υποκαθιστά την καινούργια αυτή τεχνική κι ούτε τη δημιουργεί στους κόλπους του. Ο Λένιν, όπως έχουμε δεί, δεν κάνει τίποτε άλλο από το να μιλάει για τις "αναγκαίες και επαρκείς" προϋποθέσεις γενικά. Και τις απαριθμεί με ακρίβεια. Αυτές είναι: 1) "η εξουσία του κράτους που απλώνεται σ΄ όλα τα μέσα παραγωγής φυσικού μεγέθους" (η φράση δεν είναι διορθωμένη). 2) "η κρατική εξουσία που βρίσκεται στα χέρια του προλεταριάτου". 3) "η συμμαχία του προλεταριάτου και πολλών εκατομμυρίων... αγροτών". 4) "η εγγύηση ότι το προλεταριάτο θα διατηρήσει την ηγεμονία σε σχέση με την αγροτιά...". Και μονάχα αφού έχει απαριθμήσει αυτούς τους όρους τους καθαρά πολιτικούς (εδώ δεν τίθεται κάν θέμα υλικών όρων), ο Λένιν βγάζει το συμπέρασμά του: Αυτά εδώ (δηλαδή όλοι οι όροι που απαριθμήθηκαν) είναι όλα εκείνα που είναι "αναγκαία και επαρκή" για να οικοδομήσουμε τη σοσιαλιστική κοινωνία. "Όλα εκείνα που είναι αναγκαία και επαρκή" στον πολιτικό τομέα - τίποτε παραπάνω. Και γι΄ αυτό το λόγο ο Λένιν συμπληρώνει επίσης: "Αυτό δεν είναι ακόμα η οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας". Γιατί; Γιατί οι πολιτικοί όροι μονάχα, ακόμα κι αν είναι επαρκείς, δε λύνουν ολόκληρο το πρόβλημα. Μένει ακόμα το ζήτημα της κουλτούρας. "Μονάχα" αυτό - λέει ο Λένιν. Υπογραμμίζει τη λέξη "μονάχα" και την κλείνει σε εισαγωγικά, για να δείξει την τεράστια σπουδαιότητα της προϋπόθεσης που μας λείπει. Ο Λένιν γνώριζε τόσο καλά, όσο και μείς, πώς η κουλτούρα είναι δεμένη με την τεχνική: "για να είναι κανείς πολιτισμένος - λέει, αναγκάζοντας τους ρεβιζιονιστές να ξανακατεβούν στη γή - χρειάζεται μια ορισμένη υλική βάση", (Λένιν: "Άπαντα", Τομ. 18ος, μέρος 2ο, σελ. 145).
Αρκεί να υπενθυμίσουμε το πρόβλημα του εξηλεκτρισμού που ο Λένιν το συνέδεε πάντα, ας το πούμε παρεκβατικά, με το ζήτημα της παγκόσμιας σοσιαλιστικής επανάστασης. Η πάλη για την κουλτούρα, τη στιγμή που υπάρχουν οι "αναγκαίες και επαρκείς" πολιτικές προϋποθέσεις (όχι όμως και οι υλικές), θα απορροφούσε ολόκληρη τη δραστηριότητά μας, αν δεν υπήρχε το πρόβλημα της αδιάκοπης και αμείλικτης, οικονομικής, πολιτικής, στρατιωτικής και πολιτιστικής πάλης της σοσιαλιστικής κοινωνίας, που οικοδομείται πάνω σε μια καθυστερημένη βάση, και του παγκόσμιου καπιταλισμού που προχωρεί προς τη δύση του, μα που είναι ισχυρός με την τεχνική του. "Θα έλεγα - υπογραμμίζει ο Λένιν, στο τέλος του ίδιου άρθρου - πώς για μάς το κέντρο βάρους μετατοπίζεται στην πολιτιστική δουλειά, αν δεν υπήρχαν οι διεθνείς σχέσεις, αν δεν ήμασταν υποχρεωμένοι να παλέψουμε για τις θέσεις μας στο διεθνή τομέα", (Λένιν: "Άπαντα", Τομ. 18ος, μέρος 2ο, σελ. 144).
Έτσι, παρουσιάζεται η πραγματική σκέψη του Λένιν, ακόμα κι αν πάρει κανείς το άρθρο το σχετικό με το συνεταιρισμό αποκομμένο από όλα τα άλλα έργα του. Πώς λοιπόν να μη χαρακτηρίσουμε πλαστή τη διατύπωση των συγγραφέων του Σχεδίου Προγράμματος, που παίρνοντας σκόπιμα από τον Λένιν τις λέξεις που αφορούν την ύπαρξη ορισμένων "αναγκαίων και επαρκών" προϋποθέσεων στη χώρα μας, προσθέτουν κι αυτοί τη βασική προϋπόθεση, δηλαδή την υλική, τη στιγμή που ο Λένιν απόδειχνε καθαρά πώς αυτή ακριβώς έλλειπε από τη χώρα μας, κι ακόμα πώς έπρεπε να κατακτηθεί σε συνδυασμό με την πάλη "για τις θέσεις μας στο διεθνή τομέα", δηλαδή σε συνδυασμό με την παγκόσμια σοσιαλιστική επανάσταση: Να τι απομένει από το δεύτερο και τελευταίο στήριγμα της θεωρίας τους.
Συνειδητά δεν παραθέσαμε εδώ τα αναρίθμητα άρθρα και ομιλίες από το 1905 μέχρι το 1923, μέσα στα οποία ο Λένιν βεβαιώνει και επαναλαμβάνει με τον πιό κατηγορηματικό τρόπο πώς χωρίς τη νικηφόρα παγκόσμια επανάσταση απειλούμαστε με συντριβή, πώς δεν μπορεί κανείς να νικήσει την μπουρζουαζία από οικονομική άποψη σε μια μόνη χώρα, και προπαντός σε μια χώρα καθυστερημένη, πώς το καθήκον της οικοδόμησης της σοσιαλιστικής κοινωνίας είναι διεθνιστικό, από την ίδια τη φύση του. Ο Λένιν βγάζει απ΄ αυτά, συμπεράσματα που θα φαίνονται ίσως "πεσιμιστικά" στους δημιουργούς της καινούργιας εθνικιστικής και αντιδραστικής ουτοπίας, είναι όμως αρκετά αισιόδοξα αν τα κρίνει κανείς από τη σκοπιά του επαναστατικού διεθνισμού. Συγκεντρώσαμε την προσοχή μας πάνω στα τσιτάτα που διάλεξαν οι ίδιοι οι συγγραφείς του Σχεδίου, για να δημιουργήσουν τις "αναγκαίες και επαρκείς" προϋποθέσεις για την οικοδόμηση της ουτοπίας τους. Και βλέπουμε πώς ολόκληρο το οικοδόμημά τους καταρρέει μόλις το ακουμπήσει κανείς με το δάχτυλο.
Ωστόσο πιστεύουμε πώς είναι σωστό να παραθέσουμε εδώ, σαν άμεση μαρτυρία του Λένιν πάνω στο αμφισβητούμενο ζήτημα, ένα μονάχα απόσπασμα που δε χρειάζεται καμιά εξήγηση και δεν μπορεί να διαστρεβλωθεί: "Έχουμε υπογραμμίσει σε μια ολόκληρη σειρά έργα, σ΄ όλες μας τις ομιλίες, σ΄ όλο μας τον Τύπο, πώς στη Ρωσία, όπου έχουμε μια μειοψηφία εργατών που ασχολείται με τη βιομηχανία και μια τεράστια πλειοψηφία μικρών καλλιεργητών, δεν είναι το ίδιο, (όπως στις καπιταλιστικές χώρες). Σε μια τέτοια χώρα η κοινωνική επανάσταση δεν μπορεί να νικήσει οριστικά, παρά με δυό όρους: πρώτο, με τον όρο ότι η επανάσταση υποστηρίζεται την κατάλληλη στιγμή από την κοινωνική επανάσταση μιας ή πολλών προχωρημένων χωρών... Ο άλλος όρος είναι η συμμαχία ανάμεσα στο προλεταριάτο που εξασκεί τη δικτατορία του, ή που κρατάει γερά στα χέρια του την κρατική εξουσία, και την πλειοψηφία του αγροτικού πληθυσμού...Γνωρίζουμε πώς μονάχα με τη συμμαχία της αγροτιάς μπορεί κανείς να σώσει τη σοσιαλιστική επανάσταση στη Ρωσία όσο καιρό η επανάσταση δεν ξεσπάει στις άλλες χώρες...", (Λένιν: "Άπαντα", Τομ. 18ος, μέρος 1ο, σελ. 137-138, υπογραμμισμένο από μας).
Πιστεύουμε πώς αυτό το απόσπασμα είναι αρκετά εποικοδομητικό: πρώτο, ο ίδιος ο Λένιν υπογραμμίζει ότι οι ιδέες που εκθέτει εδώ έχουν αναπτυχθεί από τον ίδιο "σε μια ολόκληρη σειρά έργα, σ΄ όλες μας τις ομιλίες, σ΄ όλο μας τον Τύπο". Δεύτερο, η παραπάνω προοπτική διατυπώθηκε από τον Λένιν όχι το 1915, δυό χρόνια πριν τον Οχτώβρη, μα το 1921, τέσσερα χρόνια ύστερα απ΄ αυτόν. Τολμούμε να πιστεύουμε πώς για τον Λένιν το ζήτημα είναι αρκετά καθαρό. Μένει όμως να διερωτηθούμε: οι ίδιοι οι συγγραφείς του Σχεδίου Προγράμματος, πώς αντιμετώπιζαν άλλοτε το ζήτημα που μας ενδιαφέρει: Ο Στάλιν έγραφε πάνω σ΄ αυτό το θέμα το Νοέμβρη του 1926: "Το Κόμμα δεχόταν πάντα σαν αφετηρία πώς ο θρίαμβος του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα είναι η δυνατότητα οικοδόμησης του σοσιαλισμού σ΄ αυτή τη χώρα, και πώς αυτό το καθήκον μπορεί να εκπληρωθεί με τις δυνάμεις μιάς μόνο χώρας", ("Πράβδα", 12-11-26). Εμείς γνωρίζουμε κιόλας πώς το κόμμα δεν το αποδέχτηκε ποτέ αυτό σαν αφετηρία. Αντίθετα, "σε μια ολόκληρη σειρά έργα, σ΄ όλες μας τις ομιλίες, σ΄ όλο μας τον Τύπο", όπως λέει ο Λένιν, το Κόμμα βασίστηκε ακριβώς στην αντίθετη θέση που βρήκε τη θεμελιώδη έκφρασή της στο Πρόγραμμα του Κομμουνιστικού Κόμματος της ΕΣΣΔ. Πρέπει όμως να ελπίζουμε πώς ο ίδιος ο Στάλιν, τουλάχιστο ξεκινούσε "πάντα" από τη λαθεμένη ιδέα ότι "ο σοσιαλισμός μπορεί να οικοδομηθεί με τις δυνάμεις μιάς μόνο χώρας". Ας το εξακριβώσουμε.
Αγνοούμε εντελώς το πώς ο Στάλιν αντιμετώπιζε αυτό το ζήτημα το 1905 ή το 1915, γιατί μας λείπουν τελείως τα ντοκουμέντα που αναφέρονται στο θέμα αυτό. Το 1924, όμως, ο Στάλιν διατύπωσε ως εξής τις απόψεις του Λένιν για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού: "Η ανατροπή της εξουσίας της μπουρζουαζίας σε μια χώρα και η εγκαθίδρυση της εξουσίας του προλεταριάτου, δε σημαίνει και εξασφάλιση της ολοκληρωτικής νίκης του σοσιαλισμού. Μένει ακόμα να εκπληρώσουμε το βασικό καθήκον του σοσιαλισμού: τη σοσιαλιστική οργάνωση της παραγωγής. Μπορεί να λυθεί αυτό το πρόβλημα, μπορεί κανείς να πετύχει την οριστική νίκη του σοσιαλισμού σε μιά μόνη χώρα χωρίς τις συνδυασμένες προσπάθειες των προλεταρίων πολλών προχωρημένων χωρών; Οχι αυτό είναι αδύνατο. Για την ανατροπή της μπουρζουαζίας οι δυνάμεις μιάς μόνο χώρας είναι αρκετές, η ιστορία της επανάστασής μας το αποδείχνει. Για τον οριστικό όμως θρίαμβο του σοσιαλισμού, για την οργάνωση της σοσιαλιστικής παραγωγής οι δυνάμεις μιας μόνο χώρας, και μάλιστα μιας χώρας τόσο αγροτικής όσο η Ρωσία, δεν είναι πιά αρκετές. Για αυτό το έργο χρειάζονται οι δυνάμεις των προλεταρίων πολλών προχωρημένων χωρών... Αυτά είναι γενικά τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της λενινιστικής θεωρίας της προλεταριακής επανάστασης", (Ι. Στάλιν: "Για τον Λένιν και το Λενινισμό", Κρατικές εκδόσεις, Μόσχα, 1924, σελ. 40-41).
Πρέπει να το προσέξουμε καλά: "τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της λενινιστικής θεωρίας" έχουν διατυπωθεί εδώ με μεγάλη ακρίβεια. Ωστόσο, στις επόμενες εκδόσεις του βιβλίου του Στάλιν αυτό το απόσπασμα μετασχηματίστηκε ακριβώς στο αντίθετό του, κι ένα χρόνο αργότερα "τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της λενινιστικής θεωρίας" αποκηρύχτηκαν σαν... τροτσκισμός. Η 7η Ολομέλεια της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς υιοθέτησε την απόφασή της στηριγμένη, όχι στην έκδοση του 1924, μα στην έκδοση του 1926. Να σε ποιά κατάσταση βρίσκεται ο Στάλιν. Δε θα μπορούσε να είναι πιό αξιοθρήνητη. Είναι αλήθεια πώς και πάλι θα μπορούσε κανείς να παρηγορηθεί, αν τα πράγματα δεν εξελίσσονταν τόσο αξιοθρήνητα στην 7η Ολομέλεια της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς.
Μένει μια τελευταία ελπίδα, ο Μπουχάριν. Αυτός τουλάχιστο, που είναι ο πραγματικός συγγραφέας του Σχεδίου Προγράμματος, "δεχόταν πάντα σαν αφετηρία" τη δυνατότητα πραγματοποίησης του σοσιαλισμού σε μιά μόνη χώρα: Ας το εξακριβώσουμε. Να τι έγραφε ο Μπουχάριν πάνω σ΄ αυτό το θέμα το 1917: "Οι επαναστάσεις είναι η ατμομηχανή της ιστορίας. Μονάχα το προλεταριάτο μπορεί να είναι ο αναντικατάστατος μηχανοδηγός αυτής της ατμομηχανής ακόμα και στην καθυστερημένη Ρωσία. Μα το προλεταριάτο ήδη δεν μπορεί πιά να μείνει στα όρια των σχέσεων ιδιοκτησίας της αστικής κοινωνίας. Προχωρεί προς την εξουσία και προς το σοσιαλισμό. Ωστόσο αυτό το καθήκον που, και στη Ρωσία, "πέρασε στην ημερήσια διάταξη", δεν μπορεί να εκπληρωθεί "στο εσωτερικό των εθνικών συνόρων". Εδώ η εργατική τάξη προσκρούει σ΄ ένα αδιαπέραστο τείχος (σημειώστε το καλά: "σ΄ ένα αδιαπέραστο τείχος" Λ.Τ.), που δεν μπορεί να προσβληθεί παρά με τον κριό της παγκόσμιας εργατικής τάξης", (Ν. Μπουχάριν: "Η Πάλη των Τάξεων και η Επανάσταση στη Ρωσία", 1917, σελ. 3-4).
Είναι αδύνατο να εκφραστεί κανείς πιό καθαρά. Να ποιά ήταν η άποψη του Μπουχάριν το 1917, δυό χρόνια ύστερα από τη λεγόμενη "στροφή" του Λένιν το 1915. Μά μήπως η Επανάσταση του Οκτώβρη δίδαξε τίποτε το καινούργιο στον Μπουχάριν; Ας το δούμε. Στα 1919, ο Μπουχάριν έγραφε τα παρακάτω στο άρθρο του: "Η Δικτατορία του Προλεταριάτου στη Ρωσία και η Παγκόσμια Επανάσταση", που δημοσιεύτηκε στο θεωρητικό όργανο της Κομμουνιστικής Διεθνούς: "Παίρνοντας υπόψη την ύπαρξη της παγκόσμιας οικονομίας και τη συνάφεια που υπάρχει στα διάφορα μέρη της, καθώς και την αλληλοεξάρτηση των διαφόρων συγκροτημάτων της μπουρζουαζίας που είναι οργανωμένα σε κράτη βγαίνει από μόνο του (υπογραμμισμένο από μάς), πώς η πάλη σε μια απομονωμένη χώρα δεν μπορεί να ολοκληρωθεί χωρίς να κερδηθεί μια αποφασιστική μάχη από πολλές πολιτισμένες χώρες".
Τότε, αυτό έβγαινε, μάλιστα, "από μόνο του". Και συνεχίζει: "Η προλεταριακή μαρξιστική και μισομαρξιστική φιλολογία έθεσε περισσότερο από μια φορά το πρόβλημα τού να γνωρίζει άν η νίκη του σοσιαλισμού ήταν δυνατή σε μια μόνη χώρα. Η πλειοψηφία των συγγραφέων απαντούσε σ΄ αυτό αρνητικά (κι ο Λένιν τότε το 1915; Λ.Τ.), μά απ΄ αυτό δεν πρέπει να συμπεράνουμε καθόλου πώς είναι αδύνατο ή απαράδεκτο να αρχίσουμε την επανάσταση και να καταλάβουμε την εξουσία σε μια μεμονωμένη χώρα". Πολύ σωστά! Το ίδιο άρθρο έλεγε πιό κάτω: "Η περίοδος ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων δεν μπορεί να εγκαινιαστεί παρά με το θρίαμβο του προλεταριάτου σε πολλές χώρες μεγάλης σημασίας... Απ΄ όπου συμπεραίνεται: είναι αναγκαίο να επεκτείνουμε μ΄ όλα τα μέσα την παγκόσμια επανάσταση και να σχηματίσουμε ένα στέρεο οικονομικό συνασπισμό ανάμεσα στις βιομηχανικές χώρες και τη σοβιετική Ρωσία", (Ν. Μπουχάριν: "Η Δικτατορία του Προλεταριάτου στη Ρωσία και η Παγκόσμια Επανάσταση", "Κομμουνιστική Διεθνής", Νο 5, Σεπτέμβρης 1919, σελ. 614).
Η επιβεβαίωση του Μπουχάριν ότι η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, δηλαδή η πραγματική σοσιαλιστική πρόοδος δε θα εγκαινιαστεί στη χώρα μας παρά ύστερα από τη νίκη του προλεταριάτου των προχωρημένων χωρών της Ευρώπης, είναι ακριβώς η φράση που βρίσκεται στη βάση όλων των κατηγοριών που εκτοξεύτηκαν ενάντια στον "τροτσκισμό" από διάφορες πλευρές και από την 7η Ολομέλεια της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Εκείνο μονάχα που είναι περίεργο, είναι ότι ο Μπουχάριν, που οφείλει τη σωτηρία του στην ανεπαρκή του μνήμη, επενέβη σαν κατήγορος. Δίπλα στην κωμική αυτή όψη του θέματος υπάρχει μια άλλη, τραγική: είναι ο Λένιν που κάθεται στο σκαμνί του κατηγορουμένου, αυτός, που έχει εκφράσει δεκάδες φορές την ίδια αυτή στοιχειώδη σκέψη.
Τέλος, το 1921, έξι χρόνια ύστερα από τη δήθεν στροφή του Λένιν του 1915, τέσσερα χρόνια ύστερα από την εξέγερση του Οκτώβρη, η Κεντρική Επιτροπή, με επικεφαλής τον Λένιν, ενέκρινε το Πρόγραμμα της Κομμουνιστικής Νεολαίας, που είχε επεξεργαστεί μιά Επιτροπή, που διευθυνόταν από τον Μπουχάριν. Η παράγραφος 4 αυτού του Προγράμματος λέει: "Η κρατική εξουσία στην ΕΣΣΔ βρίσκεται ήδη στα χέρια της εργατικής τάξης. Ύστερα από τρία χρόνια ηρωικής πάλης ενάντια στο παγκόσμιο κεφάλαιο, το προλεταριάτο διατήρησε και δυνάμωσε τη σοβιετική εξουσία του. Αν και η Ρωσία διαθέτει τεράστια φυσικά πλούτη, είναι ωστόσο, από βιομηχανική άποψη, μια καθυστερημένη χώρα, όπου υπερέχει ο μικροαστικός πληθυσμός. Αυτή δεν μπορεί να φτάσει στο σοσιαλισμό παρά διαμέσου της παγκόσμιας προλεταριακής επανάστασης. Έχουμε μπεί στην περίοδο ανάπτυξης αυτής της επανάστασης".
Από μόνη της αυτή η παράγραφος του Προγράμματος της Κομμουνιστικής Νεολαίας (όχι ενός οποιουδήποτε άρθρου, αλλά ενός Προγράμματος!), κάνει να φαίνονται γελοίες και πραγματικά αισχρές οι προσπάθειες των συγγραφέων του Σχεδίου να αποδείξουν, πώς το Κόμμα δεχόταν "πάντα" σα δυνατή την οικοδόμηση του σοσιαλισμού σε μιά μόνη χώρα, και επιπλέον, ακριβώς στη Ρωσία. Αν αυτό ήταν "πάντα" έτσι, γιατί ο Μπουχάριν διατύπωσε μ΄ αυτό τον τρόπο την παράγραφο αυτή του Προγράμματος της Κομμουνιστικής Νεολαίας; Πού είχε ο Στάλιν τότε τα μάτια; Πώς ο Λένιν κι ολόκληρη η Κεντρική Επιτροπή μπόρεσαν να επιδοκιμάσουν μια παρόμοια αίρεση; Πώς είναι δυνατό κανείς μέσα στο Κόμμα να μην προσέξει αυτή τη "λεπτομέρεια", και να μη θέσει ερωτήσεις πάνω σ΄ αυτό το ζήτημα; Ολ΄ αυτά δε μοιάζουν πάρα πολύ με μιά απαίσια φάρσα, με την οποία χλευάζεται ολοένα και πιό πολύ το Κόμμα, η ιστορία του, η Κομμουνιστική Διεθνής; Δεν είναι καιρός να θέσουμε τέρμα σ΄ όλα αυτά; Δεν είναι καιρός να πούμε στους ρεβιζιονιστές: δε σας επιτρέπουμε πιά να κρύβεστε πίσω από τον Λένιν, πίσω από τη θεωρητική παράδοση του Κόμματός μας!
Στην 7η Ολομέλεια της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς, ο Μπουχάριν, που απαλλάσσεται χάρη στην ανεπαρκή του μνήμη, επιχειρηματολογώντας υπέρ της απόφασης που καταδίκαζε τον "τροτσκισμό", δήλωσε: "Η θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης του συντρόφου Τρότσκι (και ο σύντροφος Τρότσκι πρεσβεύει ακόμα και τώρα αυτή τη θεωρία), λέει επίσης πώς εξαιτίας της καθυστερημένης οικονομικής μας κατάστασης, θα συντριβούμε αναπόφευκτα χωρίς την παγκόσμια επανάσταση" (Στενογραφημένα πρακτικά, σελ. 115).
Μίλησα στην 7η Ολομέλεια για τα λάθη που υπήρχαν στη θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης έτσι όπως την είχα διατυπώσει το 1905-1906. Δε χρειάζεται όμως να πώ ότι δεν είχα ούτε καν ονειρευτεί να αποκηρύξω τις θεμελιώδεις αρχές αυτής της θεωρίας, αρχές που με προσέγγιζαν και με προσεγγίζουν στον Λένιν, και που δε μου επιτρέπουν να αποδεκτώ τώρα την αναθεώρηση του λενινισμού. Στη θεωρία της Διαρκούς Επανάστασης υπήρχαν δυό θεμελιώδης θέσεις.
Πρώτο: παρά την ιστορική καθυστέρηση της Ρωσίας η επανάσταση μπορεί να δώσει την εξουσία στο ρώσικο προλεταριάτο προτού να την δώσει στο προλεταριάτο των προχωρημένων χωρών. Δεύτερο: για να ξεπεράσει τις αντιθέσεις πάνω στις οποίες θα σκοντάψει η δικτατορία του προλεταριάτου σε μια καθυστερημένη χώρα, περικυκλωμένη από έναν εχθρικό καπιταλιστικό κόσμο, θα έπρεπε να περάσει στην αρένα της παγκόσμιας επανάστασης. Η πρώτη απ΄ αυτές τις θέσεις βασίζεται πάνω σε μια σωστή αντίληψη του νόμου της ανισόμερης εξέλιξης. Η δεύτερη πάνω σε μια πλήρη κατανόηση των άρρηχτων δεσμών, οικονομικών και πολιτικών, που ενώνουν τις καπιταλιστικές χώρες. Ο Μπουχάριν έχει δίκιο όταν λέει πώς συνεχίζω να πρεσβεύω ακόμα και τώρα αυτές τις δυό θεμελιώδεις θέσεις της θεωρίας της Διαρκούς Επανάστασης. Και τώρα περισσότερο από κάθε άλλη φορά. Γιατί τώρα τις υπολογίζω σαν πέρα για πέρα επαληθευμένες και ελεγμένες: στο θεωρητικό τομέα, με τα άπαντα του Μάρξ και του Λένιν, και στον πρακτικό τομέα, από την πείρα της Επανάστασης του Οχτώβρη.
6. ΠΟΥ ΒΡΙΣΚΕΤΑΙ ΛΟΙΠΟΝ "Η ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΗ";
Τα αποσπάσματα που παραθέσαμε είναι υπεραρκετά για να χαρακτηρίσουν τη χθεσινή και τη σημερινή θεωρητική κατάσταση των Στάλιν και Μπουχάριν. Για να προσδιορίσουμε όμως το χαρακτήρα της πολιτικής μεθοδολογίας τους, πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι, αφού συγκέντρωσαν από τα γραφτά της Αντιπολίτευσης (7) δηλώσεις ολότελα ανάλογες με κείνες που έκαναν οι ίδιοι μέχρι το 1925 (κι ως τότε σε πλήρη συμφωνία με τον Λένιν), ο Στάλιν και ο Μπουχάριν, βασισμένοι σ΄ αυτά τα αποσπάσματα, έστησαν στα πόδια της την θεωρία της "σοσιαλδημοκρατικής παρέκκλισής" μας. Αποφάνθηκαν πώς απέναντι στο βασικό πρόβλημα των σχέσεων της εξέγερσης του Οχτώβρη και της παγκόσμιας επανάστασης, η Αντιπολίτευση σκέπτεται τάχα όπως ο Οττο Μπάουερ, που δε δέχεται πώς είναι δυνατή η οικοδόμηση του σοσιαλισμού στη Ρωσία. Θα μπορούσε κανείς πραγματικά να πιστέψει πώς το τυπογραφείο επινοήθηκε το 1924, κι ότι όλα όσα προηγήθηκαν αυτού του χρόνου, είναι καταδικασμένα στη λήθη. Υπολογίζουν στην ανεπάρκεια της μνήμης.
Ωστόσο, στο ζήτημα του χαρακτήρα της Επανάστασης του Οχτώβρη, η Κομμουνιστική Διεθνής ρύθμισε κιόλας με το 4ο Συνέδριο της τους λογαριασμούς της με τον Οττο Μπάουερ και τους άλλους φιλισταίους της 2ης Διεθνούς. Η έκθεση που παρουσίασα, με εντολή της Κεντρικής Επιτροπής πάνω στη Νέα Οικονομική Πολιτική (8) και τις προοπτικές της παγκόσμιας επανάστασης, περιλάβαινε μια κριτική που έκφραζε τις απόψεις της τότε Κεντρικής Επιτροπής μας για τη στάση του Οττο Μπάουερ. Η έκθεση αυτή δε βρήκε καμιά αντίρρηση στο Συνέδριο, και νομίζω πώς έχει πέρα για πέρα διατηρήσει την ισχύ της ως τα σήμερα. Οσο για τον Μπουχάριν, παραιτήθηκε από το να φωτίσει την πολιτική πλευρά του προβλήματος, αφού "πολλοί σύντροφοι, κι ανάμεσά τους ο Λένιν και ο Τρότσκι" μίλησαν ήδη πάνω σ΄ αυτό. Με άλλα λόγια ο Μπουχάριν τάχθηκε άμεσα αλληλέγγυος με την έκθεσή μου. Να αυτά που είπα σχετικά με τον Οττο Μπάουερ στο 4ο Συνέδριο:
"Οι σοσιαλδημοκράτες θεωρητικοί, από τη μια μεριά, δέχονται, στα κυριακάτικα άρθρα τους, ότι ο καπιταλισμός, προπαντός στην Ευρώπη, ζεί τρώγοντας τις σάρκες του κι ότι κατάντησε να γίνει φρένο στην ιστορική εξέλιξη. Από την άλλη, εκφράζουν τη βεβαιότητα πώς η εξέλιξη της Σοβιετικής Ρωσίας την οδηγεί αναπόφευκτα προς το θρίαμβο της αστικής δημοκρατίας. Ετσι πέφτουν σε μια αντίθεση από τις πιό χυδαίες, ολότελα αντάξια των εκφυλισμένων και υπερφίαλων αυτών κομφουζιονιστών. Η Νέα Οικονομική Πολιτική έχει υπολογιστεί για συνθήκες καθορισμένου χρόνου και χώρου: είναι ένας ελιγμός του Εργατικού Κράτους που ζεί ακόμα σε μια καπιταλιστική περικύκλωση, και πού υπολογίζει σταθερά στην επαναστατική ανάπτυξη της Ευρώπης. Δεν μπορεί κανείς στους πολιτικούς υπολογισμούς να αφήνει στην άκρη ένα συντελεστή τόσο σημαντικό όπως ο χρόνος. Πραγματικά, αν δεχτεί κανείς ότι ο καπιταλισμός θα διατηρηθεί ακόμα στην Ευρώπη έναν ή μισό αιώνα, κι ότι η Σοβιετική Ρωσία θα πρέπει να προσαρμόσει σ΄ αυτό την οικονομική πολιτική της, τότε το ζήτημα λύνεται από μόνο του. Γιατί σε μια τέτια περίπτωση, υποθέτουμε a priori πώς η προλεταριακή επανάσταση στην Ευρώπη θα αποτύχει και πώς θα ανοίξει μια καινούργια εποχή καπιταλιστικής αναγέννησης. Πάνω σε τί θα στηριζόμασταν για να αποδεχτούμε αυτό το πράγμα; Αν ο Οττο Μπάουερ έχει ανακαλύψει στη ζωή της σημερινής Αυστρίας θαυματουργά συμπτώματα καπιταλιστικής νεκρανάστασης, τότε η τύχη της Σοβιετικής Ρωσίας είναι καθορισμένη εκ των προτέρων. Μα στο μεταξύ, εμείς δε βλέπουμε θαύματα, και δεν πιστεύουμε σ΄ αυτά. Αν κατά τη γνώμη μας η ευρωπαϊκή μπουρζουαζία εξασφάλιζε την εξουσία για μια ολόκληρη σειρά δεκαετιών, μέσα στις σημερινές συνθήκες που ζεί ο κόσμος, αυτό θα ισοδυναμούσε όχι με μια καινούργια άνθηση του καπιταλισμού, μα με την οικονομική αποσύνθεση και την πολιτιστική κατάπτωση της Ευρώπης. Αν μιλήσουμε γενικά, δεν μπορεί κανείς να αρνηθεί πώς ένα παρόμοιο προτσές θα μπορούσε να συμπαρασύρει εξίσου στην άβυσσο τη Σοβιετική Ρωσία. Θα έπρεπε μήπως σ΄ αυτή την πορεία να περάσει από το στάδιο της "δημοκρατίας" ή θα αποσυντίθενταν παίρνοντας άλλα σχήματα; Αυτό πιά είναι δευτερεύον ζήτημα. Εμείς όμως δεν έχουμε κανένα λόγο να προσχωρήσουμε στη φιλοσοφία του Σπέγκλερ. Υπολογίζουμε σταθερά στην επαναστατική ανάπτυξη της Ευρώπης. Η Νέα Οικονομική Πολιτική δεν είναι παρά μια προσαρμογή στο ρυθμό αυτής της ανάπτυξης", (Λ. Τρότσκι: "Πέντε Χρόνια της Κομμουνιστικής Διεθνούς". Για την Κριτική της Σοσιαλδημοκρατίας, σελ. 491-492).
Αυτός ο τρόπος τοποθέτησης του ζητήματος μας επαναφέρει στο σημείο απ΄ όπου αρχίσαμε να κριτικάρουμε το Σχέδιο Προγράμματος: στην εποχή του ιμπεριαλισμού δεν μπορεί κανείς να εξετάσει την τύχη μιας απομονωμένης χώρας παρά παίρνοντας σαν αφετηρία τις τάσεις της παγκόσμιας εξέλιξης, σαν ενιαίο σύνολο, μέσα στο οποίο είναι ενσωματωμένη αυτή η χώρα, με τις εθνικές ιδιομορφίες της, και από το οποίο εξαρτάται. Οι θεωρητικοί της 2ης Διεθνούς απομονώνουν την ΕΣΣΔ από το σύνολο του κόσμου κι από την ιμπεριαλιστική εποχή. Εφαρμόζουν στην ΕΣΣΔ, που την αντικρύζουν σαν απομονωμένη χώρα, το στείρο κριτήριο της οικονομικής "ωριμότητας", και αποδείχνουν πώς η ΕΣΣΔ δεν είναι προετοιμασμένη για να οικοδομήσει το σοσιαλισμό με τις δικές της δυνάμεις, και από αυτό συμπεραίνουν το αναπόφευκτο του καπιταλιστικού εκφυλισμού του εργατικού κράτους.
Οι συγγραφείς του ΣΧέδιου Προγράμματος τοποθετούνται στην ίδια βάση από θεωρητική άποψη. Δέχονται πέρα για πέρα τη μεταφυσική μεθοδολογία των θεωρητικών της σοσιαλδημοκρατίας: όπως ακριβώς οι σοσιαλδημοκράτες, "αφαιρούν" κι αυτοί το σύνολο του κόσμου και την ιμπεριαλιστική εποχή, παίρνουν σαν αφετηρία το μύθο της απομονωμένης εξέλιξης, και εφαρμόζουν στο εθνικό στάδιο της παγκόσμιας επανάστασης το στείρο οικονομικό κριτήριο. Απεναντίας, η "ετυμηγορία" τους είναι αντίθετη από των σοσιαλδημοκρατών. Η "αριστερή" τοποθέτηση των συγγραφέων του Σχεδίου συνίσταται στο γεγονός ότι αυτοί αναπαράγουν σε μορφή γρίφου τη σοσιαλδημοκρατική εκτίμηση. Ωστόσο, όποια κι αν είναι η μέθοδος με την οποία οι θεωρητικοί της 2ης Διεθνούς θέτουν το ζήτημα, αυτή δεν αξίζει τίποτε. Πρέπει να υιοθετήσουμε τη μέθοδο του Λένιν, που διαγράφει το κριτήριο και τη διάγνωση του Μπάουερ σα να ήταν ασκήσεις αντάξιες ενός μαθητή δημοτικού.
Νά που βρίσκεται λοιπόν η "σοσιαλδημοκρατική παρέκκλιση". Δεν είμαστε επομένως εμείς, μα οι συγγραφείς του Σχεδίου που θα έπρεπε να καταταχτούν ανάμεσα στους συγγενείς του Μπάουερ.
7. Η ΕΞΑΡΤΗΣΗ ΤΗΣ ΕΣΣΔ ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Ο ίδιος ο Βόλμαρ ήταν ο πρόδρομος των ιεροκηρύκων της εθνικοσοσιαλιστικής κοινωνίας. Το 1878, σ΄ ένα άρθρο του(9), με τίτλο "Το Μεμονωμένο Σοσιαλιστικό Κράτος", που χάραζε την προοπτική της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στη Γερμανία με μόνες τις δυνάμεις του προλεταριάτου αυτής της χώρας - που έχει αφήσει πολύ πίσω της την προχωρημένη Αγγλία - ο Βόλμαρ αναφερόταν με μια απόλυτη σαφήνεια και ακρίβεια στο νόμο της ανισόμερης εξέλιξης - νόμος που, σύμφωνα μ΄ αυτά που πιστεύει ο Στάλιν, ήταν άγνωστος για τον Μάρξ και τον Εγκελς. Ο Βόλμαρ έβγαλε (το 1878) απ΄ αυτό το νόμο το παρακάτω αναμφισβήτητο συμπέρασμα: "Κάτω από τις συνθήκες που επικρατούν σήμερα, και που θα διατηρήσουν την ισχύ τους για ολόκληρη την περίοδο που μπορούμε να προβλέψουμε, η πιθανότητα μιας ταυτόχρονης νίκης του σοσιαλισμού σ΄ όλες τις πολιτισμένες χώρες αποκλείεται εντελώς...". Αναπτύσσοντας αυτή την άποψη, ο Βόλμαρ γράφει: "Έτσι, φτάνουμε στο μεμονωμένο σοσιαλιστικό κράτος, για το οποίο ελπίζω να έχω αποδείξει πώς αν δεν είναι το μόνο δυνατό, είναι τουλάχιστο το πιό πιθανό...".
Στο ποσοστό που με τις λέξεις "μεμονωμένο κράτος" μπορεί κανείς να κατανοήσει εδώ αποκλειστικά το κράτος της δικτατορίας του προλεταριάτου, ο Βόλμαρ εκφράζει μιαν αναμφισβήτητη σκέψη αρκετά γνωστή στον Μάρξ και τον Ενγκελς και πού ο Λένιν την έκφρασε στο άρθρο του τού 1915 που παραθέσαμε πίο πάνω. Στη συνέχεια όμως ακολουθούν ευρήματα, κατασκευασμένα από τον ίδιο τον Βόλμαρ, που δεν είναι άλλωστε διατυπωμένα μ΄ έναν τρόπο τόσο μονόπλευρο και λαθεμένο όσο είναι τα ευρήματα των θεωρητικών μας του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα. Για να κατασκευάσει την επιχειρηματολογία του ο Βόλμαρ παίρνει σαν αφετηρία τον υπολογισμό πώς η σοσιαλιστική Γερμανία θα διατηρούσε τις πιο ταχτικές οικονομικές σχέσεις με την παγκόσμια καπιταλιστική οικονομία, συνδυάζοντας έτσι τα πλεονεκτήματα μιας εξαιρετικά αναπτυγμένης τεχνικής με το πλεονέκτημα μικρών εξόδων παραγωγής. Μια τέτοια οικοδόμηση στηρίζεται πάνω στην προοπτική της ειρηνικής συνύπαρξης του σοσιαλιστικού και του καπιταλιστικού συστήματος. Αφού λοιπόν ο σοσιαλισμός θα πρέπει, όσο περισσότερο προχωρεί, να εκδηλώνει τα τεράστια πλεονεκτήματά του από την άποψη της παραγωγής, η αναγκαιότητα της παγκόσμιας επανάστασης θα εξαφανιστεί από μόνη της: ο σοσιαλισμός θα νικήσει τον καπιταλισμό διαμέσου της αγοράς, με τις χαμηλές τιμές του.
Ο Μπουχάριν, συγγραφέας του πρώτου Σχεδίου Προγράμματος και ένας από τους συγγραφείς του δεύτερου Σχεδίου, στηρίζεται αποκλειστικά για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού του σε μια μόνη χώρα πάνω στην ιδέα της μεμονωμένης οικονομίας που έχει γίνει αυτοσκοπός. Στο άρθρο του Μπουχάριν που τιτλοφορείται: "Για το Χαραχτήρα της Επανάστασής μας και τη Δυνατότητα της Νικηφόρας Οικοδόμησης του Σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ", ("Μπολσεβίκος", Νο 19-20, 1926), και πού αποτελεί τη μεγαλοπρεπέστερη έκφραση του σχολαστικισμού παραγεμισμένη με σοφίσματα, ολόκληρος ο συλλογισμός του εκτυλίσσεται μέσα στα πλαίσια μιας μεμονωμένης οικονομίας. Το βασικό και μοναδικό επιχείρημά του είναι το ακόλουθο: "Αφού έχουμε όλα εκείνα που είναι αναγκαία και επαρκή, για να οικοδομήσουμε το σοσιαλισμό, τότε, κατά συνέπεια, στο ίδιο το προτσές αυτής της οικοδόμησης δεν υπάρχει ούτε μια στιγμή που από κεί και πέρα αυτή η οικοδόμηση να γίνεται αδύνατη. Αν στο εσωτερικό της χώρας μας έχουμε έναν τέτοιο συνδυασμό δυνάμεων, που σε σχέση με κάθε χρόνο που περνάει, η υπεροχή του σοσιαλιστικού τομέα της οικονομίας μας μεγαλώνει, αν οι κοινωνικοποιημένοι τομείς της οικονομίας μας αυξάνουν πιό γρήγορα από τους τομείς του καπιταλιστικού ιδιωτικού τομέα, αρχίζουμε κάθε καινούργιο χρόνο με περισσότερες δυνάμεις".
Αυτός είναι ένας συλλογισμός, αναντίρρητος, συλλογισμός που δεν αναιρείται: "Αφού έχουμε όλα εκείνα που είναι αναγκαία και επαρκή", τότε... τα έχουμε. Παίρνοντας για αφετηρία αυτό που πρέπει να αποδειχτεί, ο Μπουχάριν στήνει ένα αποπερατωμένο σύστημα μιας σοσιαλιστικής οικονομίας που έχει σα στόχο της τον ίδιο τον εαυτό της, που δεν έχει ούτε εισόδους ούτε εξόδους που επικοινωνούν με το εξωτερικό. Ο Μπουχάριν, το ίδιο όπως ο Στάλιν, δε βλέπει το εξωτερικό περιβάλλον, δηλαδή τον κόσμο ολόκληρο, παρά μόνο από τη σκοπιά της επέμβασης. Όταν ο Μπουχάριν μιλάει σε αυτό το άρθρο για την αναγκαιότητα "να κάνουμε αφαίρεση" του διεθνικού παράγοντα, έχει υπόψη του τη στρατιωτική επέμβαση και όχι την παγκόσμια αγορά. Αυτή δεν έχει ανάγκη να την αφαιρέσει, γιατί απλούστατα δεν υπάρχει καθόλου στη δομή της σκέψης του. Σύμφωνα μ΄ αυτό το σχήμα, ο Μπουχάριν υπερασπίστηκε στο 14ο Συνέδριο την ιδέα, ότι αν μια επέμβαση δε γινόταν εμπόδιο, θα οικοδομούσαμε το σοσιαλισμό "έστω και με βήματα χελώνας". Το ζήτημα της ασταμάτητης πάλης ανάμεσα στα δυό συστήματα, το γεγονός ότι ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να βασιστεί παρά μόνο πάνω σε ανώτερες παραγωγικές δυνάμεις, με μια λέξη ο μαρξιστικός δυναμισμός της αντικατάστασης ενός κοινωνικού σχηματισμού μ΄ έναν άλλο, που βασίζεται πάνω στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, όλα αυτά πετάχτηκαν στην άκρη. Η επαναστατική και ιστορική διαλεκτική πορεία αντικαταστάθηκε από μια αντιδραστική ουτοπία, από το ροκάνισμα ενός σοσιαλισμού που είναι κλεισμένος στον εαυτό του, που οικοδομείται χάρη σε μια κατώτερη τεχνική, που εξελίσσεται με "βήματα χελώνας", μέσα στα εθνικά πλαίσια, και πού δεν έχει με τον εξωτερικό κόσμο καμιά άλλη σχέση, εκτός από το φόβο μιας επέμβασης. Το γεγονός ότι δεν αποδεχτήκαμε την αξιοθρήνητη αυτή καρικατούρα του συστήματος των ιδεών του Μάρξ και του Λένιν χαρακτηρίστηκε "σοσιαλδημοκρατική παρέκκλιση", γιατί δε θελήσαμε να δεχτούμε την αντιστροφή της θεωρίας του Βόλμαρ για το σοσιαλισμό σε μια μόνη χώρα, που την έκανε ακόμα πιο αποκρουστική.
Το προλεταριάτο της τσαρικής Ρωσίας δεν θα είχε καταλάβει την εξουσία τον Οχτώβρη, αν η Ρωσία δεν ήταν ένας κρίκος, ο πιο αδύνατος, μα παρόλ΄ αυτά κρίκος, της παγκόσμιας οικονομικής αλυσίδας. Η κατάκτηση της εξουσίας από το προλεταριάτο δεν απομόνωσε καθόλου τη Δημοκρατία των Σοβιέτ από το σύστημα του παγκόσμιου καταμερισμού της εργασίας, που δημιούργησε ο καπιταλισμός. Όπως η σοφή κουκουβάγια φτερουγίζει μονάχα το σούρουπο, το ίδιο και η θεωρία του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα εμφανίζεται σε μιά στιγμή που η βιομηχανία μας, εξαντλώντας ολοένα και περισσότερο το παλιό πάγιο κεφάλαιό της, που ουσιαστικά έκφραζε τα δύο τρίτα της εξάρτησης της βιομηχανίας μας από την παγκόσμια βιομηχανία, είχε μια επείγουσα ανάγκη να ανανεώσει και να επεκτείνει τους δεσμούς της με τον εξωτερικό κόσμο, και τη στιγμή που τα προβλήματα του εξωτερικού εμπορίου έμπαιναν καθαρά μπροστά στη διεύθυνση της οικονομίας.
Στο 11ο Συνέδριο, δηλαδή στο τελευταίο Συνέδριο όπου ο Λένιν μπόρεσε να μιλήσει στο Κόμμα, το προειδοποίησε έγκαιρα πώς θα είχε να αντιμετωπίσει μια καινούργια δοκιμασία. "μια δοκιμασία που θα οργάνωναν η ρώσικη αγορά και η παγκόσμια αγορά στην οποία είμαστε υποταγμένοι, με την οποία είμαστε δεμένοι, κι από την οποία δεν μπορούμε να αποσπαστούμε". Τίποτε δε χτυπάει τόσο ανελέητα τη θεωρία του μεμονωμένου "πλήρους σοσιαλισμού" όσο το απλό γεγονός, ότι οι αριθμοί του εξωτερικού μας εμπορίου έχουν γίνει στη διάρκεια του τελευταίου χρόνου ο ακρογωνιαίος λίθος των οικονομικών πλάνων μας. "Το πιο αδύνατο σημείο" ολόκληρης της οικονομίας μας, και δω περιλαβαίνεται και η βιομηχανία μας, είναι οι εισαγωγές, που εξαρτώνται αποκλειστικά από τις εξαγωγές. Κι αφού λοιπόν η αντίσταση μιας αλυσίδας εξαρτάται από τον πιο αδύνατο κρίκο της, τα μεγέθη των οικονομικών πλάνων μας προσαρμόστηκαν στα μεγέθη των εισαγωγών.
Σε ένα άρθρο αφιερωμένο στο σύστημα κατάστρωσης του πλάνου, που δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση "Planovοϊe Khoziaistvo". ("Η Σχεδιασμένη Οικονομία", Θεωρητικό όργανο του Κρατικού Σχεδίου 10), διαβάζουμε: "Καθορίζοντας τους αριθμούς ελέγχου αυτού του χρόνου, έπρεπε, από μεθοδολογία, να πάρουμε σαν αφετηρία τα πλάνα εξαγωγών και εισαγωγών μας, να προσανατολιστούμε σύμφωνα μ΄ αυτά, για να καταστρώσουμε ολόκληρη μια σειρά από σχέδια για τους διάφορους κλάδους της βιομηχανίας, και κατά συνέπεια κάθε βιομηχανικό σχέδιο γενικά, και ιδιαίτερα να συνδυάσουμε μ΄ αυτά τα σχέδια το χτίσιμο καινούργιων εργοστασίων, κλπ", (Γενάρης 1927, σελ. 27).
Αυτός ο τρόπος αντιμετώπισης του ζητήματος σύμφωνα με τη μέθοδο του Κρατικού Σχεδίου, χωρίς αμφιβολία, σημαίνει: οι αριθμοί ελέγχου καθορίζουν την κατεύθυνση και το ρυθμό της οικονομικής μας εξέλιξης, μα ο έλεγχος των αριθμών αυτών έχει ήδη μετατοπιστεί προς την παγκόσμια οικονομία. Και είναι έτσι, όχι γιατί έχουμε γίνει πιό αδύνατοι, μα γιατί, αφού γίναμε πιο ισχυροί, αποσπαστήκαμε από το φαύλο κύκλο της απομόνωσης. Με τους αριθμούς των εξαγωγών και των εισαγωγών, ο καπιταλιστικός κόσμος μας δείχνει πώς έχει κι άλλα μέσα για να αντιδράσει εκτός από τη στρατιωτική επέμβαση. Αφού η παραγωγικότητα της εργασίας και του κοινωνικού συστήματος στο σύνολό του μετριέται στους όρους της αγοράς με βάση τις τιμές, η σοβιετική οικονομία απειλείται περισσότερο από μια επέμβαση φτηνών καπιταλιστικών εμπορευμάτων παρά από μια στρατιωτική επέμβαση. Και μόνο γι΄ αυτόν το λόγο, το θέμα δεν είναι να κερδίσει κανείς μια μεμονωμένη νίκη, από οικονομική άποψη, ενάντια στην "ίδια του" την μπουρζουαζία.
"Η σοσιαλιστική επανάσταση, που προχωράει σ΄ ολόκληρο τον κόσμο δε θα συνίσταται μονάχα στο γεγονός ότι το προλεταριάτο κάθε χώρας θα θριαμβεύσει ενάντια στην μπουρζουαζία του". (Λένιν: "1919", Τομ. 16ος, σελ. 488). Πρόκειται για μια μάχη, για μια πάλη μέχρι θανάτου, ανάμεσα σε δυο κοινωνικά συστήματα, που το ένα έχει αρχίσει να οικοδομείται στηριζόμενο πάνω σε καθυστερημένες παραγωγικές δυνάμεις μιας άπειρα πιό μεγάλης δυναμικότητας. Αυτός που αντιμετωπίζει σαν "πεσσιμισμό" το γεγονός ότι αναγνωρίζουμε πώς είμαστε εξαρτημένοι από την παγκόσμια αγορά ( ο Λένιν έλεγε καθαρά πώς είμαστε υποταγμένοι σ΄ αυτήν) προδίδει σ΄ όλο τους το μέγεθος, από τη μια, τη μικροαστική επαρχιώτικη μικροψυχία του, που φοβάται την παγκόσμια αγορά, κι από την άλλη τη μιζέρια της τοπικιστικής αισιοδοξίας του, ελπίζοντας να ξεφύγει απ΄ αυτή την αγορά κρυμμένος πίσω από τα βάτα και βολεύοντάς την με τις δικές του πηγές.
Η καινούργια θεωρία υπολογίζει σα ζήτημα τιμής την αλλόκοτη ιδέα πώς η ΕΣΣΔ μπορεί να συντριβεί ύστερα από μια στρατιωτική επέμβαση, μα σε καμιά περίπτωση εξαιτίας της οικονομικής της καθυστέρησης. Αφού όμως σε μια σοσιαλιστική κοινωνία οι εργαζόμενες μάζες πρέπει να είναι περισσότερο διατεθειμένες να υπερασπίσουν τη χώρα απ΄ όσο οι σκλάβοι του κεφαλαίου να επιτεθούν ενάντιά της, τότε διερωτάται κανείς: είναι δυνατό να συντριβούμε από μια στρατιωτική επέμβαση; Ναι, γιατί ο εχθρός είναι άπειρα πιό ισχυρός από τεχνική άποψη. Ο Μπουχάριν δεν αποδέχεται την υπεροχή των παραγωγικών δυνάμεων παρά μόνο από την τεχνικο-στρατιωτική τους πλευρά. Δε θέλει να καταλάβει ότι το τρακτέρ του Φόρντ είναι το ίδιο επικίνδυνο όσο και το κανόνι του Κρεζώ, με τη διαφορά ότι το τελευταίο δεν μπορεί να δράσει παρά από χρόνο σε χρόνο, ενώ το πρώτο εξασκεί μια αδιάκοπη πίεση πάνω μας. Κι επιπλέον το τρακτέρ γνωρίζει πώς έχει πίσω του σαν τελευταία εφεδρεία το κανόνι.
Εμείς, το πρώτο εργατικό Κράτος, είμαστε ένα τμήμα του παγκόσμιου προλεταριάτου και, μαζί μ΄ αυτό εξαρτιόμαστε από τον παγκόσμιο καπιταλισμό. Η μικρή ωραία λέξη "σχέση", η αδιάφορη, η ουδέτερη, η ευνουχισμένη από τους γραφειοκράτες, δεν τέθηκε στην κυκλοφορία παρά για να σκεπάσει τον εξαιρετικά δυσάρεστο και επικίνδυνο για μας χαρακτήρα αυτών των "σχέσεων". Αν παράγαμε στις τιμές της παγκόσμιας αγοράς, η εξάρτησή μας απ΄ αυτήν, ενώ θα παράμενε μια εξάρτηση, θα ήταν άπειρα λιγότερο βαριά απ΄ ότι είναι τώρα. Δυστυχώς όμως δεν είναι έτσι. Το ίδιο το μονοπώλιο του εξωτερικού μας εμπορίου μαρτυράει τον ωμό κι επικίνδυνο χαρακτήρα της εξάρτησής μας. Η αποφασιστική σπουδαιότητα που έχει για μάς αυτό το μονοπώλιο στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού βγαίνει ακριβώς από τη σχέση των δυνάμεων που είναι σε βάρος μας. Δεν μπορεί όμως κανείς ούτε για μια στιγμή να ξεχάσει πώς το μονοπώλιο του εξωτερικού εμπορίου μας ρυθμίζει μονάχα τις σχέσεις μας με την παγκόσμια αγορά, μα δεν τις εξαλείφει.
"Οσο η Δημοκρατία των Σοβιέτ μας - έγραφε ο Λένιν - παραμένει μια απομονωμένη αγορά απ΄ όλο τον καπιταλιστικό κόσμο, το να πιστεύουμε στην πλήρη οικονομική ανεξαρτησία μας, στην εξαφάνιση ορισμένων κινδύνων, θα ήταν σα να δείχναμε χιμαιρικό και ουτοπιστικό πνεύμα", (Λένιν: "Άπαντα", Τόμ. 17ος, σελ. 409, υπογραμμισμένο απο μάς). Επομένως, ο βασικός κίνδυνος προέρχεται από την αντικειμενική κατάσταση της ΕΣΣΔ, σαν "αγορά απομονωμένη" από την καπιταλιστική οικονομία, που είναι εχθρική για μας. Ωστόσο αυτός ο κίνδυνος μπορεί να μεγαλώσει ή να μειωθεί. Αυτό εξαρτάται από τη δράση δυό παραγόντων: τη σοσιαλιστική οικοδόμησή μας, από τη μια, και την εξέλιξη της καπιταλιστικής οικονομίας, από την άλλη. Είναι φανερό πώς, σε τελευταία ανάλυση, είναι ο δεύτερος συντελεστής, δηλαδή η πορεία του συνόλου της παγκόσμιας οικονομίας, που έχει την αποφασιστική σπουδαιότητα.
Μπορεί να συμβεί, και σε ποια περίπτωση, να καθυστερεί ολοένα και περισσότερο η παραγωγικότητα του δικού μας κοινωνικού συστήματος σε σχέση με την παραγωγικότητα του καπιταλισμού; Γιατί στο τέλος του λογαριασμού, αυτό θα επιφέρει αναπόφευκτα την κατάρρευση της σοσιαλιστικής δημοκρατίας. Αν διευθύνουμε επιστημονικά την οικονομία στη διάρκεια της καινούργιας αυτής φάσης, στην οποία είμαστε υποχρεωμένοι να δημιουργήσουμε μόνοι μας τη βάση της βιομηχανίας, πράγμα που απαιτεί πολύ πιο μεγάλες ικανότητες απομέρους της ηγεσίας, η παραγωγικότητα της εργασίας μας θα μεγαλώσει. Μπορεί ωστόσο κανείς να υποθέσει πώς η παραγωγικότητα της εργασίας στις καπιταλιστικές χώρες, η για να μιλήσουμε πιο συγκεκριμένα, στις κυριαρχούσες καπιταλιστικές χώρες, θα αυξάνει πιο γοργά από τη δική μας παραγωγικότητα; Αν σ΄ αυτή την ερώτηση δε δώσει κανείς μια απάντηση που παίρνει υπόψη της τις προοπτικές, οι καυχησιάρικες επιβεβαιώσεις σύμφωνα με τις οποίες ο ρυθμός ανάπτυξής μας θα είναι "αφ΄ ευατού" επαρκής (χωρίς να μιλήσουμε για τη γελοία φιλοσοφία του "με βήματα χελώνας"), δεν ανταποκρίνονται απολύτως σε τίποτε. Μα και μόνη η προσπάθεια να απαντήσουμε στο πρόβλημα της πάλης ανάμεσα στα δυό συστήματα, μας συμπαρασύρει στην αρένα της παγκόσμιας οικονομίας και πολιτικής. Σ΄ αυτήν όμως την αρένα είναι η επαναστατική Διεθνής, που περιλαμβάνει και τη Δημοκρατία των Σοβιέτ, που δρά και αποφασίζει, και καθόλου μια Σοβιετική Δημοκρατία που έχει γίνει αυτοσκοπός και πού καταφεύγει πότε πότε στη βοήθεια της Διεθνούς.
Το ΣΧέδιο Προγράμματος, γράφει για την κρατικοποιημένη οικονομία της ΕΣΣΔ ότι "αναπτύσσει τη βαριά βιομηχανία μ΄ ένα ρυθμό, που ξεπερνάει το ρυθμό ανάπτυξης που πετυχαίνουν οι καπιταλιστικές χώρες". Σ΄ αυτή την απόπειρα σύγκρισης των δυο ρυθμών ανάπτυξης, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι γίνεται ένα βήμα μπροστά στον τομέα των αρχών, σε σχέση με την περίοδο όπου οι συγγραφείς του Προγράμματος αρνούνταν κατηγορηματικά ότι υπάρχει πρόβλημα συντελεστή σύγκρισης ανάμεσα στην ανάπτυξής μας και την ανάπτυξη του κόσμου. Είναι ανώφελο "να ανακατεύουμε στην ανάπτυξή μας τον παγκόσμιο συντελεστή" έλεγε ο Στάλιν. Θα οικοδομήσουμε το σοσιαλισμό "έστω και με βήματα χελώνας" διακήρυσσε ο Μπουχάριν. Πάνω ακριβώς σ΄ αυτή τη γραμμή εκτυλίχτηκαν οι συζητήσεις αρχών για πολλά χρόνια. Από τυπική άποψη - η γραμμή αυτή ηττήθηκε. Μα αν κανείς δεν αρκείται στο να εισάγει στο κείμενο μια σύγκριση ανάμεσα στους διαφορετικούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης, μα διεισδύει στην ουσία του προβλήματος, θα δει καθαρά ότι δεν μπορεί να μιλάει σε ένα άλλο κεφάλαιο του Σχεδίου για "ένα επαρκές μίνιμουμ της βιομηχανίας", βασιζόμενος μονάχα στις εσωτερικές σχέσεις, χωρίς επαφή με τον καπιταλιστικό κόσμο. Δεν μπορεί κανείς όχι μονάχα να λύσει, a priori μα και να θέσει το ερώτημα αν είναι "δυνατό" ή "αδύνατο" στο προλεταριάτο της χώρας να αντιμετωπίσει την οικοδόμηση του σοσιαλισμού με τις δικές του δυνάμεις. Το ζήτημα θα λυθεί από το δυναμισμό της πάλης ανάμεσα στα δυο συστήματα, ανάμεσα στις δυό παγκόσμιες τάξεις. Παρά τους υψηλούς συντελεστές ανάπτυξής μας στη διάρκεια της περιόδου ανασυγκρότησης, ένα βασικό κι αναμφισβήτητο γεγονός παραμένει: "Ο καπιταλισμός, αν τον υπολογίσει κανείς σε παγκόσμια κλίμακα, συνεχίζει να είναι πιό ισχυρός από την εξουσία των Σοβιέτ, κι όχι μονάχα από στρατιωτική, μα κι από οικονομική άποψη. Από τη βασική αυτή θέση πρέπει πάντα να ξεκινάμε και να μην ξεχνάμε ποτέ", (Λένιν: "Άπαντα", Τομ/ 17ος, σελ. 102).
Το πρόβλημα της σχέσης ανάμεσα στους διάφορους ρυθμούς ανάπτυξης παραμένει άλυτο. Δεν εξαρτάται μονάχα από την ικανότητά μας να αντιμετωπίσουμε πραγματικά τη "σμύτκα"11, να εξασφαλίσουμε την προμήθεια σταριού, να διευρύνουμε τις εξαγωγές και τις εισαγωγές. Με άλλα λόγια δεν περιορίζεται αποκλειστικά στις επιτυχίες μας στο εσωτερικό, που είναι βέβαια, ένας παράγοντας εξαιρετικής σπουδαιότητας σ΄ αυτή την πάλη, μα είναι επίσης δεμένο με την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας και της παγκόσμιας επανάστασης. Κατά συνέπεια το πρόβλημα θα λυθεί όχι μέσα στα όρια ενός έθνους, μα πάνω στην αρένα της παγκόσμιας οικονομικής και πολιτικής πάλης.
Έτσι, σε κάθε σχεδόν παράγραφο του Σχεδίου Προγράμματος βλέπουμε μια άμεση ή καμουφλαρισμένη παραχώρηση στην κριτική της Αντιπολίτευσης. Αυτές οι "παραχωρήσεις" εκδηλώνονται μ΄ ένα πλησίασμα, από θεωρητική άποψη, στον Μαρξ και τον Λένιν, μα τα ρεβιζιονιστικά συμπεράσματα παραμένουν ολότελα ανεξάρτητα από τις επαναστατικές θέσεις.
8. Η ΑΝΤΙΘΕΣΗ ΠΟΥ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΙΣ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΚΑΙ ΤΑ ΕΘΝΙΚΑ ΣΥΝΟΡΑ ΕΙΝΑΙ Η ΠΗΓΗ ΤΟΥ ΟΥΤΟΠΙΚΟΥ ΚΑΙ ΑΝΤΙΔΡΑΣΤΙΚΟΥ ΧΑΡΑΧΤΗΡΑ ΤΗΣ ΘΕΩΡΙΑΣ ΤΟΥ ΣΟΣΙΑΛΙΣΜΟΥ ΣΕ ΜΙΑ ΜΟΝΗ ΧΩΡΑ
Η επιχειρηματολογία της θεωρίας του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα περιορίζεται, όπως έχουμε δει, από τη μια μεριά, στη σοφιστική ερμηνεία ορισμένων γραμμών του Λένιν, κι από την άλλη, στη σχολαστική εξήγηση "του νόμου της ανισόμερης εξέλιξης". Διερμηνεύοντας με φρόνηση τόσο τον ιστορικό αυτό νόμο όσο και τα αποσπάσματα του Λένιν, φτάσαμε σ΄ ένα συμπέρασμα εντελώς αντίθετο, δηλαδή στο συμπέρασμα που έβγαζε ο Μαρξ, ο Ενγκελς, ο Λένιν κι εμείς όλοι, συμπεριλαμβανομένων του Στάλιν και του Μπουχάριν, μέχρι το 1925. Από την ανισόμερη, τη σπασμωδική εξέλιξη του καπιταλισμού πηγάζει ο ανισόμερος, ο σπασμωδικός χαρακτήρας της σοσιαλιστικής επανάστασης. Ενώ από την αμοιβαία αλληλεξάρτηση των διαφόρων χωρών, που έχει φτάσει σ΄ έναν πολύ προχωρημένο βαθμό, απορρέει όχι μονάχα η πολιτική, μα και η οικονομική αδυναμία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα.
Ας εξετάσουμε ακόμα μια φορά κάτω απ΄ αυτό το πρίσμα, κι από πιό κοντά, το κείμενο του Προγράμματος. Έχουμε ήδη διαβάσει στην εισαγωγή: "Ο ιμπεριαλισμός...οξύνει, εντείνοντας στο έπακρο, την αντίθεση που υπάρχει ανάμεσα στην ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων της παγκόσμιας οικονομίας και τα φράγματα που χωρίζουν έθνη και κράτη". Έχουμε κιόλας πεί πώς αυτή η θέση ήταν ή καλύτερα θα έπρεπε να είναι ο ακρογωνιαίος λίθος ενός διεθνιστικού προγράμματος. Αυτή όμως αποκλείει, αναιρεί και σαρώνει a priori τη θεωρία του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα, σα θεωρία αντιδραστική, γιατί βρίσκεται σε κατάφορη αντίθεση όχι μονάχα με τη θεμελιώδη τάση ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων, μα και με τα υλικά αποτελέσματα που έχει ήδη αποφέρει αυτή η ανάπτυξη. Οι παραγωγικές δυνάμεις είναι ασυμβίβαστες με τα εθνικά σύνορα. Από κει ακριβώς πηγάζουν όχι μονάχα το εξωτερικό εμπόριο, η εξαγωγή ανθρώπων και κεφαλαίων, η κατάκτηση εδαφών, η αποικιακή πολιτική, ο τελευταίος ιμπεριαλιστικός πόλεμος, μα και η έλλειψη κάθε δυνατότητας να ζήσει, από οικονομική άποψη, ένα σοσιαλιστικό κράτος που έχει κάνει την ύπαρξή του αυτοσκοπό. Από πολλά χρόνια τώρα, οι παραγωγικές δυνάμεις των καπιταλιστικών χωρών ασφυχτιούν μέσα στα όρια του εθνικού κράτους. Όσο για τη σοσιαλιστική κοινωνία, αυτή δεν μπορεί να οικοδομηθεί παρά βασισμένη πάνω στις πιό σύγχρονες παραγωγικές δυνάμεις, πάνω στον εξηλεκτρισμό, στη "χημειοποίηση" των προτσές παραγωγής και εδώ περιλαβαίνεται και η γεωργία, πάνω στο συνδυασμό, τη γενίκευση, των ανώτερων στοιχείων της σύγχρονης τεχνικής προωθημένα στο μάξιμουμ της ανάπτυξής τους. Από την εποχή του Μαρξ δε σταματήσαμε να επαναλαβαίνουμε πώς ο καπιταλισμός είναι ανίκανος να ελέγξει το πνεύμα της καινούργιας τεχνικής, που ο ίδιος γέννησε - πνεύμα που έκανε να εκραγεί όχι μονάχα το περίβλημα της αστικής ιδιοκτησίας, ιδιωτικής από νομική άποψη, μα κι έσπασε, όπως το έδειξε ο πόλεμος του 1914, τα εθνικά πλαίσια του αστικού κράτους. Όσο για το σοσιαλισμό, αυτός οφείλει όχι μονάχα να πάρει από τον καπιταλισμό τις πιό προηγμένες παραγωγικές δυνάμεις, μα και άμεσα να τις ωθήσει πιο μακριά, μπροστά, να τις ανεβάσει, δίνοντάς τους μια ανάπτυξη που δεν ήταν ποτέ δυνατή κάτω από τον καπιταλισμό. Πώς λοιπόν, διερωτάται κανείς, ο σοσιαλισμός θα στρέψει προς τα πίσω τις παραγωγικές δυνάμεις, αναγκάζοντάς τες να ξαναμπούν στα όρια του εθνικού κράτους από το οποίο προσπαθούν ήδη με λύσσα να αποσπαστούν, τώρα που βρίσκονται ακόμα κάτω από τον καπιταλισμό; Ή μήπως πρέπει να απαρνηθούμε τις "ακαταδάμαστες" παραγωγικές δυνάμεις που ασφυχτιούν μέσα στα εθνικά πλαίσια, και κατά συνέπεια και στα πλαίσια της θεωρίας του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα; Πρέπει να αρκεστούμε στις κατά κάποιο τρόπο εξημερωμένες παραγωγικές δυνάμεις, μ΄ άλλα λόγια σε μια τεχνική καθυστερημένης οικονομίας; Μα τότε οφείλουμε από τώρα όχι μόνο να μην προχωρήσουμε άλλο σε μια ολόκληρη σειρά από κλάδους, μα και να υποχωρήσουμε πιο κάτω ακόμα κι από το άθλιο σημερινό τεχνικό επίπεδο που βρισκόμαστε, που έδεσε αδιάσπαστα την αστική Ρωσία στην παγκόσμια οικονομία και την ανάγκασε να συμμετάσχει στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο για να μεγαλώσει το έδαφος για τις παραγωγικές δυνάμεις της που ξεχειλίζουν πάνω από τα σύνορα του εθνικού κράτους.
Το εργατικό κράτος που κληρονόμησε αυτές τις δυνάμεις, αφού τις αναστήλωσε είναι αναγκασμένο να κάνει εξαγωγές και εισαγωγές. Το δυστύχημα είναι που το Σχέδιο Προγράμματος δεν κάνει τίποτε άλλο από το να εισάγει μηχανικά στο κείμενό του τη θέση του ασυμβίβαστου της σημερινής καπιταλιστικής τεχνικής και των εθνικών συνόρων. Στη συνέχεια μιλάει σα να μην υπήρχε καθόλου αυτό το ασυμβίβαστο. Στο βάθος ολόκληρο το Σχέδιο αποτελεί ένα συνδυασμό από πασίγνωστες επαναστατικές θέσεις του Μαρξ και του Λένιν και συμπεράσματα οπορτουνιστικά ή κεντριστικά τελείως ασυμβίβαστα μ΄ αυτές τις θέσεις. Να γιατί είναι αναγκαίο, χωρίς να παραπλανηθούμε από τις μεμονωμένες επαναστατικές φόρμουλες του Σχεδίου, να παρακολουθήσουμε άγρυπνα για να διαπιστώσουμε προς τα πού κατευθύνονται οι βασικές τάσεις του.
Έχουμε ήδη παραθέσει το απόσπασμα του πρώτου κεφαλαίου, που μιλάει για τη δυνατότητα θρίαμβου του σοσιαλισμού, σε "μια μόνη καπιταλιστική χώρα, παρμένη χωριστά". Αυτή η ιδέα έχει εκφραστεί πιό καθαρά και πιό κυνικά στο τέταρτο κεφάλαιο όπου διαβάζουμε, ότι: "Η διχτατορία (;) του παγκόσμιου προλεταριάτου... δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί παρά ύστερα από το θρίαμβο του σοσιαλισμού (;) σε διάφορες χώρες, τότε που οι νεοϊδρυμένες προλεταριακές δημοκρατίες θα συγκροτήσουν κοινή ομοσπονδία μ΄ αυτές που ήδη υπάρχουν".
Αν ερμηνεύσει κανείς τις λέξεις "θρίαμβο του σοσιαλισμού" σα μια άλλη μονάχα ονομασία της δικτατορίας του προλεταριάτου τότε βρισκόμαστε μπροστά σε μια κοινοτυπία, που δε χρειάζεται να τη συζητήσουμε και που θα μπορούσε μονάχα να διατυπωθεί καλύτερα στο Πρόγραμμα, για να αποφευχθεί μια ερμηνεία με διπλή έννοια. Μα δεν είναι αυτή η σκέψη των συγγραφέων του Σχεδίου. Με την έκφραση "θρίαμβο του σοσιαλισμού" δεν εννοούν απλώς την κατάκτηση της εξουσίας και την εθνικοποίηση των μέσων παραγωγής, μα την οικοδόμηση της σοσιαλιστικής κοινωνίας σε μια μόνη χώρα. Αν δεχτούμε αυτή την ερμηνεία τότε βρισκόμαστε όχι μπροστά σε μια παγκόσμια σοσιαλιστική οικονομία, που βασίζεται πάνω στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας, μα μπροστά σε μια ομοσπονδία από σοσιαλιστικές κομμούνες όπως μας τις περιέγραψε ο μακαρίτης ο αναρχισμός, φαρδαίνοντας μονάχα τα πλαίσιά τους μέχρι τα όρια του εθνικού κράτους.
Το Σχέδιο Προγράμματος, πασχίζοντας να καλύψει, όπως συνήθως, τον καινούργιο τρόπο αντιμετώπισης του ζητήματος με μια επιλογή από παλιές διατυπώσεις, προσέφυγε στην παρακάτω θέση: "Μονάχα ύστερα από την πλήρη νίκη του προλεταριάτου στον κόσμο, όταν θα έχει στερεώσει την παγκόσμια εξουσία του, θα έρθει μια εποχή σταθερής και εντατικής οικοδόμησης της παγκόσμιας σοσιαλιστικής οικονομίας", (Κεφάλαιο 4). Αυτή η θέση, προορισμένη να χρησιμέψει για καμουφλάζ στον θεωρητικό τομέα, αποκαλύπτει στην πραγματικότητα τη θεμελιώδη αντίθεση. Αν, μ΄ αυτή τη θέση, θέλουν να πουν πώς η εποχή της πραγματικής σοσιαλιστικής οικοδόμησης, δεν μπορεί να αρχίσει παρά ύστερα από τη θριαμβευτική νίκη του προλεταριάτου το λιγότερο σε πολλές προχωρημένες χώρες, τότε απλώς απαρνούνται τη θεωρία της οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα, και υιοθετούν την άποψη του Μάρξ και του Λένιν. Αν όμως πάρει κανείς σαν αφετηρία την καινούργια θεωρία των Στάλιν - Μπουχάριν, που είναι ριζωμένη στα διάφορα μέρη του Προγράμματος, διαγράφεται σαν προοπτική, ότι πρίν από την ολοκληρωτική παγκόσμια νίκη του προλεταριάτου, μια σειρά διαφορετικές χώρες πραγματοποιούν στον τόπο τους τον πλήρη σοσιαλισμό. Στη συνέχεια, με τις σοσιαλιστικές αυτές χώρες θα οικοδομηθεί η παγκόσμια σοσιαλιστική οικονομία, όπως τα παιδιά οικοδομούν ένα σπίτι με ολοέτοιμους κύβους. Στην πραγματικότητα η παγκόσμια σοσιαλιστική οικονομία, δε θα είναι καθόλου το άθροισμα των εθνικών σοσιαλιστικών οικονομιών. Και δε θα μπορέσει να αποκτήσει τα ουσιώδη χαρακτηριστικά γνωρίσματά της παρά μόνο πάνω στη βάση του ίδιου παγκόσμιου καταμερισμού της εργασίας που δημιουργήθηκε από ολόκληρη την προηγούμενη εξέλιξη του καπιταλισμού. Στη βάση της θα σχηματιστεί και θα ξαναχτιστεί όχι σύμφωνα με την οικοδόμηση του "πλήρους σοσιαλισμού" σε μια σειρά διαφορετικές χώρες, μα μέσα στις λαίλαπες και τις θύελλες της παγκόσμιας προλεταριακής επανάστασης, που θα καλύψει μια σειρά δεκαετιών. Οι οικονομικές επιτυχίες που θα καταφέρνουν οι πρώτες χώρες της προλεταριακής δικτατορίας δε θα μετριούνται ανάλογα με το πόσο πλησιάζουν στον "πλήρη σοσιαλισμό" που έχει γίνει αυτοσκοπός, μα σύμφωνα με τις επιτυχίες τους στην προετοιμασία των στοιχείων της μελλοντικής παγκόσμιας σοσιαλιστικής οικονομίας.
Η ρεβιζιονιστική σκέψη εκφράζεται με μεγαλύτερη ακρίβεια, και κατά συνέπεια, με ακόμα πιό μεγάλη χοντροκοπιά (αν αυτό είναι δυνατό) στο πέμπτο κεφάλαιο. Περιχαρακωμένοι πίσω από μιάμιση γραμμή του τελευταίου άρθρου του Λένιν, που την παραποιούν, οι συγγραφείς του Σχεδίου Προγράμματος βεβαιώνουν πώς η ΕΣΣΔ "διαθέτει μέσα στη χώρα τις υλικές προϋποθέσεις τις αναγκαίες και επαρκείς, όχι μονάχα για να συντρίψει τους γαιοκτήμονες και την μπουρζουαζία, μα και για να οικοδομήσει τον πλήρη σοσιαλισμό". Χάρη σε ποιες περιστάσεις έχουμε λοιπόν κληρονομήσει ιστορικά προνόμια τόσο εξαιρετικά; Πάνω σ΄ αυτό το θέμα διαβάζουμε στο δεύτερο κεφάλαιο του Σχεδίου: "Το ιμπεριαλιστικό μέτωπο έσπασε, (με την επανάσταση του 1917) στον πιο αδύνατο κρίκο του, στην τσαρική Ρωσία", (Υπογραμμισμένο από μάς).
Εδώ μας παραθέτουν μια περίφημη λενινιστική διατύπωση. Στο βάθος η θέση αυτή σημαίνει πώς η Ρωσία ήταν το πιο καθυστερημένο και το πιο αδύνατο από οικονομική άποψη ιμπεριαλιστικό κράτος. Γι΄ αυτόν ακριβώς το λόγο οι κυρίαρχες τάξεις της Ρωσίας κατάρρευσαν πρώτες μια και είχαν φορτώσει τις ανεπαρκείς παραγωγικές δυνάμεις της χώρας τους μ΄ ένα βάρος που δεν μπόρεσαν να υποφέρουν. Η ανισόμερη, σπασμωδική εξέλιξη, υποχρέωσε έτσι το προλεταριάτο της πιό καθυστερημένης ιμπεριαλιστικής δύναμης να καταλάβει πρώτο την εξουσία. Άλλοτε αυτό μας δίδασκε πώς ακριβώς γι΄ αυτόν το λόγο η εργατική τάξη "του πιό αδύνατου κρίκου" θα συναντήσει μεγαλύτερες δυσκολίες στο δρόμο προς το σοσιαλισμό από το προλεταριάτο των προοδευμένων χωρών. Το τελευταίο θα βρει περισσότερες δυσκολίες στην κατάκτηση της εξουσίας. Κατακτώντας την, όμως, πολύ καιρό πριν να έχουμε εμείς κατανικήσει την καθυστέρησή μας, όχι μονάχα θα μας ξεπεράσει, μα και θα μας ρυμουλκήσει για να μας σύρει στην πραγματική οικοδόμηση του σοσιαλισμού, που βασίζεται πάνω σε μια ανώτερη παγκόσμια τεχνική και στον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας. Να, η σκέψη με την οποία μπήκαμε στην Επανάσταση του Οχτώβρη, σκέψη που το Κόμμα μας διατύπωσε δεκάδες και εκατοντάδες χιλιάδες φορές στον Τύπο και στις συγκεντρώσεις, που επιχειρούν, όμως, από το 1925 να αντικαταστήσουν με μια έννοια εντελώς αντίθετη. Τώρα ανακάλυψαν πώς το γεγονός ότι η παλιά τσαρική Ρωσία ήταν "ο κρίκος ο πιο αδύνατος" ξαναδίνει στο προλεταριάτο της ΕΣΣΔ, που κληρονόμησε την τσαρική Ρωσία και τις αδυναμίες της, ένα ανεχτίμητο πλεονέκτημα, δηλαδή: το πλεονέκτημα να διαθέτει τις δικές του εθνικές προϋποθέσεις για "να οικοδομήσει τον πλήρη σοσιαλισμό".
Η δύστυχη Αγγλία δε διαθέτει ένα παρόμοιο προνόμιο, εξαιτίας της υπερβολικής ανάπτυξης των παραγωγικών της δυνάμεων, που έχουν ανάγκη σχεδόν ολόκληρο τον κόσμο για να προμηθεύονται πρώτες ύλες και να εξάγουν τα προϊόντα τους. Αν οι παραγωγικές δυνάμεις της Αγγλίας ήταν πιο "μέτριες", διατηρώντας μια σχετική ισορροπία ανάμεσα στη βιομηχανία και τη γεωργία, τότε χωρίς αμφιβολία, το αγγλικό προλεταριάτο θα μπορούσε να οικοδομήσει τον πλήρη σοσιαλισμό πάνω στο νησί του "παρμένο χωριστά", προστατευόμενο από το στόλο ενάντια σε μια ξένη επέμβαση. Στο Σχέδιο Προγράμματος, στο τέταρτο κεφάλαιό του, χωρίζει τα καπιταλιστικά κράτη σε τρεις ομάδες: 1) "Τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες (Ενωμένες Πολιτείες, Γερμανία, Αγγλία, κλπ). 2) "Τις χώρες όπου ο καπιταλισμός έχει φτάσει σ΄ ένα μέσο επίπεδο ανάπτυξης (Ρωσία πριν το 1917, Πολωνία, κλπ.". 3) "Τις αποικιακές και μισοαποικιακές χώρες (Κίνα, Ινδία, κλπ).
Παρά το γεγονός ότι "πριν το 1917 η Ρωσία" ήταν άπειρα πιο κοντά στη σημερινή Κίνα παρά στις σημερινές Ενωμένες Πολιτείες θα μπορούσε κανείς να μην φέρει ιδιαίτερες αντιρρήσεις στο σχηματικό αυτό χωρισμό, αν δε γινόταν, σε συνδυασμό με άλλα μέρη του Σχεδίου, μια πηγή λαθεμένων συμπερασμάτων. Δεδομένου ότι το Σχέδιο υπολογίζει πώς οι χώρες "μέσης ανάπτυξης" διαθέτουν "ένα μίνιμουμ βιομηχανίας επαρκές" για να οικοδομήσουν με τις δικές τους δυνάμεις το σοσιαλισμό, για ένα λόγο παραπάνω, αυτό ισχύει για τις χώρες του ανώτερου καπιταλισμού. Έτσι λοιπόν φαίνεται πώς μονάχα οι αποικιακές και μισοαποικιακές χώρες έχουν ανάγκη από εξωτερική βοήθεια. Σ΄ αυτό ακριβώς, το Σχέδιο Προγράμματος βλέπει, όπως θα το δούμε σ΄ ένα άλλο κεφάλαιο, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά γνωρίσματά τους.
Αν όμως αντικρίσουμε τα προβλήματα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού χρησιμοποιώντας μονάχα αυτό το κριτήριο, παραγνωρίζοντας τα φυσικά πλούτη της χώρας, τις σχέσεις που υπάρχουν ανάμεσα στη βιομηχανία και τη γεωργία, τη θέση που η χώρα κατέχει μέσα στο παγκόσμιο σύστημα της οικονομίας, θα πέσουμε σε καινούργια λάθη και αντιθέσεις, κι όχι λιγότερο χοντροκομμένα. Λίγο πιο πάνω μιλήσαμε για την Αγγλία. Δε χωράει καμιά αμφιβολία πώς επειδή είναι μια χώρα ανώτερου καπιταλισμού, γι΄ αυτό ακριβώς δεν έχει καμιά δυνατότητα να οικοδομήσει με επιτυχία το σοσιαλισμό μέσα στα πλαίσια των νησιώτικων συνόρων τους. Μια αποκλεισμένη Αγγλία θα πάθαινε ασφυξία μέσα σε λίγους μήνες.
Βέβαια, οι ανώτερες παραγωγικές δυνάμεις, αν όλοι οι άλλοι όροι παράμεναν ίσοι, παρουσιάζουν ένα τεράστιο πλεονέκτημα για την οικοδόμηση του σοσιαλισμού. Αυτές προσδίδουν στην οικονομία μια εξαιρετική ευλυγισία, ακόμα κι όταν βρίσκεται αποκλεισμένη, πράγμα που συνέβη στην αστική Γερμανία στη διάρκεια του πολέμου. Μα για τις προοδευμένες αυτές χώρες, η οικοδόμηση του σοσιαλισμού πάνω σε εθνικές βάσεις θα σήμαινε γενικά την πτώση, τη μείωση του συνόλου των παραγωγικών δυνάμεων, δηλαδή θα αποτελούσε τον αντίποδα των επιδιώξεων του σοσιαλισμού. Το Σχέδιο Προγράμματος ξεχνάει τη θεμελιώδη θέση του ασυμβίβαστου των σύγχρονων παραγωγικών δυνάμεων και των εθνικών συνόρων. Απ΄ αυτή τη θέση συνάγεται, πώς οι ανώτερες παραγωγικές δυνάμεις δεν είναι μικρότερο εμπόδιο στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα απ΄ ότι είναι οι κατώτερες παραγωγικές δυνάμεις αν κι αυτές επενεργούν ξεκινώντας από το αντίθετο άκρο: αν οι δεύτερες είναι ανεπαρκείς σ΄ ότι αφορά τη βάση τους, αντίθετα, είναι η βάση που είναι πολύ περιορισμένη για τις πρώτες. Ο νόμος της ανισόμερης εξέλιξης λησμονήθηκε ακριβώς τη στιγμή που τον έχει κανείς περισσότερο ανάγκη και που έχει μεγαλύτερη σπουδαιότητα.
Το πρόβλημα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού δε λύνεται μόνο από τη βιομηχανική "ωριμότητα" ή "ανωριμότητα" της χώρας. Η ανωριμότητα αυτή είναι και η ίδια ανισόμερη. Στην ΕΣΣΔ ορισμένοι κλάδοι της βιομηχανίας (ιδιαίτερα ο κλάδος μηχανοκατασκευών) δεν μπορούν να ικανοποιήσουν ούτε τις πιο στοιχειώδεις ανάγκες της χώρας. Αντίθετα, άλλοι κλάδοι, δεν μπορούν, στις δοσμένες συνθήκες, να αναπτυχθούν χωρίς μια πλατιά και αυξανόμενη εξαγωγή. Ανάμεσα στους τελευταίους υπάρχουν πολλοί κλάδοι πρώτης σειράς, όπως: οι δασικές εκμεταλλεύσεις, η άντληση πετρελαίου, η εξόρυξη μαγγανίου, για να μη μιλήσουμε για τη γεωργία. Από μια άλλη πλευρά οι "ανεπαρκείς" κλάδοι δε θα μπορέσουν να αναπτυχθούν σοβαρά αν οι κλάδοι που παράγουν "υπερ-πλεονασματικά" (σχετικά) δεν μπορούν να εξάγουν. Η έλλειψη δυνατοτήτων για την οικοδόμηση μιας απομονωμένης σοσιαλιστικής κοινωνίας, όχι μιας ουτοπικής κοινωνίας στην Ατλαντίδα, μα μέσα στις συγκεκριμένες συνθήκες, γεωγραφικές και ιστορικές, της γήινης οικονομίας μας, είναι καθορισμένη στις διάφορες χώρες σε διάφορο βαθμό, τόσο από την ανεπαρκή επέκταση ορισμένων κλάδων όσο και από την "υπερβολική" ανάπτυξη ορισμένων άλλων κλάδων. Στο σύνολό του αυτό ακριβώς σημαίνει πώς οι σύγχρονες παραγωγικές δυνάμεις είναι ασυμβίβαστες με τα εθνικά σύνορα.
"Τι ήταν ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος; Μια εξέγερση των παραγωγικών δυνάμεων όχι μονάχα ενάντια στις αστικές μορφές ιδιοκτησίας, μα και ενάντια στα σύνορα των καπιταλιστικών κρατών. Πραγματικά, ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος σήμαινε ότι οι παραγωγικές δυνάμεις βρίσκονται ανυπόφορα στριμωγμένες μέσα στα όρια των εθνικών κρατών. Πάντα βεβαιώναμε πώς ο καπιταλισμός δεν μπορεί να ελέγξει τις παραγωγικές δυνάμεις που ο ίδιος έχει αναπτύξει, πώς μονάχα ο σοσιαλισμός είναι ικανός να τις ενσωματώσει σ΄ ένα ανώτερο οικονομικό σύνολο όταν με την ανάπτυξή τους ξεπερνούν τα πλαίσια των εθνικών κρατών. Δεν υπάρχουν πια δρόμοι επιστροφής στο απομονωμένο κράτος...", ("Στενογραφημένα Πραχτικά της 7ης Ολομέλειας της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς", Ομιλία του Τρότσκι, σελ. 100)
Θέλοντας να δικαιολογήσει τη θεωρία του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα το Σχέδιο Προγράμματος κάνει ένα διπλό, τριπλό, τετραπλό λάθος: υπερτιμάει το επίπεδο που βρίσκονται οι παραγωγικές δυνάμεις της ΕΣΣΔ. Κλείνει τα μάτια για να μην βλέπει το νόμο της ανισόμερης εξέλιξης των διάφορων κλάδων της βιομηχανίας. Δε λαβαίνει υπόψη του τον παγκόσμιο καταμερισμό της εργασίας. Και τέλος ξεχνάει τη θεμελιώδη αντίθεση που υπάρχει ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις και τα εθνικά φράγματα στην ιμπεριαλιστική εποχή. Για να μην αφήσουμε έξω από την έρευνά μας ούτε ένα μονάχα επιχείρημα, μένει ακόμα να υπενθυμίσουμε μια σκέψη, την πιό γενική άλλωστε, που διατυπώνει ο Μπουχάριν όταν υπερασπίζεται την καινούργια θεωρία.
Στον κόσμο σαν σύνολο, λέει ο Μπουχάριν, η σχέση που υπάρχει ανάμεσα στο προλεταριάτο και την αγροτιά δεν είναι περισσότερο ευνοϊκή απ΄ ότι είναι στην ΕΣΣΔ. Αν λοιπόν δεν μπορεί κανείς να οικοδομήσει το σοσιαλισμό στην ΕΣΣΔ λόγω της καθυστέρησής της, ο σοσιαλισμός είναι εξίσου απραγματοποίητος επεκτείνοντάς τον στην παγκόσμια οικονομία σαν σύνολο. Αυτό το επιχείρημα θα έπρεπε να έχει εισαχθεί σ΄ όλα τα εγχειρίδια της διαλεκτικής σαν κλασικό παράδειγμα σχολαστικού τρόπου σκέψης.
Πρώτο: είναι πολύ πιθανό η σχέση ανάμεσα στο προλεταριάτο και την αγροτιά στο σύνολο του κόσμου να μην διαφέρει πολύ από τη σχέση που υπάρχει στην ΕΣΣΔ. Μα η παγκόσμια επανάσταση, όπως άλλωστε και η εθνική επανάσταση, δεν εκπληρώνεται καθόλου σύμφωνα με τη μέθοδο του μέσου αριθμητικού όρου. Ετσι, η εξέγερση του Οχτώβρη έγινε και οχυρώθηκε πριν απ΄ όλα στο προλεταριακό Πέτρογκραντ. Δε διάλεξε μια περιοχή όπου η σχέση ανάμεσα στους εργάτες και τους αγρότες ανταποκρίνεται στο μέσο όρο ολόκληρης της Ρωσίας. Αφού το Πέτρογκραντ και αργότερα η Μόσχα δημιούργησαν την επαναστατική εξουσία και τον επαναστατικό στρατό, μπόρεσαν ύστερα από πολλά χρόνια να συντρίψουν την μπουρζουαζία σ΄ ολόκληρη τη χώρα. Μονάχα διαμέσου στα όρια της ΕΣΣΔ η σχέση που υπάρχει σήμερα ανάμεσα στο προλεταριάτο και την αγροτιά. Η επανάσταση δεν πραγματοποιείται ακολουθώντας τη μέθοδο του μέσου αριθμητικού όρου. Μπορεί μάλιστα να αρχίσει σ΄ έναν τομέα λιγότερο ευνοϊκό, μα όσο δεν είναι οχυρωμένη στα αποφασιστικά σημεία τόσο του εθνικού όσο και του παγκόσμιου μετώπου, δεν μπορεί να μιλήσει κανείς για την οριστική νίκη της.
Δεύτερο: η σχέση ανάμεσα στο προλεταριάτο και την αγροτιά, μέσα στα πλαίσια ενός "μέσου" επιπέδου τεχνικής, δεν είναι ο μοναδικός παράγοντας που λύνει το πρόβλημα. Υπάρχει ακόμα η ταξική πάλη ανάμεσα στο προλεταριάτο και την μπουρζουαζία. Η ΕΣΣΔ είναι περικυκλωμένη όχι από έναν κόσμο εργατών και αγροτών, μα από μια καπιταλιστική υφήλιο. Αν η αστική τάξη είχε ανατραπεί σ΄ ολόκληρο τον κόσμο, δε χρειάζεται να πούμε πώς αυτό, από μόνο του, δε θα τροποποιούσε ακόμα ούτε τη σχέση ανάμεσα στο προλεταριάτο και την αγροτιά ούτε το μέσο επίπεδο τεχνικής στην ΕΣΣΔ και σε ολόκληρο τον κόσμο. Όμως η οικοδόμηση του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ θα έβλεπε να ανοίγονται μπροστά της άμεσα άλλες δυνατότητες και θα έπαιρνε ένα άλλο πλάτος, που δε θα συγκρινόταν καθόλου με το σημερινό.
Τρίτο: αφού οι παραγωγικές δυνάμεις κάθε προχωρημένης χώρας έχουν ξεπεράσει σ΄ έναν οποιονδήποτε βαθμό τα εθνικά σύνορα, θα έπρεπε, σύμφωνα με τον Μπουχάριν, να συμπεράνουμε απ΄ αυτό, πώς οι παραγωγικές δυνάμεις όλων των χωρών, έχουν ξεπεράσει τα όρια της γήινης σφαίρας και κατά συνέπεια ότι ο σοσιαλισμός δεν μπορεί να οικοδομηθεί παρά αν επεκταθεί σ΄ ολόκληρο το ηλιακό σύστημα.
Ας το ξαναπούμε: το μπουχαρινικό επιχείρημα που βασίζεται στον μέσο όρο των εργατών και αγροτών θα έπρεπε να έχει εισαχθεί στα αλφαβητάρια της πολιτικής, όχι για να υπερασπίσει τη θεωρία του σοσιαλισμού σε μια μόνη χώρα, όπως αυτό γίνεται ενδεχομένως σήμερα, μά σα δείγμα της ασυμφιλίωτης αντίθεσης που υπάρχει ανάμεσα στην κανονιστική θεολογία και τη μαρξιστική διαλεκτική.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΔΩ ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου