Παρασκευή 23 Σεπτεμβρίου 2011

ΤΡΟΤΣΚΙ: Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΛΕΝΙΝ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΗ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ


Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΤΟΥ ΛΕΝΙΝ ΚΑΙ Η ΜΕΤΑΤΟΠΙΣΗ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ


Το ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΚΑΦΕΝΕΙΟ δημοσιεύει σήμερα ένα σπάνιο κείμενο του ΛΕΟΝ ΤΡΟΤΣΚΙ που εμφανίζεται για πρώτη φορά στο Ελληνικό Διαδικτυο. Είναι από το βιβλίο του ΤΡΟΤΣΚΙ «Η ΖΩΗ ΜΟΥ» και το παραδίδουμε με ικανοποίηση στους φίλους και συντρόφους του ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ ΚΑΦΕΝΕΙΟΥ.

Με ρώτησαν πολλές φορές και με ρωτούνε ακόμα και τώρα: Πως χάσατε την εξουσία; Συχνά, η ερώτηση αυτή δείχνει, ότι ο συνομιλητής φαντάζεται με πολλή απλοϊκότητα την εξουσία, σαν ένα υλικό αντικείμενο, που θα μπορούσε να πέσει από τα χέρια και να χαθεί, όπως ένα ρολόι ΄η ένα σημειωματάριο. Στην πραγματικότητα, όταν οι επαναστάτες που διευθύνανε την πάλη για την κατάκτηση της εξουσίας φτάνουνε στο σημείο να τη χάνουν «δίχως μάχη» ΄η από καταστροφή, αυτό σημαίνει πως η επίδραση ορισμένων ιδεών και ορισμένων ψυχικών καταστάσεων βρίσκεται σε ύφεση στις ηγετικές σφαίρες της επανάστασης, ΄η ότι το επαναστατικό πνεύμα στις μάζες βρίσκεται σε κατάπτωση, ΄η ότι και τα δυο αυτά μαζί βρίσκονται σε παρακμή.

Τα διευθυντικά στελέχη του κόμματος, που βγήκε από την παρανομία ήταν εμψυχωμένα από επαναστατικές τάσεις, που οι ηγέτες της πρώτης περιόδου της επανάστασης τις μορφοποιούσαν καθαρότερα και τελειότερα. Χάρη σ΄ αυτές ακριβώς τις ικανότητες τους αναγνωρίστηκαν ηγέτες του κόμματος και μέσω του κόμματος και ηγέτες της εργατικής τάξης και μέσω της εργατικής τάξης οδηγητές της χώρας. Από αυτό το δρόμο ορισμένα άτομα συγκεντρώσαν στα χέρια τους την εξουσία.

Οι ιδέες όμως της πρώτης επαναστατικής περιόδου χάσανε ασυναίσθητα την επίδραση τους πάνω στα πνεύματα εκείνων των κομματικών στρωμάτων που κατείχαν άμεσα την εξουσία για να κυβερνούν τη χώρα. Στην ίδια τη χώρα συντελούνταν προτσές, που μπορούν να συνοψισθούν στο γενικό όρο αντίδραση. ΟΙ διαδικασίες αυτές πλήττανε λίγο ΄η πολύ την εργατική τάξη και προπαντός τα εργατικά στοιχεία του κόμματος. Το στρώμα που αποτελούσε το μηχανισμό της εξουσίας άρχιζε να διαμορφώνει καινούργιους, ξεχωριστούς σκοπούς, προσπαθώντας να υποτάξει σ΄ αυτούς την επανάσταση. Ανάμεσα στους ηγέτες που χαράζανε την ιστορική κατεύθυνση της τάξης κι ήταν σε θέση να βλέπουν πάνω απ΄ το μηχανισμό, κι αυτόν τον ίδιο το μηχανισμό – πελώριο, βαρυκινητο, συνθεμένο από ετερόκλητα στοιχεία, που απορροφούσε εύκολα το μέσο κομμουνιστή – άρχισε να διαγράφεται μια διάσταση. Στην αρχή είχε χαρακτήρα πιότερο ψυχολογικό παρά πολιτικό. Οι χτεσινές μέρες πολύ νωπές. Τα συνθήματα του Οκτώβρη δεν είχαν ακόμα ξεθωριάσει στη θύμηση. Το προσωπικό κύρος των ηγετών της πρώτης περιόδου ήταν πολύ μεγάλο. Ωστόσο, όμως, κάτω από τις μορφές αυτών των παραδόσεων διαμορφωνόταν μια καινούργια ψυχολογία. Οι διεθνείς προοπτικές σκοτείνιαζαν. Τα καθημερινά καθήκοντα απορροφούσαν ολοκληρωτικά τους ανθρώπους. Καινούργιες μέθοδοι, που έπρεπε να εξυπηρετήσουν καθορισμένους πριν από λίγο σκοπούς, δημιουργούσαν καινούργιους σκοπούς και πάνω απ΄ όλα καινούργια ψυχολογία. Ολοένα και περισσότεροι άνθρωποι άρχισαν να θεωρούν έναν σταθμό εκκινήσεως σαν τον έσχατο σταθμό. Διαμορφώθηκε ένας καινούργιος τύπος.

Οι επαναστάτες, στο κάτω κάτω είναι κι αυτοί φτιαγμένοι από την ίδια κοινωνική πάστα, όπως όλοι οι άλλοι άνθρωποι. Πρέπει όμως, να έχουν ορισμένες ξεχωριστές προσωπικές ιδιότητες, που επιτρέπουν στην ιστορική εξελικτική πορεία να τους ξεχωρίζει από τους άλλους και να τους συγκεντρώνει σε μιαν ιδιαίτερη ομάδα. Η κοινή ζωή τους, η θεωρητική εργασία, η πάλη τους κάτω από την ίδια σημαία, η συλλογική πειθαρχία, ο χαρακτήρας που ατσαλώνεται κάτω από τη φωτιά των κινδύνων, διαμορφώνουν σιγά σιγά τον τύπο του επαναστάτη. Κι έχουν απόλυτα δίκαιο να μιλούν για τον ψυχολογικό τύπο του μπολσεβίκου, αντιτάσσοντας τον, ας πούμε, στον τύπο του μενσεβίκου. Έχοντας κανείς αρκετή πείρα μπορεί, μάλιστα, με μια μάτια να ξεχωρίσει έναν μπολσεβίκο από ένα μενσεβίκο, με ελάχιστο ποσοστό να πέσει έξω.

Αυτό δε σημαίνει όμως καθόλου, ότι σ΄ ένα μπολσεβίκο είναι όλα πάντα μπολσεβίκικα. Να μεταμορφώσεις μια θεώρηση του κόσμου από τη σάρκα ίσαμε τα κόκαλα, να υποτάξεις σ΄ αυτήν όλες τις λειτουργίες της συνείδησης σου και να συγχωνεύσεις μαζί της έναν κόσμο προσωπικών σου αισθημάτων – αυτό δεν είναι χάρισμα που μπορεί να το ΄χουν όλοι. Είναι προνόμιο πολύ λίγων. Στην εργατική μάζα αυτό αντισταθμίζεται από το ταξικό ένστικτο, που σε κρίσιμες στιγμές, φτάνει σε μεγάλη οξυδέρκεια.

Υπάρχει, ωστόσο, στο κόμμα και στο κράτος σημαντικός αριθμός από επαναστάτες, που μολονότι στη μεγάλη τους πλειοψηφία προέρχονται από τη μάζα, έχουν από πολύν καιρό ξεκόψει από αυτή κι απ΄ τη μάζα, έχουν από πολύν καιρό ξεκόψει απ΄ αυτή κι απ΄ την ίδια τους τη στάση έρχονται σε αντίθεση με τη μάζα. Το ταξικό ένστικτο σ΄ αυτούς έχει πια εξατμισθεί. Απ΄ την άλλη μεριά τους λείπει η θεωρητική σταθερότητα κι η ευρύτητα απόψεων, που να μπορεί να αγκαλιάσει την εξελικτική πορεία στο σύνολο της. Μέσα στην ψυχολογία τους απομένουν αρκετές θέσεις ανυπεράσπιστες, απ΄ όπου – με τη μεταβολή των συνθηκών – εισχωρούν ξένες κι εχθρικές πνευματικές επιδράσεις.

Στις περιόδους της παράνομης πάλης, της εξέγερσης, του εμφύλιου πολέμου, αυτά τα στοιχεία ήταν μονάχα στρατιώτες του κόμματος. Όταν όμως λιγόστεψε η ένταση, όταν οι νομάδες της επανάστασης καθηλώνονταν στις θέσεις τους, ξυπνούσαν τότε μέσα τους, ζωντάνευαν κι αναπτύσσονταν όλα τα χαρακτηριστικά της ψυχολογίας του μικροαστού, συμπάθειες κι επιθυμίες υπαλλήλων ικανοποιημένων απ΄ τον εαυτό τους.

Πολλές φορές ορισμένες εκδηλώσεις, που ξέφευγαν απ΄ τον Καλινιν, το Βοροσιλωφ, το Στάλιν, το Ρυκωφ, προξενούσαν ανησυχίες. Από πού προερχόταν αυτό; Διερωτόμουν. «Από ποια σωλήνα ξεπηδούσε»; Συνέβαινε, πηγαίνοντας στη μια ΄η την άλλη συνεδρίαση, να βρίσκω ομίλους να συζητούν και να σταματούν απότομα τις συζητήσεις τους μόλις εμφανιζόμουν. Στις κουβέντες τους δεν υπήρχε τίποτα που στρέφονταν εναντίον μου. Τίποτα αντίθετο με τις απόψεις του κόμματος. Η ατμόσφαιρα όμως μύριζε ηθική αμεριμνησία, αυτοϊκανοποίηση, χυδαία ευχαρίστηση. Ένοιωθαν ξαφνικά την ανάγκη να κάνουνε μεταξύ τους εκμυστηρεύσεις για την καινούργια αυτή κατάσταση που επικρατούσε και με την ευκαιρία σημειώνω, πως μέσα σ΄ αυτές είχανε πάρει μεγάλη έκταση φλυαρίες γεμάτες κακοήθεια. Άλλοτε αυτοί οι άνθρωποι ντρέπονταν για τέτοια φερσίματα, όχι μόνο μπροστά στο Λένιν και σε μένα, αλλά μπροστά στον εαυτό τους τον ίδιο. Όταν, για να φέρουμε ένα παράδειγμα, ξεπετιόταν από το στόμα του Στάλιν κάποια χυδαιότητα, ο Λένιν, δίχως να σηκώσει το σκυμμένο πάνω στα χαρτιά του κεφάλι του, έριχνε ολοτρόγυρα ματιές, σα να ήθελε να διαπιστώσει αν κατάλαβαν κι άλλοι ποσό ανυπόφορη ήταν η έκφραση που ξεστόμισε ο Στάλιν. Σε παρόμοιες περιπτώσεις έφτανε μια φευγαλέα μάτια ΄η ύψωση του τόνου της φωνής για να φανεί η συνεννόηση που υπήρχε ανάμεσα στο Λένιν και σ΄ εμένα σε τέτοιες ψυχολογικές αξιολογήσεις.

Αν δεν πήγαινα στις διασκεδάσεις, που ολοένα και περισσότερο άρχισαν να συνηθίζονται στις νέες διευθυντικες σφαίρες, δεν το ΄κανα από ηθικούς λόγους. Απλούστατα δεν είχα καμία διάθεση να υφίσταμαι τις δοκιμασίες μιας καθαρής ανίας. Επισκέψεις ανάμεσα στους ηγετικούς κύκλους, τακτικές εμφανίσεις στα μπαλέτα, συντροφικά γλέντια με πιοτό, όπου έπαιρνε κι έδινε το κουτσομπολιό, όλα τούτα δε με ενθουσιάζανε καθόλου. Η νέα ανώτερη σφαίρα το ΄νοιωθε πως αυτός ο τρόπος ζωής δε μου ταίριαζε. Κι ούτε που προσπαθούσαν να με προσελκύσουν. Γι΄ αυτό και σταματούσαν οι διάφοροι όμιλοι τις κουβέντες τους, μόλις εμφανιζόμουνα και σκορπούσαν με κάποια δυσφορία και κάποια εχθρότητα απέναντι μου. Για όποιον θέλει, αυτό σημαίνει πως άρχισα να χάνω την εξουσία.

Θα περιοριστώ εδώ στην ψυχολογική πλευρά της υπόθεσης, αφήνοντας κατά μέρος τις κοινωνικές της βάσεις, δηλαδή τις ανατομικές αλλοιώσεις της επαναστατικής κοινωνίας. Είναι αυτονόητο, ότι τελικά αυτές οι αλλοιώσεις είναι εκείνες που παίζουν τον αποφασιστικό ρόλο. Ωστόσο αναγκαστικά, θα πέσει πρώτα κανείς πάνω στις ψυχολογικές τους αντανακλάσεις. Τα βαθύτερα γεγονότα εξελίσσονται σχετικά αργά, ευκολύνοντας τις μοριακές διεργασίες του εκφυλισμού στην ανώτερη σφαίρα και μη αφήνοντας, έτσι, τη δυνατότητα να εμφανιστούν μπροστά στις μάζες οι δυο αυτές ασυμφιλίωτες θέσεις. Πρέπει ακόμα να προστεθεί, πως η νέα πνευματική κατάσταση έμενε για πολύν καιρό και μένει ακόμα μασκαρεμένη με τις μορφές της παράδοσης. Κι αυτό δυσκόλευε ακόμα περισσότερο να προσδιορίσεις ποσό βαθιά τραβούσε ο εκφυλισμός. Η συνωμοσία του Θερμιδωρ, στο τέλος του 18ου αιώνα, προετοιμασμένη απ΄ την ίδια την πορεία της επανάστασης, ξέσπασε μ΄ ένα μονάχα χτύπημα και πήρε τη μορφή μιας αιματηρής λύσης. Το δικό μας το Θερμιδωρ γλιστράει αργά. Η γκιλοτίνα έχει αντικατασταθεί, τουλάχιστο για χρονικό διάστημα που δεν μπορούμε να καθορίσουμε, με τις δολοπλοκίες. Η παραποίηση του παρελθόντος, συστηματική, οργανωμένη σύμφωνα με τη μέθοδο της «αλυσίδας», έχει γίνει το όργανο της μετατροπής του ιδεολογικού εξοπλισμού του επίσημου κόμματος. Η αρρώστια του Λένιν κι η αναμονή για το ενδεχόμενο ξαναγύρισμα του στη διεύθυνση του κόμματος, δημιούργησαν μια προσωρινή κατάσταση αβεβαιότητας, που κράτησε, με διακοπές, σχεδόν δυο χρόνια. Αν το επαναστατικό κίνημα βρισκόταν σε άνοδο, οι αναβολές θα ήτανε σε όφελος της αντιπολίτευσης. Η επανάσταση όμως υφιστατο τότε, σε διεθνή κλίμακα, ήττες πάνω στις ήττες κι οι παρατάσεις αυτές ήταν σε όφελος του εθνικού ρεφορμισμού, δυναμώνοντας αυτόματα τη γραφειοκρατία του Στάλιν εναντίον μου κι εναντίον της θεωρίας της διαρκούς επανάστασης, από πραγματικούς Φιλισταίους κι ανίδεους, τόσο καταφάνερο ανόητοι, ξεπηδούσε ακριβώς απ΄ αυτές τις ψυχολογικές πήγες. Φλυαρώντας μπροστά σε μια μπουκάλα κρασί ΄η γυρίζοντας από μια παράσταση μπαλέτου κάποιος ευχαριστημένος απ΄ τον εαυτό του γραφειοκράτης, έλεγε σε κάποιον άλλον όχι λιγότερο ικανοποιημένο: «Ο Τρότσκι δεν έχει τίποτα άλλο στο μυαλό του από τη διαρκή επανάσταση». Εδώ στηρίζονταν οι κατηγόριες εναντίον μου, ότι δεν είχα αισθήματα συναδελφικότητας, ότι ήμουνα ατομιστής, αριστοκράτης. «Δε μπορείς όλα κι όλο σου τον καιρό να τα διαθέτεις για την επανάσταση, πρέπει επίσης να ενδιαφερθείς λιγάκι και για τον εαυτό σου». – Κι αυτή η διάθεση μεταφραζόταν: «Κάτω η διαρκής επανάσταση!». Η διαμαρτυρία που ξεσηκωνόταν εναντίον των θεωρητικών απαιτήσεων του μαρξισμού και των πολιτικών επιδιώξεων της επανάστασης, έπαιρνε σιγά σιγά γι΄ αυτούς τους ανθρώπους τη μορφή μιας πάλης εναντίον του «τροτσκισμού». Κάτω απ΄ αυτό το έμβλημα ο μικροαστός απελευθερωνόταν μέσα στο μπολσεβίκο. Να, που οφειλόταν το χάσιμο της εξουσίας από μέρους μου και πως αυτό καθόρισε τις μορφές όπου συντελέστηκε αυτό το χάσιμο.

Εξιστόρησα, την επίθεση του εναντίον του Στάλιν και των συμμάχων του, του Ντζερζινσκυ και του Ορτσονικιντζε. Ο Λένιν εκτιμούσε πολύ τον Ντζερζινσκυ. Η ψυχρότητα μεταξύ τους άρχισε όταν ο Ντζερζινσκυ κατάλαβε ότι ο Λένιν δεν τον θεωρούσε ικανό να διευθύνει μια εργασία στην οικονομία. Αυτός ο λόγος έσπρωξε τον Ντζερζινσκυ προς τον Στάλιν. Τότε πια ο Λένιν αναγκάστηκε να στραφεί και κατά του Ντζερζινσκυ μια κι είχε γίνει στήριγμα του Στάλιν. Όσο για τον Ορτσονικιτζε, ο Λένιν ήθελε να τον διώξει από το κόμμα γιατί συμπεριφερόταν σαν υπερκυβερνητης. Το σημείωμα, όπου ο Λένιν υποσχόταν στους μπολσεβίκους της Γεωργίας ανεπιφύλακτη υποστήριξη εναντίον του Στάλιν, του Ντζερζινσκυ και του Ορτσονικιντζε απευθυνόταν στον Μντιβανι. Η τύχη που είχαν αυτά τα τέσσερα πρόσωπα, δείχνει ξεκάθαρα τι αντίστροφη κατάφερε η σταλινική φράξια μέσα στο κόμμα. Μετά το θάνατο του Λένιν, ο Ντζερζινσκυ τοποθετήθηκε επί κεφαλής του Ανώτατου Συμβουλίου της εθνικής οικονομίας, δηλαδή επί κεφαλής όλης της κρατικής βιομηχανίας. Ο Ορτσονικιντζε, που είχε προσημειωθεί να εκδιωχθεί από το κόμμα, τοποθετήθηκε επί κεφαλής της κεντρικής επιτροπής έλεγχου. Ο Στάλιν δεν έμεινε μόνο, παρά την αντίθετη γνώμη του Λένιν, γενικός γραμματέας του κόμματος, αλλά κι απόκτησε στο μηχανισμό ανήκουστες εξουσίες. Τέλος ο Μπουντου Μντιβανι, που είχε ταχθεί μαζί του αλληλέγγυος ο Λένιν, κλείστηκε στις φυλακές του Τσελιαμπινσκ. Η ίδια «ανασυγκρότηση» έγινε σ΄ όλη τη διοίκηση του κόμματος, από πάνω ίσαμε κάτω. Κι ακόμα: Σ΄ όλα τα κόμματα της Διεθνούς δίχως εξαίρεση. Ανάμεσα στην εποχή των επιγόνων και την εποχή του Λένιν δεν ανοίχτηκε μονάχα μια ιδεολογική άβυσσο, αλλά και μια ολοκληρωτική οργανωτική ανατροπή.

Ο Στάλιν ήταν το πρωταρχικό όργανο αυτής της μεταμόρφωσης. Είχε πρακτικό μυαλό, καρτερικότητα, επίμονη στην επιδίωξη των σκοπών του. Οι πολιτικοί του ορίζοντες ήταν απελπιστικά περιορισμένοι. Το θεωρητικό του επίπεδο ολότελα πρωτόγονο. Το συνοθυλευμα του: «Οι Βάσεις του Λενινισμού», όπου προσπαθεί να πληρώσει την οφειλή του στις θεωρητικές παραδόσεις του κόμματος, βρίθει από μαθητικά λάθη. Καθώς δεν ήξερε καμία ξένη γλώσσα, ήταν αναγκασμένος να παρακολουθεί την πολιτική ζωή στις ξένες χώρες από εκθέσεις τρίτων. Απ΄ την ίδια την πνευματική του σύσταση, αυτός ο πεισματάρης εμπειρικός, δεν είχε ίχνος δημιουργικής φαντασίας. Για την ανώτερη σφαίρα του κόμματος, (σ΄ ευρύτερους κύκλους γενικά, ήταν άγνωστος), από μόνος του έδειχνε πάντα καταφάνερα πως ήταν φτιαγμένος για να παίξει δευτερεύοντες και τριτεύοντες ρόλους. Και το γεγονός ότι τώρα παίζει τον πρώτο ρόλο, δε χαρακτηρίζει τόσο τον ίδιο, όσο τη μεταβατική περίοδο της πολιτικής κατολίσθησης. Ο Ελβετιος έλεγε: «Κάθε εποχή έχει τους μεγάλους της άνδρες κι όταν δεν υπάρχουν – τους εφευρίσκει». Ο Σταλινισμός είναι, πάνω απ΄ όλα, η αυτόματη εργασία του δίχως προσωπικότητα μηχανισμού, στην καμπή της καθόδου της Επανάστασης.



* * *



Ο Λένιν πέθανε στις 21 του Γενάρη στα 1924. Ο θάνατος δεν ήταν παρά μια απολύτρωση του απ΄ τους φυσικούς και τους ηθικούς πόνους. Την ανημπόρια του και πάνω απ΄ όλα την απώλεια της ομιλίας, σε κατάσταση πλήρους συναίσθησης, ο Λένιν την ένοιωθε σαν μια ανυπόφορη ταπείνωση. Δεν μπορούσε πια να υποφέρει τους γιατρούς γύρω του, τον προστατευτικό τους τόνο, τα τριμμένα μικροαστεια τους, τον ψεύτικο τρόπο τους, να του δίνουν ελπίδες. Όσο ήταν σε θέση να μιλάει έκανε, τάχα με ύφος αδιάφορο, διάφορες ερωτήσεις στους γιατρούς, για να ελέγξει τα λεγόμενα τους. Τους ανάγκαζε έτσι, δίχως να το αντιληφτούν, να πέφτουν σε αντιφάσεις, τους υποχρέωνε σε διεξοδικές εξηγήσεις, και μονάχος του ερευνούσε στα ιατρικά βιβλία. Όπως και σ΄ άλλες υποθέσεις, έτσι και τώρα προσπαθούσε να τα εξηγήσει όλα με σαφήνεια. Ο μόνος απ΄ τους γιατρούς που ανεχόταν ήταν ο Φεντορ Αλεξανδροβιτς Γκαιτιε. Γιατρός θαυμάσιος, απόλυτα απαλλαγμένος από κάθε πνεύμα κολακείας, ο Γκαιτιε ένοιωθε για το Λένιν και την Κρουπσκαγια αληθινή αφοσίωση. Σε κείνη την περίοδο, όπου ο Λένιν δεν ανεχόταν κοντά του κανέναν απ΄ τους άλλους γιατρούς, ο Γκαιτιε μπορούσε ελευθέρα να τον επισκέπτεται. Ο Γκαιτιε ήταν επίσης ο στενός φίλος και ο Γιατρός της οικογένειας μας σ΄ όλα τα χρόνια της επανάστασης. Χάρη σ΄ αυτόν είχαμε πάντα τις πιο ευσυνείδητες κι αντικειμενικές πληροφορίες για την εξέλιξη της υγείας του Βλαδίμηρου Ιλιτς, πληροφορίες που συμπλήρωναν και διόρθωναν τα επίσημα, ανακριβή δελτία.

Δεν είχα ρωτήσει λίγες φορές το Γκαιτιε, αν σε περίπτωση που ο Λένιν γινόταν καλά, θα διατηρούσαν οι πνευματικές του ικανότητες το παλιό τους σφρίγος. Ο Γκαιτιε μου απαντούσε πάνω κάτω έτσι: Θα κουράζεται περισσότερο, η διαύγεια στη δουλειά δε θα ΄ναι πια η παλιά, αλλά ο βιρτουόζος μένει πάντα βιρτουόζος.

Στο ενδιάμεσο μεταξύ της πρώτης και της δεύτερης κρίσης, επαλήθευσε ολότελα αυτή η διάγνωση. Όταν τελείωναν οι συνεδριάσεις του Πολιτικού Γραφείου, ο Λένιν έδινε την εντύπωση απόλυτα εξουθενωμένου. Οι μυς του προσώπου χαλάρωναν, έσβηνε η λαμπράδα στα μάτια, ακόμα και το δυνατό μέτωπο του μαραινόταν κι οι ώμοι του πέφτανε – η έκφραση της μορφής του και του κορμιού του μπορούσαν να συνοψιστούν σε μια μονάχα λέξη: Κάματος. Σ΄ αυτές τις ανησυχητικές στιγμές, ο Λένιν μου φαινόταν καταδικασμένος. Όταν όμως περνούσε μια ήσυχη νύχτα, ξανάβρισκε πάλι όλη τη δύναμη της σκέψης του. Τα άρθρα, που έγραψε ανάμεσα στην πρώτη κρίση και τη δεύτερη, στέκονται στα επίπεδα των καλύτερων του κειμένων. Η πηγή ανάβρυζε πάλι λαγαρή, μα ολοένα και λιγόστευε. Ωστόσο και μετά τη δεύτερη ακόμα κρίση, ο Γκαιτιε δε μας έκοψε και την τελευταία ελπίδα. Οι παρατηρήσεις του όμως γίνονταν ολοένα και θλιβερότερες. Η αρρώστια προχωρούσε. Δίχως κακία, αλλά και χωρίς οίκτο οι τυφλές δυνάμεις της φύσης βυθίζανε το μεγάλο άρρωστο σ΄ ακατανίκητη εξάντληση. Ο Λένιν δε μπορούσε και δεν έπρεπε να ζήσει ανάπηρος. Ωστόσο, όλοι μας, δε χάναμε την ελπίδα να τον ξαναδούμε γερο. Στο μεταξύ η κακή κατάσταση της υγείας μου πήρε μακρόχρονη τροπή.

«Ύστερα από επίμονη των γιατρών, γράφει η Ν. Ι. Σεντοβα, μεταφέραμε τον Λ. Τρότσκι στην έξοχη. Εκεί, τον επισκεπτότανε συχνά ο Γκαιτιε, που τον περιποιόταν με στοργή κι ειλικρινή τρυφερότητα. Ο Γκαιτιε δεν είχε πολιτικά συμφέροντα, υπόφερε όμως βαθύτατα για μας, μην ξέροντας, πώς να μας εκφράσει τη συμπάθεια του. Η εκστρατεία εναντίον μας τον βρήκε απροετοίμαστο. Δεν μπορούσε να την εξηγήσει, περίμενε και τρόμαζε. Στο Αρχανγκελσκογιε μου μίλησε με συγκίνηση για την ανάγκη να μεταφέρουμε τον Λ. Τρότσκι στο Σωχουμ. Ύστερα από πολλά το αποφασίσαμε. Το ταξίδι ήταν μακρύ, μέσω Μπακου, Τιφλίδας, Μπατουμ και γινόταν ακόμα μακρύτερο, γιατί φράζονταν οι σιδηροδρομικές γραμμές από τα χιόνια. Ωστόσο το ταξίδι, μάλλον καλμάρισε τον Λ. Τρότσκι. Όσο απομακρυνόμαστε από τη Μόσχα, τόσο περισσότερο απελευθερωνόμαστε από τις καταθλιπτικές καταστάσεις, όπου ζούσαμε τον τελευταίο καιρό. Κι όμως είχα το συναίσθημα ότι συνόδευα έναν βαριά άρρωστο. Βρισκόμουνα σε μια καταπιεστική αβεβαιότητα και διερωτόμουνα ποια θα ΄ράνε άραγε η ζωή μας στο Σωχουμ, θα μας περιβάλλανε φίλοι ΄η εχθροί;».

Στις 21 του Γενάρη, βρισκόμασταν στο σταθμό της Τιφλίδας, προχωρώντας για το Σωχουμ. Καθόμουν με τη γυναίκα μου στο διαμέρισμα – γραφείο του βαγονιού μου κι όπως πάντα εκείνη την περίοδο είχα πυρετό. Χτύπησε την πόρτα και μπήκε μέσα ο πιστός συνεργάτης Σερμουξ, που με συνόδευε ίσαμε το Σωχουμ. Από τον τρόπο που μπήκε, από τη γκριζοπρασινη μορφή του, τα θολωμένα μάτια του που απόφευγαν να με κοιτάξουν, καθώς μου έδινε με τεντωμένο χέρι ένα χαρτί, προαισθάνθηκα αμέσως την καταστροφή. Ήταν τηλεγράφημα με την υπογραφή του Στάλιν που μου γνωστοποιούσε το θάνατο του Λένιν. Έδωσα το χαρτί στη γυναίκα μου που στο μεταξύ τα ΄χε καταλάβει όλα…

Οι αρχές της Τιφλίδας είχανε πάρει κι αυτές συγχρόνως το ίδιο τηλεγράφημα. Η είδηση για το θάνατο του Λένιν μεταδινόταν γρήγορα σε όλα τα μήκη κύματος. Συνδέθηκα κατευθείαν με το Κρεμλίνο. Πήρα την απάντηση: «Κηδεία το Σάββατο, με κανένα τρόπο δεν προφταίνεται, συμβουλεύουμε συνεχίσετε θεραπεία». Δεν υπήρχε λοιπόν δυνατότητα εκλογής. Στην πραγματικότητα η Κηδεία έγινε την Κυριακή και φυσικά πρόφταινα να φτάσω εγκαίρως στη Μόσχα. Όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, μ΄ εξαπατήσανε στην ημερομηνία της κηδείας. Οι συνωμότες είχανε λογαριάσει σωστά πως δε θα μου ΄ερχόταν στο μυαλό να επαληθεύσω τα λεγόμενα τους κι αργότερα θα βρίσκανε κάποια δικαιολογία. Τώρα θυμάμαι, πως είχα πληροφορηθεί την πρώτη κρίση του Λένιν τρεις μέρες μετά. Αυτή ήταν η μέθοδος τους. Ο σκοπός τους ήταν να κερδίσουν καιρό.

Οι σύντροφοι στην Τιφλίδα ζήτησαν να τους μιλήσω αμέσως πάνω στο θάνατο του Λένιν. Εγώ όμως είχα ανάγκη να μείνω μόνος με τον εαυτό μου. Δεν μπορούσα να πιάσω την πέννα. Το σύντομο κείμενο του τηλεγραφήματος βούιζε στο μυαλό μου. Οι σύντροφοι που είχαν ωστόσο συγκεντρωθεί περίμεναν να τους πω κάτι. Είχαν δίκιο. Το τραίνο σταμάτησε για μισή ώρα. Έγραψα τις αποχαιρετιστήριες γραμμές: «Ο Λένιν πέθανε. Ο Λένιν δεν υπάρχει πια…». Μετέδωσα τηλεγραφικός στη Μόσχα μερικές σελίδες απ΄ αυτές που έγραψα με το χέρι.

«Φτάσαμε καταπονημένοι. – γράφει η γυναίκα μου – Για πρώτη μας φορά βλέπαμε το Σωχουμ. Οι μιμόζες σε πλήρη άνθηση – και είχε εκεί τόσες πολλές. Εξαίσιοι φοίνικες. Καμέλιες. Βρισκόμασταν στο Γενάρη και στη Μόσχα η παγωνιά τα νέκρωνε όλα. Οι κάτοικοι της Αμπχαζία μας υποδέχτηκαν με πολύ φιλικά αισθήματα. Στην τραπεζαρία του αναρρωτηρίου ήταν κρεμασμένα δυο πορτραίτα, το ένα κοντά στ΄ άλλο. Το ένα σκεπασμένο με κρέπι ήταν του Βλαδίμηρου Ιλιτς, το άλλο του Λέων Τρότσκι. Θελήσαμε να κατεβάσουμε το δεύτερο, αλλά δεν τα΄ αποφασίζαμε, απ΄ το φόβο μήπως προκαλέσουμε ένα είδος διαμαρτυρίας».

Στο Σωχουμ έμεινα ξαπλωμένος μέρες ολόκληρες στον εξώστη, κατάφατσα στη θάλασσα. Παρόλο που ήτανε Γενάρης, ο ήλιος έλαμπε στον ουρανό φωτεινός και ζεστός. Ανάμεσα στον εξώστη και στη θάλασσα αστραφτεροί υψώνονται οι φοίνικες. Η επίμονη αίσθηση του πυρετού ανακατευόταν με τη σκέψη για το θάνατο του Λένιν, που μου τριβέλιζε το κεφάλι. Ξανάφερνα στη μνήμη τα καθέκαστα της ζωής μου, τις συναντήσεις μου με το Λένιν, τις διαφωνίες μας, τις πολεμικές μας, τις προσεγγίσεις, τις κοινές μας απόψεις, την κοινή μας εργασία. Μεμονωμένα επεισόδια ξαναζωντάνευαν με φανταστική διαύγεια. Σιγά σιγά όλα διαγράφονταν με ολοένα και μεγαλύτερη καθαρότητα. Τώρα αναγνώριζα καθαρότερα τους «μαθητές», που είχανε μείνει πιστοί στο δάσκαλο σε μικρά πράγματα, όχι όμως στα μεγάλα. Μαζί με τη θαλάσσια αύρα, όλο μου το είναι το διαπότιζε η βεβαιότητα ότι στον αγώνα εναντίον των επιγόνων θα δικαιωθούν οι ιστορικές μου απόψεις…

27 του Γενάρη 1924. Πάνω από τους φοίνικες, πάνω από τη θάλασσα και κάτω από τον καταγάλανο θόλο βασίλευε γαλήνη. Ξαφνικά ξέσπασαν ομοβροντίες. Οι απανωτοί πυροβολισμοί, έρχονταν απ΄ τα κάτω, απ΄ τη μεριά της θάλασσας. Ήταν ο χαιρετισμός του Σωχουμ στον αρχηγό, που τιμούσαν αυτή την ώρα την κηδεία του στη Μόσχα. Η σκέψη μου φτερούγιζε σε κείνον και σε κείνη, που ήταν η σύντροφος του τόσα χρόνια και ολάκερο τον κόσμο τον ένοιωθε μέσω εκείνου. Τώρα τον σαβάνωνε και δε μπορούσε παρά να νοιώθει πολύ μονάχη κι ας ήταν ανάμεσα σ΄ εκατομμύρια ανθρώπους που κλαίγανε τριγύρω της κι αυτοί, αλλιώς όμως, όχι σαν κι αυτήν. Ναι, σκεφτόμουν τη Ναντεζντα Κωνσταντινοβνα Κρουπσκαγια. Ήθελα να της πω, από δω που βρισκόμουν, δυο λόγια αφοσίωσης, συμπάθειας και παρηγοριάς. Δεν το αποφάσιζα όμως. Οι λέξεις μου φαίνονταν πολύ ρηχές σαν τον τόνο της συμβατικότητας. Ποσό βαθιά συγκινήθηκα, και ποσό με συγκλόνισε ένα αίσθημα ευγνωμοσύνης, όταν μετά από λίγες ημέρες, αναπάντεχα, έλαβα το ακόλουθο γράμμα απ΄ την Ναντεζντα Κωνσταντινοβα.

«Αγαπητέ Λεβ Νταβιντοβιτς,

Σας γράφω, για να σας ανακοινώσω πως ένα μήνα περίπου πριν από το θάνατο του ο Βλαδίμηρος Ιλιτς, διαβάζοντας το βιβλίο σας σταμάτησε στη σελίδα, όπου δίνετε ένα χαρακτηρισμό του Μαρξ και του Λένιν και με παρακάλεσε να του ξαναδιαβάσω ακόμα μια φορά αυτές τις γραμμές. Τις άκουγε με βαθιά προσοχή κι ύστερα θέλησε να τις ιδεί και με τα μάτια του.

Και να, τι θα ΄θελα ακόμα να σας πω: τα αισθήματα, που ο Βλαδίμηρος Ιλιτς έτρεφε για σας όταν μας είχατε επισκεφθεί στο Λονδίνο, δραπετεύοντας από τη Σιβηρία, δεν άλλαξαν καθόλου ίσαμε τη μέρα του θανάτου του.

Σας εύχομαι, Λεβ Νταβιντοβιτς, δύναμη και υγειά και σας αγκαλιάζω θερμά. Ν. Κρουπσκαγια».

Στη μπροσούρα, που ο Βλαδίμηρος Ιλιτς ξεφύλλιζε ένα μήνα πριν το θάνατο του, έκανα παραλληλισμό ανάμεσα στο Λένιν και το Μαρξ. Ήξερα καλά τη στάση του Λένιν απέναντι στο Μαρξ, στάση γιομάτη από αισθήματα παραφορά ευγνωμοσύνης και αφοσίωσης μαθητή, που είχε επίγνωση της απόστασης ανάμεσα σ΄ αυτόν και στο δάσκαλο του. Με την πορεία της ιστορίας, η σχέση ανάμεσα στο δάσκαλο και το μαθητή έγινε σχέση ανάμεσα στο θεωρητικό πρόδρομο και στον πρώτο πρακτικόν εφαρμοστή. Στο άρθρο μου τροποποιούσα ότι αποτελούσε παράδοση στο συναίσθημα της απόστασης. Ο Μαρξ και ο Λένιν, που είναι ιστορικά τόσο στενά συνδεδεμένοι, και συγχρόνως τόσο διαφορετικοί, αποτελούν για μένα δυο κορυφές της πνευματικής δύναμης του ανθρώπου. Κι ήμουν ευτυχής που μάθαινα, πως ο Λένιν, λίγο πριν από το θάνατο του, διάβασε με προσοχή, ίσως και με συγκίνηση, ότι είχα γράψει γι αυτόν. Γιατί, για το Λένιν ο Μαρξ είχε τις διαστάσεις Τιτάνα, αν ήθελε κανείς να χρησιμοποιήσει ένα μέτρο σύγκρισης.

Και τώρα διάβαζα όχι με λίγη συγκίνηση το γράμμα της Κρουπσκαγιας. Ξανάφερνε στη μνήμη δυο ακραία σημεία του δεσμού μου με το Λένιν: Τη μέρα του Οκτώβρη στα 1902, όπου, δραπετεύοντας από τη Σιβηρία, τόνε σήκωσα ξημερώματα απ΄ το σανιδένιο κρεβάτι του στο Λονδίνο και μια μέρα του Δεκέμβρη στα 1923, όταν ο Λένιν διάβαζε δυο φορές τη μελέτη μου για το έργο της ζωής του. Ανάμεσα στα δυο αυτά ακραία σημεία κύλησαν 20 χρόνια, στην αρχή κοινής εργασίας, ύστερα λυσσωδικης φραξιονιστικής πάλης κι έπειτα πάλι κοινής εργασίας, πάνω σε υψηλότερη ιστορική βάση. Κατά τον Χέγκελ: Θέση, αντίθεση, σύνθεση. Κι η Κρουπσκαγια βεβαίωνε, πως η στάση του Λένιν απέναντι μου, παρά τη μακριά περίοδο της αντίθεσης μας, έμεινε εκείνη που ήταν στο Λονδίνο, μ΄ αλλά λόγια μια θερμή συνηγορία, ένας φιλικός δεσμός. Τώρα, όμως, πάνω σε υψηλότερη ιστορική βάση. Ακόμα κι αν δεν υπήρχε κανένα άλλο ντοκουμέντο, όλοι οι τόμοι που στοίβαξαν οι διαστρεβλωτες, δε θα ΄χαν άξια μπροστά στην κρίση της ιστορίας, συγκριτικά με το μικρό σημείωμα που μου έγραφε η Κρουπσκαγια, λίγες μέρες μετά το θάνατο του Λένιν.

Βρίσκω ακόμα τις παρακάτω σημειώσεις στο ημερολόγιο της γυναίκας μου:

«Οι εφημερίδες μας ήρθανε με αισθητή καθυστέρηση, εξ αιτίας που οι δρόμοι είχανε φραχτεί από τα χιόνια. Μας έφεραν τους πένθιμους λόγους, νεκρολογίες, άρθρα. Οι φίλοι του Λ. Τρότσκι στη Μόσχα τον περίμεναν, πιστεύοντας πως θα γυρίσει πίσω. Από κανενός το μυαλό δεν πέρασε, ότι ο Στάλιν με το τηλεγράφημα του του ματαίωνε το δρόμο της επιστροφής. Θυμάμαι το γράμμα του γιου μου που πήραμε στο Σωχουμ. Τον είχε συγκλονίσει ο θάνατος του Λένιν και κρυωμένος, με 40ο παγωνιά, φορώντας ένα αλαφρό πέτσινο σακάκι, πήγε στην «Αίθουσα με τις κολόνες» να τον αποχαιρετήσει και περίμενε, περίμενε ανυπόμονα τον ερχομό μας. Το γράμμα του αποπνέει έκπληξη, πικρία κι έναν τόνο μομφής».

Μια αντιπροσωπεία της Κεντρικής Επιτροπής, απ΄ τον Τομσκυ, τον Φρουνζε, τον Πιατακωφ και τον Γκουσσιεβ ήρθε να μ΄ επισκεφθεί στο Σωχουμ, για να συνεννοηθεί μαζί μου πάνω σ΄ ορισμένες μεταβολές στο προσωπικό του Υπουργείου των Στρατιωτικών. Στο βάθος επρόκειτο περί καθαρής κωμωδίας. Η ανανέωση του προσωπικού στο παραπάνω υπουργείο είχε γίνει από καιρό, στα γρήγορα, πίσω από την πλάτη μου. Απλώς θέλανε να κρατήσουν τα προσχήματα απέναντι μου.

Το πρώτο χτύπημα στο εσωτερικό του Υπουργείου των Στρατιωτικών βρήκε το Σκλιανσκυ. Πρώτα΄ απ΄ όλα σ΄ αυτόν φόρτωσε ο Στάλιν τις αποτυχίες στο Τσαριτσιν, την ήττα του στο νότιο μέτωπο, την τυχοδιωκτική του περιπέτεια στο Λβοφ. Η συκοφαντία σήκωνε το φιδίσιο κεφαλή της. Για να υπονομεύσουν το Σκλιανσκυ κι εμένα έπειτα, τοποθέτησαν λίγους μήνες πρωτύτερα τον Ουνσσλιχτ, ένα φιλόδοξο μηχανορράφο, τελείως ανίκανο. Ο Σκλιανσκυ αντικαταστάθηκε. Στη θέση του τοποθετήθηκε ο Φρουνζε που ίσαμε τότε διοικούσε τα στρατιωτικά τμήματα στην Ουκρανία. Ο Φρουνζε ήταν σοβαρός χαρακτήρας, το κύρος του στο κόμμα, επειδή στο παρελθόν είχε κάνει χρόνια στα κάτεργα, ήταν μεγαλύτερο από το πρόσφατο κύρος του Σκλιανσκυ. Ο Φρουνζε άλλωστε στη διάρκεια του πολέμου εξεδήλωσε αναμφισβήτητες ικανότητες στρατηγού. Στα ζητήματα όμως της στρατιωτικής διοίκησης ήταν ασύγκριτα ανώτερος ο Σκλιανσκυ. Ο Φρουνζε παρασυρόταν από αφηρημένα σχήματα, δεν ήξερε να ψυχολογεί τους ανθρώπους, επηρεαζόταν εύκολα από τους ειδικούς δεύτερης ποιότητας.

Θα ΄θελα να πω όσα ξέρω για το Σκλιανσκυ. Τον ξαποστείλανε βάναυσα να δουλέψει στον τομέα της οικονομίας – βάναυσα, κατά το γνήσιο σταλινικό τρόπο, δίχως καθόλου να τον ρωτήσουν. Ο Ντερζινσκυ, που ήταν ευτυχής να απαλλαγεί απ΄ τον Ουνσσλιχτ, το βοηθό του στην Γκεπεου και ν΄ αποκτήσει για τη βιομηχανία μια τέτοια εξέχουσα διοικητική άξια, όπως ήταν ο Σκλιανσκυ, τον τοποθέτησε επί κεφαλής του τραστ της υφαντουργίας. Ο Σκλιανσκυ απλούστατα κούνησε τους ώμους, κατέβασε το κεφάλι και ρίχτηκε στην καινούργια δουλειά. Μερικούς μήνες αργότερα αποφάσισε να επισκεφτεί τις Ηνωμένες Πολιτείες για να ιδεί, να μάθει και να φέρει μηχανήματα. Πριν απ΄ την αναχώρηση του, ήρθε να μ΄ αποχαιρετήσει και να με συμβουλευτεί. Τον καιρό του εμφύλιου πολέμου δουλεύαμε χέρι με χέρι. Συζητούσαμε όμως για πορείες λόχων, για στρατιωτικούς κανονισμούς, για επείγουσες προαγωγές στη διοίκηση, για προμήθειες σ΄ ατσάλι κι αλουμίνιο για τα πολεμικά εργοστάσια, για στρατιωτικό ιματισμό, για την επισιτιστική κατάσταση του στρατού, παρά για ζητήματα που ενδιέφεραν αποκλειστικά το κόμμα. Δε μας έμενε καθόλου καιρός. Όταν αρρώστησε ο Λένιν, όταν οι μηχανορραφίες των επιγόνων άπλωναν τις κεραίες τους μέχρι το Υπουργείο των Στρατιωτικών, απέφευγα τις συζητήσεις πάνω σε κομματικά θέματα, ιδιαίτερα με στρατιωτικούς συνεργάτες. Η κατάσταση ήταν πολύ ακαθόριστη, οι διαφωνίες ακόμα ελάχιστα έκδηλες, η δημιουργία αντιτιθέμενων ομάδων μέσα στο στρατό θα εγκυμονούσε μεγάλους κίνδυνους. Ύστερα αρρώστησα. Κατά τη συνομιλία μας με το Σκλιανσκυ το καλοκαίρι του 1925, τότε που δεν ήμουν πια επικεφαλής του Υπουργείου των Στρατιωτικών, μιλήσαμε ωστόσο για πολλά πράγματα και για ζητήματα του κόμματος.

- Πέστε μου, με ρώτησε ο Σκλιανσκυ, τι παριστάνει ο Στάλιν;

Ο Σκλιανσκυ ήξερε αρκετά καλά το Στάλιν. Ήθελε να του δώσω τον ορισμό της προσωπικότητας και μιαν εξήγηση για τις επιτυχίες της. Του απάντησα:

- Ο Στάλιν είναι η πιο εξέχουσα μετριότητα του κόμματος μας.

Ο ορισμός αυτός, για πρώτη φορά ειπωμένος, στη διάρκεια αυτής της συζήτησης, μου αποκαλύφτηκε σ΄ όλη τη σημασία του, ψυχολογική και κοινωνική. Στην όψη του Σκλιανσκυ είδα ευθύς αμέσως πως τον είχα βοηθήσει να καταλάβει κάτι το σημαντικό.

- Ξέρετε, μου είπε, αυτό που κάνει εντύπωση την τελευταία περίοδο, είναι να βλέπεις παντού, σ΄ όλους τους τομείς, να αναδείχνεται η χρυσή μετριότητα κι η αυτοϊκανοποίηση. Κι όλα αυτά βρίσκουν τον αρχηγό τους στο Στάλιν. Που οφείλεται αυτό;

- Είναι η αντίδραση μετά τη μεγάλη κοινωνική και ψυχολογική ένταση των πρώτων χρόνων της επανάστασης. Η νικηφόρα αντεπανάσταση μπορεί να ΄χε τους μεγάλους της άνδρες. Στο πρώτο της όμως στάδιο, το Θερμιδωρ, της χρειάζονται μετριότητες που δεν είναι ικανοί να ιδούν πέρα από τη μύτη τους. Η δύναμη τους βρίσκεται στην πολιτική τους τυφλά, είναι η δύναμη του αλόγου στο μύλο που νομίζει, πως τραβάει τον ανήφορο ενώ στην πραγματικότητα γυρνάει τη μυλόπετρα από πάνω προς τα κάτω. Ένα άλογο που δε φοράει παρωπίδες δεν κάνει γι΄ αυτή τη δουλειά.

Για πρώτη μου φορά, σ΄ αυτή τη συνομιλία, έφτασα με πλήρη σαφήνεια, θα μπορούσα να πω με φυσική σιγουριά στο πρόβλημα του Θερμιδωρ. Συμφωνήσαμε με το Σκλιανσκυ να συνεχίσουμε τη συζήτηση μας όταν θα ξαναγύριζε απ΄ την Αμερική. Μετά από μερικές βδομάδες πήραμε ένα τηλεγράφημα, που γνωστοποιούσε πως ο Σκλιανσκυ, σ΄ ένα περίπατο του με βάρκα, πνίγηκε σε μια λίμνη της Αμερικής. Η ζωή είναι ανεξάντλητη σε μοχθηρές επινοήσεις.

Η λήκυθο με τη σταχτή του Σκλιανσκυ στάλθηκε στη Μόσχα. Κανένας δεν αμφέβαλλε, πως θα ΄παίρνε τη θέση της στο φρούριο του Κρεμλίνου, στην Κόκκινη Πλατεία που είχε γίνει το Πάνθεο της επανάστασης. Η γραμματεία όμως της Κεντρικής Επιτροπής αποφάσισε να την τοποθετήσει σ΄ ένα κοιμητήρι στα προάστια. Δεν είχαν, λοιπόν, ξεχάσει την αποχαιρετιστήρια επίσκεψη, που μου είχε κάνει ο Σκλιανσκυ και κρατούσαν λογαριασμό. Το μίσος τους μετατέθηκε στη μακάβρια λήκυθο. Άλλωστε, ήταν μέσα στο σχέδιο της γενικής πάλης τους εναντίον της ηγεσίας που είχε εξασφαλίσει τη νίκη στον εμφύλιο πόλεμο, να θέλουν να μειώσουν τη σπουδαιότητα του Σκλιανσκυ. Δεν πιστεύω, όσο ζούσε ο Σκλιανσκυ, να τον είχε απασχολήσει η σκέψη, που θα τον τοποθετούσαν μετά το θάνατο του. Η απόφαση όμως της Κεντρικής Επιτροπής, είχε το χαρακτήρα πολιτικής και προσωπικής ποταπότητας. Παραμερίζοντας την αηδία μου τηλεφώνησα στο Μολοτωφ. Ωστόσο η εντολή δεν άλλαξε. Η ιστορία θα επανέλθει και σ΄ αυτό το ζήτημα, όπως και σε τόσα άλλα.



* * *



Ο πυρετός μου ξαναπαρουσιάστηκε πάλι το φθινόπωρο του 1924. Εκείνο τον καιρό η συζήτηση ξανάρχισε με καινούργια ορμή. Αυτή τη φορά προκλήθηκε απ΄ τα πάνω, σύμφωνα με προετοιμασμένο σχέδιο. Στο Λένινγκραντ, στη Μόσχα, στις επαρχίες, γινόντουσαν εκατοντάδες και χιλιάδες μυστικές συνεδριάσεις, για να προετοιμάσουν αυτή τη «συζήτηση», δηλαδή μια συστηματική και μεθοδική επίθεση, που τώρα πια δε θα στρεφόταν εναντίον της αντιπολίτευσης, αλλά προσωπικά εναντίον μου. Όταν η ύπουλη αυτή δουλειά τελείωσε, μ΄ ένα σύνθημα της «Πραβδας», η εκστρατεία εναντίον του τροτσκισμού άνοιξε συγχρόνως σε όλα τα σημεία της χώρας, απ΄ όλα τα βήματα, απ΄ όλες τις σελίδες, όλες τις στήλες του τύπου, σ΄ όλες τις γωνίες. Στο είδος του, το γεγονός αυτό, ήταν ένα επιβλητικό θέαμα. Η συκοφαντία έπαιρνε την εμφάνιση ηφαιστειακής έκρηξης. Η πλατειά μάζα του κόμματος συγκλονίστηκε. Δε μπορούσα να σηκωθώ από τον πυρετό και σώπαινα. Ο Τύπος και οι ομιλητές δεν ασχολούνταν με τίποτα άλλο, παρά με τις καταγγελίες εναντίον του τροτσκισμού. Κανείς δεν ήξερε να εξηγήσει, τι ακριβώς σήμαινε η λέξη αυτή. Κάθε μέρα ξέθαβαν επεισόδια απ΄ το παρελθόν, αναφέρανε άρθρα πολεμικής του Λένιν, που είχανε γράφει πριν 20 χρόνια, μπερδεύοντας, παραποιώντας, αλλοιώνοντας το περιεχόμενο τους και προ παντός παρουσιάζοντας τα σα ναχαν γραφτεί χτες. Κανένας δεν καταλάβαινε τη συνοχή. Αν όλα αυτά ήταν αληθινά, ο Λένιν θα έπρεπε να τα ξέρει. Η επανάσταση του Οκτώβρη δεν έγινε μετά απ΄ αυτά; Και μετά το πραξικόπημα δεν ακολούθησε ο εμφύλιος πόλεμος; Ο Τρότσκι μαζί με το Λένιν δεν ήταν οι θεμελιωτές της Κομμουνιστικής Διεθνούς; Και τα πορτραίτα του Τρότσκι δεν είναι κρεμασμένα παντού δίπλα στου Λένιν; Και ποσά αλλά τέτοια ερωτήματα… Αλλά η συκοφαντία ξεχύνονταν σαν κρύα λαβα. Μηχανικά πίεζε τις συνειδήσεις κι επενεργούσε πιεστικότερα στις θελήσεις. Έπαυσαν να θεωρούνε πια το Λένιν σαν επαναστάτη ηγέτη και τον βλέπανε σαν αρχηγό μιας εκκλησιαστικής ιεραρχίας. Στην Κόκκινη Πλατεία, του στήσανε, παρά τις διαμαρτυρίες μου, μαυσωλείο – απρέπεια και προσβολή για την επαναστατική συνείδηση. Και τα επίσημα βιβλία για το Λένιν, μετατράπηκαν κι αυτά σε μαυσωλεία. Η σκέψη του κομματιάστηκε σε αποσπάσματα, προορισμένα να προπαγανδίζουν ψευτιές. Με το βαλσαμωμένο πτώμα του πολεμούσαν το ζωντανό Λένιν και τον Τρότσκι. Η μάζα ήταν ζαλισμένη, κατάπληκτη, τρομοκρατημένη. Τα κατασκευάσματα των αναλφάβητων κυκλοφορούσαν σε τέτοια αφθονία, που, λόγω του όγκου τους, αποκτούσαν κάποια πολιτική άξια. Ζαλίζανε, καταπιέζανε, εξαχρειώνανε. Το κόμμα είχε καταδικαστεί στη σιωπή. Εγκαθιδρύθηκε καθεστώς καθαρής δικτατορίας πάνω στο κόμμα. Μ΄ αλλά λόγια: Το κόμμα έπαψε να ΄ναι κόμμα. Το πρωί μου φέρανε στο κρεβάτι τις εφημερίδες. Διάβασα στα πεταχτά τα τηλεγραφήματα, τους τίτλους των άρθρων, έριξα μια μάτια στις υπογραφές. Τους ήξερα όλους αυτούς τους αρθρογράφους, ήξερα τις κρυφές τους σκέψεις, ήξερα τι μπορούσαν να πουν και τι τους είχαν διατάξει να πουν. Στην πλειοψηφία τους ήταν άνθρωποι, που η επανάσταση τους είχε ολότελα πια εξαντλήσει. Ανάμεσα τους ήταν και φανατικοί, με περιορισμένη αντίληψη, που άφηναν να τους εξαπατούν. Υπήρχαν νέοι, που θέλανε να κάνουν καριέρα και βιάζονταν ν΄ αποδείξουν πως ήταν αναντικατάστατοι. Όλοι αυτοί αντιφάσκανε μεταξύ τους και καθένας με τον ίδιο τον εαυτό του. Η συκοφαντία όμως εξακολουθούσε να ουρλιάζει στις στήλες των εφημερίδων, να μουγκρίζει με λύσσα σκεπάζοντας έτσι τις αντιφάσεις και την εσωτερική τους κενότητα. Επιβαλλόταν με την αριθμητική της υπεροχή.

«Η δεύτερη προσβολή της αρρώστιας του Λ. Νταβινοβιτς – γράφει η Ν.Ι. Σεντοβα – συνέπεσε με την κακοήθη επίθεση εναντίον του, που τη ζήσαμε σαν τη φοβερότερη αρρώστια. Οι σελίδες της «Πραβδα» φαίνονταν τεράστιες, ατέλειωτες. Κάθε γραμμή, αυτής της εφημερίδας ήταν και μια ψευτιά. Ο Λ. Τ. σώπαινε. Ποσό όμως του στοίχιζε αυτή η σιωπή! Έρχονταν και τον βλέπανε φίλοι του όλη τη μέρα, πολλές φορές και τη νύχτα. Θυμάμαι πως κάποιος ρώτησε τον Λ. Τ. αν διάβασε την πρωινή εφημερίδα. Απάντησε, πως γενικά δε διάβαζε εφημερίδες. Πραγματικά, τις έπαιρνε στο χέρι, έριχνε μια βιαστική μάτια και τις πετούσε. Φαινόταν πως έφτανε να τις κοιτάξει μονάχα από μακριά για να καταλάβει το περιεχόμενο τους. Ήξερε πολύ καλά τους μάγειρους που ετοιμάζανε το φαγητό, που ήταν πάντα το ίδιο, κάθε μέρα. Να διαβάσεις μια εφημερίδα αυτή την περίοδο, έλεγε, είναι «σα να χώνεις στο λαιμό σου μια βούρτσα που καθαρίζουν το γυαλί της λάμπας». Θα καταπιανόταν μ΄ αυτή την προσπάθεια, αν ο Λ. Τ. ήταν αποφασισμένος ν΄ απαντήσει. Έπρεπε όμως να σωπαίνει. Η βρογχίτιδα του προχωρούσε εξαιτίας της ολέθριας νευρικότητας του. Είχε αδυνατίσει πολύ κι ήταν κάτωχρος. Μεταξύ μας, στο σπίτι, αποφεύγαμε να μιλήσουμε για την επίθεση που του γινόταν, αλλά, έλα που δεν τα καταφέρναμε να μιλήσουμε για τίποτα΄ άλλο εκτός απ΄ αυτό; Θυμάμαι με ποια συναισθήματα πήγαινα κάθε πρωί στη δουλειά μου, στο Υπουργείο της Παιδείας. Ήταν σα να ΄μουν υποχρεωμένη να περνώ πάνω από βέργες. Ωστόσο ούτε μια φορά τόλμησε κανείς να με προσβάλει ΄η να κάνει κάποιο άπρεπο υπαινιγμό σε βάρος μου. Σ΄ αντιστάθμισμα όμως αυτής της εχθρικής σιωπής απ΄ τους λίγους ανώτατους επίσημους, είχα δίχως καμιά αμφιβολία τις συμπάθειες της πλειοψηφίας των εργαζομένων. Μέσα στο κόμμα ήταν σα να συνυπήρχαν δυο ξεχωριστές ζωές: Μια εσωτερική, καμουφλαρισμένη και μια άλλη αντίφαση με την πρώτη. Ελάχιστοι ήταν εκείνοι που είχαν την τόλμη να εκδηλώσουν αυτό που ένοιωθε και σκεπτόταν η συντριπτική πλειοψηφία, που έκρυβε τις συμπάθειες κάτω απ΄ τις μονολιθικές ψήφους».

Στην ίδια περίοδο συμπίπτει κι η δημοσίευση μιας επιστολής που είχα στείλει στον Τσχειτζε εναντίον του Λένιν. Το επεισόδιο αυτό είχε γίνει τον Απρίλη στα 1913: Είχε την αφορμή του, στο ότι η νόμιμη εφημερίδα των μπολσεβίκων που έβγαινε στην Πετρούπολη, οικειοποιήθηκε τον τίτλο του περιοδικού μου που έβγαζα στη Βιέννη: «Πραβντα ραμποτσαια γκαζέττα» («Αλήθεια, εργατική εφημερίδα»). Αυτό μας έφερε σε μιαν οξεία σύγκρουση, από κείνες που είναι γεμάτη η ζωή στην εξορία. Έγραφα στον Τσχειτζε, που για λίγο καιρό κρατούσε μιαν ενδιάμεση στάση ανάμεσα στους μενσεβίκους και τους μπολσεβίκους, εκφράζοντας την αγανάκτηση μου εναντίον του μπολσεβίκικου κέντρου και του Λένιν για το παραπάνω ζήτημα. Δυο, ΄η τρεις βδομάδες αργότερα θα επιτιμούσα ασφαλώς κι εγώ ο ίδιος τον εαυτό μου για το γράμμα εκείνο και ένα δυο χρόνια μετά θα μου φαινόταν απλώς σαν κάτι το περίεργο. Αλλά αυτό το γράμμα είχε τη δική του μοίρα. Η αστυνομία της περιοχής του ΄κόψε το δρόμο. Έμεινε στ΄ αρχεία της ίσαμε την επανάσταση του Οκτώβρη. Μετά το πραξικόπημα μας, μεταφέρθηκε στο Ινστιτούτο της Ιστορίας του Κόμματος. Ο Λένιν το ήξερε το γράμμα. Και για κείνον και για μένα δεν ήταν παρά μια νιφάδα στο παρελθόν και τίποτα΄ άλλο. Ποσά τέτοια δεν είχαν γραφτεί στα χρόνια της εξορίας! Στα 1924 ξεθάψανε οι επίγονοι το ντοκουμέντο αυτό απ΄ τα αρχεία και το ξεσφεντονισανε στο κεφάλι του κόμματος, που κατά τα τρία τέταρτα το αποτελούσαν εκείνη την εποχή καινούργια μέλη. Δεν ήταν τυχαίο που για να το κάνουνε διαλέξανε τους πρώτους μήνες μετά το θάνατο του Λένιν. Αυτό ήταν απαραίτητο για δυο λόγους: Πρώτο γιατί ο Λένιν δεν μπορούσε πια να σηκωθεί για να χαρακτηρίσει όπως θα τους ταίριαζε τους ανθρώπους αυτούς. Δεύτερο, γιατί οι λεκές μάζες ήταν κυριαρχημενες από τη θλίψη που τους προξένησε ο χαμός του αρχηγού. Μην έχοντας καμιά ιδέα για το παρελθόν του κόμματος, οι μάζες διάβαζαν για την εχθρική στάση του Τρότσκι απέναντι στο Λένιν. Τα ΄χανε χαμένα. Ειν΄ αλήθεια πως αυτό είχε γίνει πριν από 12 χρόνια, η χρονολογία όμως εκμηδενίζονταν μπροστά στα εντυπωσιακά τους σχόλια. Η χρήση που κάνανε οι επίγονοι της επιστολής μου αυτής στον Τσχειτζε, αποτελεί μιαν απ΄ τις μεγαλύτερες απάτες στην ιστορία. Τα πλαστά στοιχεία που μεταχειρίζονταν οι Γάλλοι αντιδραστικοί στην υπόθεση Ντρέιφους δεν είναι τίποτα σε σύγκριση με τις πολιτικές απάτες, που διαπράξανε ο Στάλιν κι οι συνένοχοι του.

Η συκοφαντία δεν αποτελεί δύναμη, παρά στο βαθμό που ανταποκρίνεται σε μιαν ιστορική ανάγκη. Κι έλεγα στον εαυτό μου: Κάτι έχει αλλάξει στις κοινωνικές σχέσεις ΄η στις πολιτικές απόψεις, για να βρίσκει η συκοφαντία τόση τεραστία απήχηση. Πρέπει να αναλύσει κανείς το περιεχόμενο της συκοφαντίας σ΄ όλο του το βάθος. Στο κρεβάτι, όπου βρισκόμουν, είχα αρκετόν καιρό να το κάνω. Που οφειλόταν η κατηγορία εναντίον του Τρότσκι, ότι ήθελε τάχα να «ληστέψει τους χωρικούς» - μια φόρμουλα που οι αντιδραστικοί αγροτικοί, οι χριστιανοσοσιαλιστές κι οι φασίστες εκτοξεύουν πάντα εναντίον των σοσιαλιστών και προπαντός εναντίον των κομμουνιστών; Που οφειλόταν αυτή η μανιασμένη επίθεση εναντίον της μαρξιστικής ιδέας της διαρκούς επανάστασης; Που είχε την πηγή του αυτός ο αλαζονικός εθνικισμός, που υποσχόταν ανοικοδόμηση του σοσιαλισμού σε μια μονάχα χώρα; Ποια στρώματα του πληθυσμού έχουν ανάγκη από τέτοιες χυδαιότητες; Και τέλος από πού προέρχεται και που οφείλεται αυτή η κατάπτωση του θεωρητικού επιπέδου, αυτή η πολιτική αποβλάκωση; Ξεφύλλισα στο κρεβάτι μου παλιά μου άρθρα και βρήκα τις παρακάτω γραμμές που είχα γράψει στα 1909, όταν η αντίδραση του Στολυπιν βρισκόταν στο ζενίθ της:

«Όταν η καμπύλη της ιστορικής εξέλιξης ανεβαίνει, η πολιτική σκέψη γίνεται οξύτερη, τολμηρότερη, ευφυέστερη. Αρπάζει στο φτερό τα γεγονότα κι αμέσως τα συνδέει με το νήμα της γενίκευσης… Όταν όμως η καμπύλη τραβάει προς τα κάτω, η ανοησία κυριαρχεί πάνω στην πολιτική σκέψη. Το πολύτιμο ταλέντο της πολιτικής γενίκευσης εξαφανίζεται, δίχως ν΄ αφήνει ίχνη. Η βλακεία αποθρασύνεται, αντιστέκεται και περιγελά κάθε προσπάθεια για γενίκευση. Νοιώθοντας πως είναι ελεύθερο μπροστά της το πεδίο, επιβάλλει τις απόψεις της με το δικό της τρόπο». Ένα από τα κυριότερα της μέσα που χρησιμοποιεί είναι η συκοφαντία. έλεγα στον εαυτό μου: Περνάμε μια περίοδο αντίδρασης. Αυτό που γίνεται είναι μια πολιτική μετατόπιση στις τάξεις, μια μεταλλαγή στη συνείδηση των τάξεων. Ύστερα απ΄ την μεγάλη ένταση, η υποχώρηση. Ως που θα φτάσει; Όπως και να ΄χει δε μπορεί να φτάσει ίσαμε την αφετηρία. Κανείς όμως δε μπορεί από πριν να επιμετρήσει τα όρια της υποχώρησης της. Θα καθορισθούν μέσα στην πάλη των εσωτερικών δυνάμεων. Εκείνο που έχει σημασία πάνω απ΄ όλα είναι να καταλάβουμε αυτό που συντελείται. ΟΙ βαθιές μοριακές διεργασίες της αντίδρασης ορμούν με ταχύτητα ανοίγοντας δρόμους. Η προσπάθεια τους είναι να παραμερίσουν ΄η τουλάχιστον ν΄ αδυνατίσουν την εξάρτηση της συλλογικής συνείδησης απ΄ τις ιδέες, τα συνθήματα και τις ζωντανές μορφές του Οκτώβρη. Να ποια είναι η έννοια αυτού που συντελείται. Ας μην πέφτουμε στον υποκειμενισμό. Ας μη θυμώνουμε, ας μη δυσανασχετούμε ότι η ιστορία κατευθύνει την πορεία της μέσα από στραβούς και μπερδεμένους δρόμους. Το να καταλάβουμε αυτό που συντελείται, μας εξασφαλίζει κιόλας τη μισή νίκη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου